Οι εξωσυζυγικές σχέσεις κάποτε αποτελούσαν σπάνιο φαινόμενο, ενώ η συχνότητα και η προβολή τους σήμερα έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις. Ένα από τα πιο συχνά σχήματα είναι όταν ο 50αρης σύζυγος παρατάει την συνομήλική σύζυγό του για μια πολύ νεότερη γυναίκα. Τι συμβαίνει όμως στις ψυχές των ανθρώπων που εμπλέκονται σε τέτοιες ιστορίες;
Το τρίτο πρόσωπο
Καταρχήν δε μπορούμε να κάνουμε απόλυτες γενικεύσεις, γιατί κάθε ιστορία έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που την κάνουν μοναδική και κάθε ένα από τα άτομα έχει τον συγκεκριμένο χαρακτήρα, ανάγκες, φόβους κι επιθυμίες που συντελούν στο να πάρει κάποιες αποφάσεις.
Το τρίτο πρόσωπο σε μια ιστορία, και μάλιστα όταν πρόκειται για μια νέα γυναίκα που ξεκινάει μια ερωτική σχέση με ένα μεγαλύτερό της άτομο, συνήθως είναι καταδικασμένο σε μοναξιά.
Αν και συχνά ακούμε τρανταχτά παραδείγματα νεαρότερων γυναικών που ξεκίνησαν αρχικά μια ερωτική περιπέτεια με έναν μεγαλύτερό τους παντρεμένο τον οποίο τελικά και παντρεύτηκαν, αυτή είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Τις περισσότερες φορές οι γυναίκες αυτές είναι καταδικασμένες στην αφάνεια και τη μοναξιά των γιορτών και των διακοπών, αφού δεν μπορούν να είναι με τον σύντροφό τους.
Γιατί όμως συνάπτουν μια τέτοια «δύσκολη» σχέση; Καταρχήν, πολλές φορές δε γνωρίζουν την ύπαρξη της συζύγου ή έχουν ακούσει μια δακρύβρεχτη ιστορία σχετικά με τη δυστυχία του καημένου του συζύγου από τη μέγαιρα σύζυγό του, με αποτέλεσμα να πέφτουν συναισθηματικό θύμα μιας τέτοιας ιστορίας.
Παρόλο που η σχέση με έναν μεγαλύτερο άνδρα προσφέρει υλικά αγαθά και κάλυψη, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν αποτελεί προνόμιο μόνο αυτής της ηλικιακής ομάδας. Επομένως, και ειδικά στην εποχή μας, μια γυναίκα θα μπορούσε κάλλιστα να βρει υλική κάλυψη σε έναν νεότερο κι αδέσμευτο άνδρα, χωρίς να μπει σε μια συναισθηματική περιπέτεια χωρίς σίγουρη έκβαση.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται και το κλειδί: συχνά η κοπέλα αυτή αισθάνεται έλξη για ένα άτομο που ανήκει αλλού, το οποίο θα πρέπει να κατακτήσει κι έτσι να δηλώσει την υπεροχή της και να τονώσει την αυτοπεποίθησή της (αν και κάτι τέτοιο δεν το κάνει συνειδητά, ούτε το προβάλλει ως στόχο της). Αυτή η υποσυνείδητη υπεροχή έναντι της νόμιμης «αντιπάλου» και η ατομική επιβεβαίωση της νεότερης κοπέλας κρύβεται στη βάση της επιλογής της.
Αλλοτε πάλι η επιλογή αυτή αντανακλά κάποιο περιστατικό από το παρελθόν της, κάποια ανεπίλυτη σύγκρουση ή κάποιο συναισθηματικό μοτίβο που δεν έχει διερευνήσει και το οποίο μπλοκάρει τις επιλογές της.
Σπάνια η νεαρή κοπέλα αισθάνεται τύψεις κι ενοχές για το ότι στάθηκε αφορμή για να διαλυθεί ένα σπιτικό, γιατί θεωρεί τον εαυτό της καλύτερη από τη σύζυγο και γιατί έχει πιστέψει ότι ο άνδρας αυτός ήταν δυστυχισμένος στο γάμο του και ότι αυτή ήταν ουσιαστικά ο σωτήρας του.
Το περίεργο είναι ότι ακόμα κι αποκατεστημένη, πάντα έχει το στίγμα του τρίτου προσώπου και την υποψία ότι ο έρωτας της ήταν καθαρά ωφελιμιστικός.
Η εγκαταλειμμένη σύζυγος
Ίσως είναι και το τραγικότερο πρόσωπο της ιστορίας, γιατί συνήθως είναι η τελευταία που πληροφορείται τις εξελίξεις και δεν έχει πολλά περιθώρια δράσης. Η συναισθηματική απόγνωση, η αίσθηση της απόρριψης, η συντριβή της και η απέραντη θλίψη είναι τα κυρίαρχα συναισθήματα.
Σε ένα δεύτερο στάδιο έρχονται ο θυμός και η οργή. Η γυναίκα αυτή έχει στηρίξει το σύζυγό της, έχει δημιουργήσει οικογένεια μαζί του, έχει δώσει όλες τις δυνάμεις της σε αυτή τη σχέση και ξαφνικά τη μεταχειρίζονται σαν άτομο δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας, σαν να μην έχει καμία αξία.
Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι παραγκωνίζεται, αλλά και το ότι δεν της αναγνωρίζεται η προσφορά και το έργο της. Ακόμα και η σύγκριση γίνεται με άνισους όρους, με κάποια νεότερή της κι επομένως εκτός ανταγωνισμού.
Το αίσθημα του «μα τι έκανα λάθος» και «ντροπή του τι θα πει ο κόσμος» συντελούν στην αυτολύπηση και συχνά στην αίσθηση ότι ο κόσμος χάνεται κάτω από τα πόδια τους. Η έλλειψη επιλογών και η αναγνώριση ότι στην ηλικία τους είναι πιο δύσκολο να βρουν καινούργια σύντροφο, άρα η αναγνώριση ότι πλησιάζει η μοναξιά μαζί με τα γεράματα, είναι σκέψεις που υπονομεύουν την ψυχική υγείας της εγκατελειμμένης γυναίκας.
Το παρήγορο είναι ότι τελικά ο κοινωνικός και οικογενειακός της κύκλος την στηρίζει, της αναγνωρίζει το δίκιο της και μέσα από μια διαδικασία συναισθηματικής σύσφιξης, αναγνωρίζει τους φίλους και τα αγαπητά της πρόσωπα, που αποτελούν μια σίγουρη συναισθηματική επένδυση για το μέλλον.
Γράφει για το boro.gr η Δρ Λίζα Βάρβογλη, η Δρ Λίζα Βάρβογλη, Ph.D. Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, Νευροψυχολόγος (greekpsychologypages.blogspot.gr)
Το τρίτο πρόσωπο
Καταρχήν δε μπορούμε να κάνουμε απόλυτες γενικεύσεις, γιατί κάθε ιστορία έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που την κάνουν μοναδική και κάθε ένα από τα άτομα έχει τον συγκεκριμένο χαρακτήρα, ανάγκες, φόβους κι επιθυμίες που συντελούν στο να πάρει κάποιες αποφάσεις.
Το τρίτο πρόσωπο σε μια ιστορία, και μάλιστα όταν πρόκειται για μια νέα γυναίκα που ξεκινάει μια ερωτική σχέση με ένα μεγαλύτερό της άτομο, συνήθως είναι καταδικασμένο σε μοναξιά.
Αν και συχνά ακούμε τρανταχτά παραδείγματα νεαρότερων γυναικών που ξεκίνησαν αρχικά μια ερωτική περιπέτεια με έναν μεγαλύτερό τους παντρεμένο τον οποίο τελικά και παντρεύτηκαν, αυτή είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Τις περισσότερες φορές οι γυναίκες αυτές είναι καταδικασμένες στην αφάνεια και τη μοναξιά των γιορτών και των διακοπών, αφού δεν μπορούν να είναι με τον σύντροφό τους.
Γιατί όμως συνάπτουν μια τέτοια «δύσκολη» σχέση; Καταρχήν, πολλές φορές δε γνωρίζουν την ύπαρξη της συζύγου ή έχουν ακούσει μια δακρύβρεχτη ιστορία σχετικά με τη δυστυχία του καημένου του συζύγου από τη μέγαιρα σύζυγό του, με αποτέλεσμα να πέφτουν συναισθηματικό θύμα μιας τέτοιας ιστορίας.
Παρόλο που η σχέση με έναν μεγαλύτερο άνδρα προσφέρει υλικά αγαθά και κάλυψη, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν αποτελεί προνόμιο μόνο αυτής της ηλικιακής ομάδας. Επομένως, και ειδικά στην εποχή μας, μια γυναίκα θα μπορούσε κάλλιστα να βρει υλική κάλυψη σε έναν νεότερο κι αδέσμευτο άνδρα, χωρίς να μπει σε μια συναισθηματική περιπέτεια χωρίς σίγουρη έκβαση.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται και το κλειδί: συχνά η κοπέλα αυτή αισθάνεται έλξη για ένα άτομο που ανήκει αλλού, το οποίο θα πρέπει να κατακτήσει κι έτσι να δηλώσει την υπεροχή της και να τονώσει την αυτοπεποίθησή της (αν και κάτι τέτοιο δεν το κάνει συνειδητά, ούτε το προβάλλει ως στόχο της). Αυτή η υποσυνείδητη υπεροχή έναντι της νόμιμης «αντιπάλου» και η ατομική επιβεβαίωση της νεότερης κοπέλας κρύβεται στη βάση της επιλογής της.
Αλλοτε πάλι η επιλογή αυτή αντανακλά κάποιο περιστατικό από το παρελθόν της, κάποια ανεπίλυτη σύγκρουση ή κάποιο συναισθηματικό μοτίβο που δεν έχει διερευνήσει και το οποίο μπλοκάρει τις επιλογές της.
Σπάνια η νεαρή κοπέλα αισθάνεται τύψεις κι ενοχές για το ότι στάθηκε αφορμή για να διαλυθεί ένα σπιτικό, γιατί θεωρεί τον εαυτό της καλύτερη από τη σύζυγο και γιατί έχει πιστέψει ότι ο άνδρας αυτός ήταν δυστυχισμένος στο γάμο του και ότι αυτή ήταν ουσιαστικά ο σωτήρας του.
Το περίεργο είναι ότι ακόμα κι αποκατεστημένη, πάντα έχει το στίγμα του τρίτου προσώπου και την υποψία ότι ο έρωτας της ήταν καθαρά ωφελιμιστικός.
Η εγκαταλειμμένη σύζυγος
Ίσως είναι και το τραγικότερο πρόσωπο της ιστορίας, γιατί συνήθως είναι η τελευταία που πληροφορείται τις εξελίξεις και δεν έχει πολλά περιθώρια δράσης. Η συναισθηματική απόγνωση, η αίσθηση της απόρριψης, η συντριβή της και η απέραντη θλίψη είναι τα κυρίαρχα συναισθήματα.
Σε ένα δεύτερο στάδιο έρχονται ο θυμός και η οργή. Η γυναίκα αυτή έχει στηρίξει το σύζυγό της, έχει δημιουργήσει οικογένεια μαζί του, έχει δώσει όλες τις δυνάμεις της σε αυτή τη σχέση και ξαφνικά τη μεταχειρίζονται σαν άτομο δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας, σαν να μην έχει καμία αξία.
Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι παραγκωνίζεται, αλλά και το ότι δεν της αναγνωρίζεται η προσφορά και το έργο της. Ακόμα και η σύγκριση γίνεται με άνισους όρους, με κάποια νεότερή της κι επομένως εκτός ανταγωνισμού.
Το αίσθημα του «μα τι έκανα λάθος» και «ντροπή του τι θα πει ο κόσμος» συντελούν στην αυτολύπηση και συχνά στην αίσθηση ότι ο κόσμος χάνεται κάτω από τα πόδια τους. Η έλλειψη επιλογών και η αναγνώριση ότι στην ηλικία τους είναι πιο δύσκολο να βρουν καινούργια σύντροφο, άρα η αναγνώριση ότι πλησιάζει η μοναξιά μαζί με τα γεράματα, είναι σκέψεις που υπονομεύουν την ψυχική υγείας της εγκατελειμμένης γυναίκας.
Το παρήγορο είναι ότι τελικά ο κοινωνικός και οικογενειακός της κύκλος την στηρίζει, της αναγνωρίζει το δίκιο της και μέσα από μια διαδικασία συναισθηματικής σύσφιξης, αναγνωρίζει τους φίλους και τα αγαπητά της πρόσωπα, που αποτελούν μια σίγουρη συναισθηματική επένδυση για το μέλλον.
Γράφει για το boro.gr η Δρ Λίζα Βάρβογλη, η Δρ Λίζα Βάρβογλη, Ph.D. Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, Νευροψυχολόγος (greekpsychologypages.blogspot.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ