H αθρόα εισαγωγή μεταχειρισμένων αυτοκινήτων στη χώρα μας εξελίσσεται σε μεγάλη μάστιγα με ανυπολόγιστες επιπτώσεις. Εισφοροδιαφυγή, «πειραγμένα» κοντέρ, νόθευση της αγοράς δίνουν το στίγμα μιας αγοράς σε κρίση.
Η αγορά αυτοκινήτου κυριαρχείται ήδη από εισαγωγές μεταχειρισμένων επιβατικών και ελαφρών φορτηγών. Τα τελευταία χρόνια οι εισαγωγές μεταχειρισμένων έχουν υπερδεκαπλασιαστεί και σε μερικές ειδικές κατηγορίες οχημάτων – όπως π.χ. τα ελαφρά φορτηγά – τα εισαγόμενα μεταχειρισμένα είναι πλέον περισσότερα από τα καινούργια. Είναι ενδεικτικό ότι το 2019 εισήχθησαν 15.413 μεταχειρισμένα ελαφρά φορτηγά και μόλις 7. 972 καινούργια.
Η μέση ηλικία των εισαγομένων μεταχειρισμένων επιβατικών είναι 10,6 έτη και μόλις το 5,2% να είναι τρέχουσας τεχνολογίας (Euro 6, 2015+), με αποτέλεσμα η Ελλάδα να έχει πλέον έναν από τους πιο γερασμένους στόλους στην Ευρώπη (μέση ηλικία 16,0 έτη), που θυμίζει χώρα της πρώην Ανατολικής Ευρώπης.
Οι αρνητικές επιπτώσεις από την αύξηση των εισαγόμενων μεταχειρισμένων είναι πολλές και σημαντικές.
Καταρχάς οικονομικές. Τα εισαγόμενα μεταχειρισμένα εισφέρουν πολύ λιγότερους φόρους από τα εγχώρια μεταχειρισμένα ή τα καινούργια αυτοκίνητα, καθώς έχουν ελάχιστο Τέλος Ταξινόμησης και δεν καταβάλλουν το σχετικό ΦΠΑ. Όσο περισσότερα μεταχειρισμένα εισάγονται, τόσο περισσότερες είναι οι οικονομικές απώλειες για το κράτος. Υπάρχουν επίσης περιβαλλοντικές επιπτώσεις καθώς τα παλαιότερης τεχνολογίας αυτοκίνητα έχουν λιγότερο εξελιγμένη αντιρρυπαντική τεχνολογία. Τα δε εισαγόμενα μεταχειρισμένα είναι κατά κύριο λόγο γερασμένα αυτοκίνητα. Επιπτώσεις υπάρχουν όμως σε σχέση και με την ασφάλεια των οδηγών. Επειδή ο έλεγχος στα εισαγόμενα μεταχειρισμένα είναι ελλιπής, καθώς δεν υπάρχει διασύνδεση των ευρωπαϊκών ΚΤΕΟ, δεν μπορεί να διαπιστωθεί αν τα στοιχεία με τα οποία εισάγονται στη χώρα είναι αληθή. Αντιθέτως, πολλά (για κάποιους η συντριπτική πλειοψηφία) εισαγόμενα μεταχειρισμένα έρχονται στη χώρα μας με «πειραγμένα» στοιχεία (π.χ. αριθμό χιλιομέτρων). Έτσι, ταλαιπωρημένα αυτοκίνητα εισάγονται σε φαινομενικά άριστη κατάσταση, ενώ στην πραγματικότητα είναι απλώς «πειραγμένα». Με αποτέλεσμα να πωλούνται σε ίδιες ή υψηλότερες τιμές σε σχέση με τα εγχώρια μεταχειρισμένα μιας, καθώς φαίνεται να έχουν χαμηλότερα χιλιόμετρα. Το ίδιο μοντέλο μεταχειρισμένου αυτοκινήτου που στην Ελλάδα πωλείται σε Χ τιμή, ως εισαγόμενο μπορεί να πωληθεί ακόμη και ακριβότερα επειδή θα φαίνεται (ψευδώς) να έχει λιγότερα χιλιόμετρα. Υπάρχει κατά συνέπεια πλήρης νόθευση του ανταγωνισμού καθώς το μεν εγχώριο μεταχειρισμένο λόγω ΚΤΕΟ και διαφανούς ιστορικού συντήρησης, ασφάλισης κλπ δεν μπορεί να παραποιήσει στοιχεία, το δε εισαγόμενο εμφανίζεται «του κουτιού», ενώ στην πραγματικότητα μπορεί να είναι πολύ, ως πάρα πολύ, πιο ταλαιπωρημένο.
Η κατάσταση αυτή, όμως νοθεύει και την εγχώρια αγορά καθώς η εισαγωγή μεταχειρισμένων εμποδίζει την πώληση των εγχώριων μεταχειρισμένων άρα και την ανανέωση του στόλου αυτοκινήτων στη χώρα. Ένας ιδιώτης π.χ. που θέλει να πουλήσει το αυτοκίνητο του (το οποίο έχει ιστορικό και έχει περάσει ΚΤΕΟ, άρα δεν μπορεί να «πειράξει») για να αγοράσει καινούργιο, δεν μπορεί να το κάνει γιατί έχει να ανταγωνιστεί ένα «πειραγμένο» εισαγόμενο που φαίνεται με λιγότερα χιλιόμετρα και είναι πιο ελκυστικό. Έτσι ή απαξιώνεται το δικό του και το πουλάει πάμφθηνα ή δεν το πουλάει καν και δεν αγοράζει άλλο με αποτέλεσμα ο στόλος να γερνάει ολοένα και περισσότερο.
Και όλο αυτό χωρίς κανένα ουσιαστικό κέρδος για τον καταναλωτή, ο οποίος τελικά πληρώνει το αυτοκίνητο το ίδιο και ακριβότερα θεωρώντας ότι αγοράζει κάτι καλύτερο από αυτό που πραγματικά ισχύει, αλλά με μόνους κερδισμένους τους μεσάζοντες και τα κυκλώματα που λυμαίνονται το χώρο. Οι καταναλωτές, κατά συνέπεια, όχι μόνο δεν προστατεύονται, αλλά αντιθέτως, εξαπατώνται καθώς δεν μπορούν να ελέγξουν την ποιότητα του αυτοκινήτου που αγοράζουν.
Επιπροσθέτως, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί με τα εισαγόμενα μεταχειρισμένα δεν καλύπτει κάποια ουσιαστική ανάγκη των καταναλωτών. Για παράδειγμα: Τα πιο «δημοφιλή» εισαγόμενα μεταχειρισμένα μοντέλα είναι το Toyota Yaris, το Opel Corsa και το Ford Fiesta. Αυτά τα 3 αποτελούν το 22,3 % των εισαγωγών με 8.500, 4.300 και 3.100 ετήσιες εισαγωγές. Στην Ελλάδα αυτή την στιγμή κυκλοφορούν 125.000 Toyota Yaris, 115.000 Opel Corsa και 68.000 Ford Fiesta. Δεν προτιμώνται όμως έναντι των ξένων διότι τα εισαγόμενα εμφανίζονται, λόγω «πειράγματος» με λιγότερα χιλιόμετρα και έτσι είναι πιο ελκυστικά.
Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι η γήρανση του στόλου, η απαξίωση των εγχώριων μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, κάτι που με τη σειρά του έχει οδηγήσει τις ελληνικές πόλεις στο να έχουν από τις υψηλότερες τιμές ρύπων οξειδίων του αζώτου, όζοντος και σωματιδίων στην ΕΕ.
Είναι απόλυτη ανάγκη το ελληνικό κράτος να θωρακιστεί απέναντι στην κατάσταση που διαμορφώνεται και η οποία αναμένεται να ενταθεί. Καθώς οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες περιορίζουν την κίνηση αυτοκινήτων στο κέντρο τους, η τάση που επικρατεί είναι να «ξεφορτωθούν» αυτοκίνητα προς ξένες χώρες. Η Ελλάδα όμως δεν μπορεί να γίνει η μάντρα της Ευρώπης.
Η αγορά αυτοκινήτου κυριαρχείται ήδη από εισαγωγές μεταχειρισμένων επιβατικών και ελαφρών φορτηγών. Τα τελευταία χρόνια οι εισαγωγές μεταχειρισμένων έχουν υπερδεκαπλασιαστεί και σε μερικές ειδικές κατηγορίες οχημάτων – όπως π.χ. τα ελαφρά φορτηγά – τα εισαγόμενα μεταχειρισμένα είναι πλέον περισσότερα από τα καινούργια. Είναι ενδεικτικό ότι το 2019 εισήχθησαν 15.413 μεταχειρισμένα ελαφρά φορτηγά και μόλις 7. 972 καινούργια.
Η μέση ηλικία των εισαγομένων μεταχειρισμένων επιβατικών είναι 10,6 έτη και μόλις το 5,2% να είναι τρέχουσας τεχνολογίας (Euro 6, 2015+), με αποτέλεσμα η Ελλάδα να έχει πλέον έναν από τους πιο γερασμένους στόλους στην Ευρώπη (μέση ηλικία 16,0 έτη), που θυμίζει χώρα της πρώην Ανατολικής Ευρώπης.
Οι αρνητικές επιπτώσεις από την αύξηση των εισαγόμενων μεταχειρισμένων είναι πολλές και σημαντικές.
Καταρχάς οικονομικές. Τα εισαγόμενα μεταχειρισμένα εισφέρουν πολύ λιγότερους φόρους από τα εγχώρια μεταχειρισμένα ή τα καινούργια αυτοκίνητα, καθώς έχουν ελάχιστο Τέλος Ταξινόμησης και δεν καταβάλλουν το σχετικό ΦΠΑ. Όσο περισσότερα μεταχειρισμένα εισάγονται, τόσο περισσότερες είναι οι οικονομικές απώλειες για το κράτος. Υπάρχουν επίσης περιβαλλοντικές επιπτώσεις καθώς τα παλαιότερης τεχνολογίας αυτοκίνητα έχουν λιγότερο εξελιγμένη αντιρρυπαντική τεχνολογία. Τα δε εισαγόμενα μεταχειρισμένα είναι κατά κύριο λόγο γερασμένα αυτοκίνητα. Επιπτώσεις υπάρχουν όμως σε σχέση και με την ασφάλεια των οδηγών. Επειδή ο έλεγχος στα εισαγόμενα μεταχειρισμένα είναι ελλιπής, καθώς δεν υπάρχει διασύνδεση των ευρωπαϊκών ΚΤΕΟ, δεν μπορεί να διαπιστωθεί αν τα στοιχεία με τα οποία εισάγονται στη χώρα είναι αληθή. Αντιθέτως, πολλά (για κάποιους η συντριπτική πλειοψηφία) εισαγόμενα μεταχειρισμένα έρχονται στη χώρα μας με «πειραγμένα» στοιχεία (π.χ. αριθμό χιλιομέτρων). Έτσι, ταλαιπωρημένα αυτοκίνητα εισάγονται σε φαινομενικά άριστη κατάσταση, ενώ στην πραγματικότητα είναι απλώς «πειραγμένα». Με αποτέλεσμα να πωλούνται σε ίδιες ή υψηλότερες τιμές σε σχέση με τα εγχώρια μεταχειρισμένα μιας, καθώς φαίνεται να έχουν χαμηλότερα χιλιόμετρα. Το ίδιο μοντέλο μεταχειρισμένου αυτοκινήτου που στην Ελλάδα πωλείται σε Χ τιμή, ως εισαγόμενο μπορεί να πωληθεί ακόμη και ακριβότερα επειδή θα φαίνεται (ψευδώς) να έχει λιγότερα χιλιόμετρα. Υπάρχει κατά συνέπεια πλήρης νόθευση του ανταγωνισμού καθώς το μεν εγχώριο μεταχειρισμένο λόγω ΚΤΕΟ και διαφανούς ιστορικού συντήρησης, ασφάλισης κλπ δεν μπορεί να παραποιήσει στοιχεία, το δε εισαγόμενο εμφανίζεται «του κουτιού», ενώ στην πραγματικότητα μπορεί να είναι πολύ, ως πάρα πολύ, πιο ταλαιπωρημένο.
Η κατάσταση αυτή, όμως νοθεύει και την εγχώρια αγορά καθώς η εισαγωγή μεταχειρισμένων εμποδίζει την πώληση των εγχώριων μεταχειρισμένων άρα και την ανανέωση του στόλου αυτοκινήτων στη χώρα. Ένας ιδιώτης π.χ. που θέλει να πουλήσει το αυτοκίνητο του (το οποίο έχει ιστορικό και έχει περάσει ΚΤΕΟ, άρα δεν μπορεί να «πειράξει») για να αγοράσει καινούργιο, δεν μπορεί να το κάνει γιατί έχει να ανταγωνιστεί ένα «πειραγμένο» εισαγόμενο που φαίνεται με λιγότερα χιλιόμετρα και είναι πιο ελκυστικό. Έτσι ή απαξιώνεται το δικό του και το πουλάει πάμφθηνα ή δεν το πουλάει καν και δεν αγοράζει άλλο με αποτέλεσμα ο στόλος να γερνάει ολοένα και περισσότερο.
Και όλο αυτό χωρίς κανένα ουσιαστικό κέρδος για τον καταναλωτή, ο οποίος τελικά πληρώνει το αυτοκίνητο το ίδιο και ακριβότερα θεωρώντας ότι αγοράζει κάτι καλύτερο από αυτό που πραγματικά ισχύει, αλλά με μόνους κερδισμένους τους μεσάζοντες και τα κυκλώματα που λυμαίνονται το χώρο. Οι καταναλωτές, κατά συνέπεια, όχι μόνο δεν προστατεύονται, αλλά αντιθέτως, εξαπατώνται καθώς δεν μπορούν να ελέγξουν την ποιότητα του αυτοκινήτου που αγοράζουν.
Επιπροσθέτως, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί με τα εισαγόμενα μεταχειρισμένα δεν καλύπτει κάποια ουσιαστική ανάγκη των καταναλωτών. Για παράδειγμα: Τα πιο «δημοφιλή» εισαγόμενα μεταχειρισμένα μοντέλα είναι το Toyota Yaris, το Opel Corsa και το Ford Fiesta. Αυτά τα 3 αποτελούν το 22,3 % των εισαγωγών με 8.500, 4.300 και 3.100 ετήσιες εισαγωγές. Στην Ελλάδα αυτή την στιγμή κυκλοφορούν 125.000 Toyota Yaris, 115.000 Opel Corsa και 68.000 Ford Fiesta. Δεν προτιμώνται όμως έναντι των ξένων διότι τα εισαγόμενα εμφανίζονται, λόγω «πειράγματος» με λιγότερα χιλιόμετρα και έτσι είναι πιο ελκυστικά.
Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι η γήρανση του στόλου, η απαξίωση των εγχώριων μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, κάτι που με τη σειρά του έχει οδηγήσει τις ελληνικές πόλεις στο να έχουν από τις υψηλότερες τιμές ρύπων οξειδίων του αζώτου, όζοντος και σωματιδίων στην ΕΕ.
Είναι απόλυτη ανάγκη το ελληνικό κράτος να θωρακιστεί απέναντι στην κατάσταση που διαμορφώνεται και η οποία αναμένεται να ενταθεί. Καθώς οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες περιορίζουν την κίνηση αυτοκινήτων στο κέντρο τους, η τάση που επικρατεί είναι να «ξεφορτωθούν» αυτοκίνητα προς ξένες χώρες. Η Ελλάδα όμως δεν μπορεί να γίνει η μάντρα της Ευρώπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ