Η έρευνα θέτει σε αμφισβήτηση ορισμένα από τα μέτρα που εφαρμόζονται, όπως η ιχνηλάτηση των επαφών, διότι η μέθοδος φθάνει μόνο μέχρι το χρονικό σημείο της εκδήλωσης των συμπτωμάτων.
Άτομα που έχουν προσβληθεί από την Covid-19 μπορούν να μεταδώσουν τον κορωνοϊό πολλές ημέρες πριν από την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων, επιβεβαιώνει νέα έρευνα την ώρα που πολλές χώρες ενισχύουν τα μέτρα για τον έλεγχο της εξάπλωσης της επιδημίας.
Η έρευνα θέτει σε αμφισβήτηση ορισμένα από τα μέτρα που εφαρμόζονται, όπως η ιχνηλάτηση των επαφών, δηλαδή η αναζήτηση των ατόμων που ήλθαν σε επαφή με θετικό στον ιό περιστατικό, διότι η μέθοδος φθάνει μόνο μέχρι το χρονικό σημείο της εκδήλωσης των συμπτωμάτων.
«Στην μέθοδο της ιχνηλάτησης των επαφών θα πρέπει να τεθούν περισσότερο περιεκτικά κριτήρια ώστε να ανιχνεύονται εν δυνάμει τρόποι μετάδοσης δύο ή τρεις ημέρες πριν από την εμφάνιση των συμπτωμάτων, για να γίνει δυνατός ο αποτελεσματικότερος έλεγχος της επιδημίας», γράφουν οι συντάκτες της έρευνας που δημοσιεύεται στην μηνιαία επιθεώρηση Nature Medicine.
Η ερευνητική ομάδα υπό τον Eric Lau, του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ, έλαβε επίχρισμα από τον λαιμό 94 ασθενών και μέτρησε τον βαθμό της μόλυνσης, το ιικό φορτίο, από την πρώτη ημέρα των συμπτωμάτων και επί 32 ημέρες.
Διαπίστωσε ότι οι ασθενείς, από τους οποίους κανένας δεν βρισκόταν σε κρίσιμη κατάσταση, ήταν φορείς του μεγαλύτερου ιικού φορτίου αμέσως μετά την εμφάνιση συμπτωμάτων, πριν το φορτίο να αρχίσει να μειώνεται σταδιακά.
Οι ερευνητές εργάσθηκαν με την υπόθεση ότι η περίοδος επώασης ήταν λίγο περισσότερο από πέντε ημέρες.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας όμως, η μεταδοτικότητα του ιού είχε αρχίσει 2,3 ημέρες πριν από την εμφάνιση των συμπτωμάτων και έφθασε στο υψηλότερο σημείο 0,7 ημέρες πριν από τις πρώτες ενδείξεις της νόσου.
Σύμφωνα με την έρευνα, το 44% των δευτερευουσών περιπτώσεων στις αλυσίδες μετάδοσης του ιού είχαν μολυνθεί κατά την προσυμπτωματική περίοδο.
Οσο για τον βαθμό μεταδοτικότητας, αυτός μειώνεται γρήγορα σε διάστημα 7 ημερών.
Σχολιάζοντας την έρευνα, ο Babak Javid, της Ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου του Tsinghua στο Πεκίνο, εκτιμά ότι τα αποτελέσματα έχουν «σημαντικές επιπτώσεις» επί των μέτρων ελέγχου της επιδημίας, όπως ως προς το αν τα ασυμπτωματικά άτομα θα πρέπει να φορούν μάσκα.
«Είναι σημαντικό, διότι σήμερα τα συνιστώμενα, από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ή τη βρετανική κυβέρνηση, για παράδειγμα, μέτρα ελέγχου βασίζονται στην υπόθεση ότι ο μεγαλύτερος βαθμός μεταδοτικότητας σημειώνεται μετά την εμφάνιση των συμπτωμάτων και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η χρήση μάσκας δεν συνιστάται για ασυμπτωματικά άτομα», επισημαίνει.
Στις αρχές του Απριλίου, η Κίνα ανακοίνωσε ότι εντόπισε περισσότερα από 1.300 περιστατικά της Covid-19, ασυμπτωματικά.
Και, σύμφωνα με το αμερικανικό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), το ένα τέταρτο των προσβεβλημένων ατόμων είναι ασυμπτωματικά.
Άτομα που έχουν προσβληθεί από την Covid-19 μπορούν να μεταδώσουν τον κορωνοϊό πολλές ημέρες πριν από την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων, επιβεβαιώνει νέα έρευνα την ώρα που πολλές χώρες ενισχύουν τα μέτρα για τον έλεγχο της εξάπλωσης της επιδημίας.
Η έρευνα θέτει σε αμφισβήτηση ορισμένα από τα μέτρα που εφαρμόζονται, όπως η ιχνηλάτηση των επαφών, δηλαδή η αναζήτηση των ατόμων που ήλθαν σε επαφή με θετικό στον ιό περιστατικό, διότι η μέθοδος φθάνει μόνο μέχρι το χρονικό σημείο της εκδήλωσης των συμπτωμάτων.
«Στην μέθοδο της ιχνηλάτησης των επαφών θα πρέπει να τεθούν περισσότερο περιεκτικά κριτήρια ώστε να ανιχνεύονται εν δυνάμει τρόποι μετάδοσης δύο ή τρεις ημέρες πριν από την εμφάνιση των συμπτωμάτων, για να γίνει δυνατός ο αποτελεσματικότερος έλεγχος της επιδημίας», γράφουν οι συντάκτες της έρευνας που δημοσιεύεται στην μηνιαία επιθεώρηση Nature Medicine.
Η ερευνητική ομάδα υπό τον Eric Lau, του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ, έλαβε επίχρισμα από τον λαιμό 94 ασθενών και μέτρησε τον βαθμό της μόλυνσης, το ιικό φορτίο, από την πρώτη ημέρα των συμπτωμάτων και επί 32 ημέρες.
Διαπίστωσε ότι οι ασθενείς, από τους οποίους κανένας δεν βρισκόταν σε κρίσιμη κατάσταση, ήταν φορείς του μεγαλύτερου ιικού φορτίου αμέσως μετά την εμφάνιση συμπτωμάτων, πριν το φορτίο να αρχίσει να μειώνεται σταδιακά.
Οι ερευνητές εργάσθηκαν με την υπόθεση ότι η περίοδος επώασης ήταν λίγο περισσότερο από πέντε ημέρες.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας όμως, η μεταδοτικότητα του ιού είχε αρχίσει 2,3 ημέρες πριν από την εμφάνιση των συμπτωμάτων και έφθασε στο υψηλότερο σημείο 0,7 ημέρες πριν από τις πρώτες ενδείξεις της νόσου.
Σύμφωνα με την έρευνα, το 44% των δευτερευουσών περιπτώσεων στις αλυσίδες μετάδοσης του ιού είχαν μολυνθεί κατά την προσυμπτωματική περίοδο.
Οσο για τον βαθμό μεταδοτικότητας, αυτός μειώνεται γρήγορα σε διάστημα 7 ημερών.
Σχολιάζοντας την έρευνα, ο Babak Javid, της Ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου του Tsinghua στο Πεκίνο, εκτιμά ότι τα αποτελέσματα έχουν «σημαντικές επιπτώσεις» επί των μέτρων ελέγχου της επιδημίας, όπως ως προς το αν τα ασυμπτωματικά άτομα θα πρέπει να φορούν μάσκα.
«Είναι σημαντικό, διότι σήμερα τα συνιστώμενα, από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ή τη βρετανική κυβέρνηση, για παράδειγμα, μέτρα ελέγχου βασίζονται στην υπόθεση ότι ο μεγαλύτερος βαθμός μεταδοτικότητας σημειώνεται μετά την εμφάνιση των συμπτωμάτων και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η χρήση μάσκας δεν συνιστάται για ασυμπτωματικά άτομα», επισημαίνει.
Στις αρχές του Απριλίου, η Κίνα ανακοίνωσε ότι εντόπισε περισσότερα από 1.300 περιστατικά της Covid-19, ασυμπτωματικά.
Και, σύμφωνα με το αμερικανικό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), το ένα τέταρτο των προσβεβλημένων ατόμων είναι ασυμπτωματικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ