Ένα νέο τεστ αίματος που ανέπτυξαν νευροεπιστήμονες από το πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης ενδέχεται να αποτελέσει το κλειδί για την έγκαιρη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ, προτού η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη.
Οι επιστήμονες ανέλυσαν δείγματα αίματος από 125 συμμετέχοντες, εξετάζοντας τα επίπεδα της ακετυλο-L-καρνιτίνης (ALC) και της ελεύθερης καρνιτίνης, ουσίες που είναι απαραίτητες για τη λειτουργία του εγκεφάλου. Αυτές οι ουσίες συμβάλλουν στην ενεργοποίηση των κυττάρων και στη ρύθμιση της γλουταμίνης, η οποία συμμετέχει σε πολλές εγκεφαλικές δραστηριότητες.
Μείωση δεικτών και επιπτώσεις στη νοητική λειτουργία
Η μείωση των επιπέδων της ALC και της ελεύθερης καρνιτίνης μπορεί να προκαλέσει πτώση της εγκεφαλικής λειτουργίας και αύξηση της γλουταμίνης στον εγκέφαλο, η οποία έχει συνδεθεί με διαταραχές ψυχικής υγείας που σχετίζονται στενά με τη νόσο Αλτσχάιμερ. Τα επίπεδα αυτών των δεικτών παρατηρήθηκε ότι μειώνονται σταδιακά, ιδιαίτερα στις γυναίκες, από άτομα χωρίς προβλήματα μνήμης μέχρι εκείνα με ήπια γνωστική εξασθένηση (MCI).
Νέα προοπτική στη διάγνωση και θεραπεία
Σύμφωνα με την Daily Mail η χρήση αυτού του τεστ αίματος θα μπορούσε να διευκολύνει τους γιατρούς στη διάγνωση, την παρακολούθηση και τη θεραπεία της νόσου. Σήμερα, η διάγνωση του Αλτσχάιμερ απαιτεί χρονοβόρες και επεμβατικές κλινικές εξετάσεις. Το τεστ αίματος, όντας μη επεμβατικό, θα μπορούσε να προσφέρει μια πιο προσιτή μέθοδο ανίχνευσης και παρακολούθησης της αποτελεσματικότητας νέων φαρμάκων.
Η επικεφαλής της έρευνας, Dr. Betty Bigio, δήλωσε πως τα ευρήματα «παρέχουν τα πιο ισχυρά στοιχεία» ότι τα επίπεδα αυτών των ουσιών μπορούν να βοηθήσουν στον εντοπισμό ατόμων με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης Αλτσχάιμερ. Ωστόσο, οι ερευνητές τόνισαν την ανάγκη περαιτέρω μελετών για να κατανοηθούν οι πηγές και οι μηχανισμοί παραγωγής της ALC και της καρνιτίνης, καθώς και η ακριβής σχέση τους με τη γνωστική εξασθένηση.
Ανησυχητικά στατιστικά και αυξανόμενες ανάγκες
Στις ΗΠΑ, περίπου το 4% των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω έχει διαγνωστεί με άνοια, ενώ η νόσος Αλτσχάιμερ αποτελεί τη συχνότερη μορφή, επηρεάζοντας σχεδόν 7 εκατομμύρια Αμερικανούς. Με την αύξηση του γηράσκοντος πληθυσμού, ο αριθμός των διαγνώσεων προβλέπεται να φτάσει τα 13 εκατομμύρια έως το 2050.
Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Molecular Psychiatry, περιλάμβανε 125 άτομα από δύο διαφορετικές μελέτες σε Βραζιλία και Καλιφόρνια. Από αυτούς, 93 είχαν διαγνωστεί με διάφορα στάδια γνωστικής εξασθένησης, ενώ 32 ήταν γνωστικά υγιείς.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η συνδυαστική μέτρηση της ALC και της ελεύθερης καρνιτίνης με τα επίπεδα των πρωτεϊνών αμυλοειδούς και ταυ επέτρεψε τη διάγνωση της νόσου με ακρίβεια 93%, σε σύγκριση με το 80% όταν εξετάζονταν μόνοι οι δείκτες ή οι πρωτεΐνες.
Η Dr. Carla Nasca, ανώτερη ερευνήτρια της μελέτης, δήλωσε ότι η πτώση των επιπέδων της ALC και της καρνιτίνης συνδέεται στενά με τη σοβαρότητα της νόσου, προσφέροντας πιθανές θεραπευτικές κατευθύνσεις για την παρέμβαση πριν από την εμφάνιση μη αναστρέψιμων βλαβών στον εγκέφαλο.
Παρά τα ενθαρρυντικά ευρήματα, οι ερευνητές υπογραμμίζουν την ανάγκη περαιτέρω ερευνών για την κατανόηση της σχέσης μεταξύ αυτών των ουσιών και της άνοιας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ