Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2012

ΤΟ ΥΒΡΙΔΙΟ ΤΗΣ "ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΑΣ" ΚΑΙ Η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ...

Κείμενο: Όμηρος Ταχμαζίδης
Προαπαιτούμενα: Κάθε κίνηση και φορέας προβληματισμού για την αναδιοργάνωση της πολιτικής ζωής του τόπου θα κριθεί σε πρώτη φάση από τρία, κυρίως, δεδομένα: από τη στάση των πρωταγωνιστών των πολιτικών πρωτοβουλιών απέναντι στο κλεπτοκρατικό καθεστώς του παρελθόντος, από την ηθική και πολιτική φερεγγυότητα των προσώπων τα οποία πλαισιώνουν τον ηγετικό πυρήνα της όποιας πρωτοβουλίας και
τρίτον από τον κοινωνικό προσανατολισμό των επίδοξων αναδιοργανωτών του δημοκρατικού σοσιαλιστικού χώρου.
Οι «βαλτωμένες» συνειδήσεις δεν έχουν καμία σχέση με ένα τέτοιο εγχείρημα.
Το διακύβευμα: Η συζήτηση για το μέλλον του δημοκρατικού σοσιαλισμού, συμπεριλαμβάνει αυτομάτως και τη συζήτηση για το μέλλον της Ελλάδας: η σημερινή κατάσταση πραγμάτων προκαλεί θλίψη και είναι εξαιρετικά κρίσιμη, αλλά οι δυσκολίες δεν είναι ανυπέρβλητες και οι κρίσεις ξεπερνιούνται με πολιτικές αποφάσεις – οι καιροί απαιτούν την οργανωμένη παρέμβαση ενός σοσιαλιστικού, δημοκρατικού πολιτικού φορέα.
Διακυβεύεται το μέλλον των επόμενων γενιών: οφείλουμε, σήμερα –τώρα!- να προετοιμάσουμε τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για να δυνηθούν να το αντιμετωπίσουν: χωρίς υποκρισία και απόπειρες χειραγώγησης.
Η «κεντροαριστερά»: Η προσπάθεια χειραγώγησης συνεχίζεται από τις σαστισμένες δυνάμεις της λεγόμενης «κεντροαριστεράς»: το υβρίδιο «κεντροαριστερά» είναι μια ακόμη λεκτική φενάκη για να αποπροσανατολιστούν οι πολίτες με κοινωνικές ευαισθησίες, σοσιαλιστικές πολιτικές ανησυχίες και δημοκρατικές προοδευτικές αντιλήψεις.[Βλ. τα άρθρα μου “Η κατάσταση των πραγμάτων και η πολιτική επιταγή των καιρών” και  «Το «υβρίδιο» της κεντροαριστεράς και άλλα συναφή»]
Οι θιασώτες του περιώνυμου υβριδίου της «κεντροαριστεράς» έχουν ως (μοναδικό) κοινό τους παρανομαστή την εξουσία: την κατοχή της εξουσίας με το όποιο μακροκοινωνικό και μακροπολιτικό κόστος για τη χώρα και το λαό της.
Τώρα που η κατοχή εξουσίας εξανεμίζεται αποκαλύπτεται και η διανοητική, πολιτική και ηθική γύμνια των εκπροσώπων της «κεντροαριστεράς». Η συζήτηση περί ανασυγκρότησης του δημοκρατικού, σοσιαλιστικού χώρου δεν έχει να περιμένει τίποτε ουσιαστικό: αφερέγγυα πρόσωπα, πλαισιώνονται από εξίσου αφερέγγυες και αφερέγγυους παρατρεχάμενους και  υπόσχονται εκ νέου την παλιά φθαρμένη και διεφθαρμένη πολιτική – επικαλούμενοι έναν απαρχαιωμένο και κενό νοήματος («πολιτικό») λόγο.
Ενώ είναι προφανές ότι τα συγκεκριμένα πρόσωπα έχουν χρεοκοπήσει ηθικώς και πολιτικώς και το κύριο ερώτημα της συγκυρίας δεν αφορά την πολιτική τους τύχη, αλλά το ακόλουθο:  θα συμπαρασύρουν μαζί τους και το αξιακό σύστημα της δημοκρατικής σοσιαλιστικής αριστεράς και τον πολιτικό προσανατολισμό της.
Οι «ανανήψαντες»: Ο «Κοινωνικός Σύνδεσμος», όπως και άλλα παρόμοια μορφώματα αποτελούν θλιβερά κατάλοιπα ενός καταστροφικού παρελθόντος: πρόσωπα, προσωπεία επανέρχονται, τώρα ως «μέσα», δίαυλοι, μιας υποτίθεται νέας πολιτικής: ανένηψαν.
Και από δίπλα σιγοντάρουν οι μηχανισμοί ενός σαθρού και διεφθαρμένου συστήματος πληροφόρησης: ένας ακόμη υπαίτιος της οικονομικής πολιτικής και ηθικής κατάρρευσης του τόπου.
Οι συνοδοιπόροι: Όταν ο Γιώργος Φλωρίδης ανακοίνωσε την ίδρυση του «Κοινωνικού Συνδέσμου» του, το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε στο ποιόν των παρατρεχάμενων: σε όλους εκείνους οι οποίοι με την παρουσία τους υπέθεσαν ότι θα προσθέσουν συμβολικό κεφάλαιο, στον «Κοινωνικό Σύνδεσμο», αλλά και στον ίδιο τον εαυτό τους. Η διαβόητη κοινωνική «καταξίωση» - το ζήτημα της «αναγνώρισης» αποτελεί κεντρικό  φιλοσοφικό ζήτημα από τον Έγελο και μετέπειτα, σήμερα κυρίως στους επιγόνους της λεγόμενης «Σχολής της Φρανκφούρτης» - είναι μια συνεχής διαδικασία και κανείς οφείλει να την ανανεώνει ποικιλοτρόπως και καθημερινώς.
«Κεντρώος εξτρεμισμός»: Τα πρόσωπα, τα οποία πλαισιώνουν ένα πολιτικό, κοινωνικό ή διανοητικό εγχείρημα ορίζουν και μια κατεύθυνση προσανατολισμού - ή και έλλειψη προσανατολισμού.
Στους «επωνύμους» - τι λέξη και αυτή και με ποια συνδηλωτική φόρτιση- οι οποίοι συνέπλευσαν με το μεγαλοστέλεχος του ΠΑΣΟΚ από το Κιλκίς ήταν και ο Θεσσαλονικιός δημοσιογράφος και συγγραφέας Γιώργος Σκαμπαρδώνης: άκρως ακραία, αλλά ενδιαφέρουσα περίπτωση, ακραίου εθνικιστή  με «κεντροαριστερές» προτιμήσεις. Στο πρόσωπο του Γιώργου Σκαμπαρδώνη συνοψίζεται μια δυσάρεστη εκτίμηση των πολιτικών πραγμάτων μας: υπό το πρόσχημα της μετριοπάθειας ενός ανύπαρκτου «κέντρου» αποκτούν δεσπόζουσα και κεντρική – όχι κεντρώα!- θέση στη δημόσια συζήτηση ακραίες, συναισθηματικώς φορτισμένες, φοβικές αντιλήψεις – το «κεντρώο» λειτουργεί ως άλλοθι για το ακραίο. Ο εξτρεμισμός του «κεντρώου» είναι συγκαλυμμένος, παραλλαγμένος, ύπουλος: δηλητηριάζει την κοινωνική συνείδηση αργά και σταθερά, δε γίνεται αντιληπτός και στο πέρασμα του χρόνου μεταβάλλεται σε κυρίαρχη κατάσταση.
Ο συγγραφέας: Ο δηλωμένος συνοδοιπόρος του Γιώργου Φλωρίδη Γιώργος Σκαμπαρδώνης είναι μια δεσπόζουσα φυσιογνωμία του φοβικού εθνικισμού και του νεοελληνικού επαρχιωτισμού- τουλάχιστον στην πολιτική μικροκλίμακα της Θεσσαλονίκης.
Ο δημόσιος λόγος του υπαγορεύεται από ιδεοληπτικές εμμονές, αγοραία χυδαιότητα, φοβικά σύνδρομα, έκδηλο επαρχιωτισμό, απύθμενη εθνικιστική ρηχότητα: στα κείμενά του παρατάσσονται διαρκώς αφελή στερεότυπα, αποπνικτικές κοινοτοπίες και μια πληθώρα από παιδαριώδη ευφυολογήματα – η ελληνική γλώσσα είναι ένα από τα πρώτα θύματα του δημοσιογράφου και συγγραφέα Γιώργου Σκαμπαρδώνη.
Αλλά ο λόγος του έχει αποκτήσει «κύρος», έχει επιβληθεί, είναι προβεβλημένος: ποιος θα αμφισβητήσει έναν «επιτυχημένο» δημοσιογράφο και έναν «καταξιωμένο» συγγραφέα; Από τούτο το επίπλαστο κύρος προσπάθησε να αποκομίσει όφελος και ο πολιτικός Γιώργος Φλωρίδης. Με το αζημίωτο, φυσικώς… ο ένας κάμνει «ορατό» κοινωνικώς και πολιτικώς τον άλλο, το ένα χέρι νίβει το άλλο…
Κάποιοι αγκομαχούν να αποκτήσουν κυρίαρχο πολιτικό ρόλο με νέα προσωπεία: τούτες οι κοινοπραξίες της «κεντροαριστεράς» κενολογούν ασυστόλως, συγχέουν ακόμη περισσότερο τα πράγματα, προετοιμάζοντας το έδαφος για την κυριαρχία των πιο σκληρών συντηρητικών και υπερσυντηρητικών δυνάμεων – και φυσικώς, όσον αφορά τα οικονομικά, την πλήρη ισοπέδωση της κοινωνίας, σύμφωνα με τις υποδείξεις των νεοφιλελεύθερων μαθητευόμενων μάγων – α λα  Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος, όλως τυχαίως, συμπεριλαμβάνεται στους «διακεκριμένους» οι οποίοι στελέχωσαν τον «Κοινωνικό Σύνδεσμο» του Γιώργου Φλωρίδη.
Εντόσθια σήψη: Το κλεπτοκρατικό καθεστώς ασκούσε συστηματική πολιτική χειραγώγησης επιλέγοντας διάφορα προνομιακά για αυτό πεδία του κοινωνικού στίβου: η γλώσσα υπήρξε ένα τέτοιο πεδίο ισχύος του – στο γλωσσικό υπέδαφος της ανάπτυξε τους δικούς του κώδικες επικοινωνίας, τη δική του ηγεμονική ιδιόλεκτο εξουσίας και ενέγραψε το δικό του αξιακό σύστημα στη γλώσσα: στις λέξεις και στις σημασίες τους.
Στη λογική της κυρίαρχης γλώσσας του παρελθόντος  - στην κατεύθυνση των «επωνύμων», «επιτυχημένων», «καταξιωμένων», «αυτοδημιούργητων», «διακεκριμένων», «διάσημων» κ.ο.κ.- κινήθηκε και ο Γιώργος Φλωρίδης: ο «Κοινωνικός Σύνδεσμος» του εμφανίσθηκε ως ένα άθροισμα «επωνύμων», «διακεκριμένων», «επιτυχημένων» - μεταξύ αυτών και ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης.  Ένας παθιασμένος αντικομουνιστής, όχι από δημοκρατική ευαισθησία, αλλά περισσότερο από κάποιο αταυτοποίητο κατάλοιπο – δε θα επεκταθώ σε αυτή την παιδαριώδη εμμονή του, δεν έχει καμία σημασία για τη δημόσια συζήτηση, απλώς δηλώνει τις πολιτικές «καθηλώσεις» του ανώριμου πολιτικώς δημοσιογράφου και συγγραφέα.
Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης είναι μια αξιοπρόσεκτη περίπτωση «ακραίου κεντρώου», από εκείνες, οι οποίες προκάλεσαν την «εντόσθια σήψη» της κοινωνικής συνείδησης και του δημοσίου λόγου στην Ελλάδα των τελευταίων είκοσι ετών. Η συγκεκριμένη περίπτωση οργανικού διανοούμενου – το χαμηλό επίπεδο της γραφής του επιβεβαιώνει τις γενικώς χαμηλές δυνατότητες της οργανικής διανόησης του ελλαδικού χώρου- φανερώνει με εξαιρετική διαύγεια το πολιτικώς αυτονόητο, το οποίο παρέβλεψε ο Γιώργος Φλωρίδης: με παλιά φθαρμένα υλικά και αποστεωμένες κοινωνικές συνειδήσεις δεν είναι δυνατόν να επέλθει καμία αλλαγή στον τόπο μας.
Το απολίθωμα: Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης, ως τακτικός αρθρογράφος στον ημερήσιο τύπο, έχει αφήσει τα αποτυπώματά του στον βορειοελλαδικό χώρο: συνέβαλλε στην αποκατάσταση των πιο ακραίων, παιδαριωδών και ανόητων εκδοχών της εθνικιστικής και ιδεολογικής παράνοιας, η οποία με τη σειρά της θρυμμάτισε κάθε υπαρκτή βάση για μια πιθανή ορθολογική αντιπαράθεση επί των πολιτικών και κοινωνικών ζητημάτων.
Δε θα επεκταθώ στα διάφορα εθνικιστικά στερεότυπα, τις επιστημονικές ανακρίβειες και τις ακαταμάχητες εμμονές του δημοσιογράφου Γιώργου Σκαμπαρδώνη: θα προσπαθήσω να κινηθώ σε ένα πεδίο οικείο σε όλους - το πεδίο της γλώσσας.
Η λιβελογραφία: Οι διάφοροι παλαιοκαθεστωτικοί κύκλοι της «κεντροαριστερής» φλυαρίας επιχειρούν να επανακάμψουν στο προσκήνιο ανασύροντας πολιτικές εκφράσεις και χαρακτηρισμούς, τους οποίους οι ίδιοι στο παρελθόν είχαν φροντίσει να απαξιώσει: ανάμεσά τους και ο όρος πρόοδος και τα παράγωγά του – «προοδευτικός χώρος», «προοδευτική πολιτική», «προοδευτικό άτομο» κ.ο.κ.
Και τούτο προς μεγάλη ικανοποίηση των συντηρητικών, υπερσυντηρητικών και αντιδραστικών πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων στη χώρα μας. Σήμερα οι «κεντροαριστεροί» ομιλούν για ανασύνθεση του προοδευτικού χώρου και άλλα παρόμοια ηχηρά και εύπεπτα, ωσάν ο πολιτικός κατακερματισμός και η ιδεολογικοπολιτική ήττα ενός πολιτικού χώρου να αντισταθμίζεται με αθροίσεις «συνομαδώσεων» και συγκολλήσεων ετερόκλητων και ετερογενών στοιχείων.
Η αποψίλωση του «προοδευτικού» υπήρξε μεθοδευμένη, συστηματική και εκτελέστηκε συντονισμένα από τις πιο ακραίες συντηρητικές και αντιδραστικές πολιτικοκοινωνικές δυνάμεις – εντός ή εκτός των παλαιοκαθεστωτικών κομμάτων.
Η έννοια του «προοδευτικού» λοιδωρήθηκε, συκοφαντήθηκε, μετατράπηκε σε ύβρη. Η γλώσσα ήταν εκείνη η οποία δέχθηκε το πρώτα πυρά: ο δημοσιογράφος και λογοτέχνης Γιώργος Σκαμπαρδώνης  (για την ποιότητα του λογοτεχνικού του έργου θα έχουμε την ευκαιρία να αναφερθούμε άλλη φορά) ήταν από τους πρώτους, οι οποίοι εμπλούτισαν τη σύγχρονη ελληνική και τη δημοσιογραφική της εκδοχή με λεκτικά διαμάντια – εκφράσεις ενός νέου ήθους πολιτικής αντιπαράθεσης: «μυξοπροοδευτικοί». [Ο χαρακτηρισμός αφορά πολίτες με διαφορετική αντίληψη για τις διεθνείς σχέσεις από εκείνη την οποία πρεσβεύει ο δημοσιογράφος Γιώργος Σκαμπαρδώνης].
Ο υποστηρικτής του «Κοινωνικού Συνδέσμου», με τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό, ήταν από εκείνους οι οποίοι ενίσχυαν συστηματικά και ακατάπαυστα με τα λιβελογραφήματά τους τον αναδυόμενο εθνολαϊκισμό στην αντιδυτική-«αντιφραγκική» εκδοχή του: τολμούσαν να ομιλούν για το υποτιθέμενο «μέγεθος της δυτικής υποκρισίας και αλητείας»!!! (Γιώργος Σκαμπαρδώνης, «Πατριαρχείο», εφημ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 4 Ιανουαρίου 1992)
Ο φθηνός εθνολαϊσμός δεν ορρωδεί προ καμίας ηθικής και πολιτικής αναστολής και ειρωνεύεται τους πολιτικούς ταγούς της χώρας ως «ευφυείς ηγέτες», το μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη τον αναφέρει ως «φιλέλληνα», ενώ τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη τον αποκαλεί κατά αναλογία «φιλελληνικότερο» γιατί διέπραξαν το «σφάλμα» να έχουν μια διαφορετική αντίληψη για τα ελληνοτουρκικά από ό,τι ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης, [Βλ. εφημ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 6 Φεβρουαρίου 1992, σ. 2]. Στην ίδια λογική ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Αθανάσιος Κανελλόπουλος αναφέρεται ως: «…ο πολύς αντιπρόεδρος…» - αμφισβητούσε ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης το πολιτικό και πνευματικό κύρος του Μωραΐτη πολιτικού ή αναφερόταν στο  βραχύσωμο δέμας του;
Άλλη μια απαρχή της «εντόσθιας σήψης»: ο ανεύθυνος δημόσιος λόγος αποψιλώνει κάθε στοιχείο νομιμοποίησης του πολιτικού – ο εκπρόσωπος του πολιτικού προσδιορίζεται ως κάτι «περιορισμένο»΄ στην εκδοχή της ιδιολέκτου της καθημερινής πολιτικής χυδαιότητας προσδιορίζεται τούτη η αποψίλωση με το χαρακτηρισμό «είναι λίγος».
Ο φόβος:  1992 - Η ελληνική κοινωνία έχει καταληφθεί από φόβο και πανικό: δε δύναται να αφομοιώσει  το ταχύτατα μεταβαλλόμενο περιβάλλον στον γεωγραφικό και πολιτικό περίγυρό της. Σε τούτη τη συνθήκη αναθάλλουν οι παλιές βεβαιότητες, επανακάμπτουν δριμύτερα τα παραγκωνισμένα στερεότυπα, αναπροβάλλουν από το περιθώριο παραγκωνισμένες μορφές ενός ανεπεξέργαστου λόγου: νέες διατάξεις, νέοι εχθροί και φίλοι, νέες συμφωνίες, νέες πολιτικές εννοιολογήσεις, νέες σημαίες, νέα ιδανικά, νέες φαντασιώσεις και νέες ιδεοληψίες – όλα τούτα τόσο παλιά νέα που δεν επιδέχονται καμία αμφισβήτηση.
Και στο βάθος ως βασική συνθήκη της δημόσιας ζωής η συρρίκνωση της λογικής και η κυριαρχία στο φαντασιακό του φόβου και της υποτιθέμενης έξωθεν διαρκούς επιβουλής: ο δημόσιος λόγος ολισθαίνει στην ασυνταξία και κάτω από την επιρροή των νέων ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας και της ασύδοτης χρήσης τους καταλήγει στο μούγκρισμα - είναι προφανές ότι όποιος μουγκρίζει φοβάται.
Το λιβελογραφικό ύφος του Γιώργου Σκαμπαρδώνη είναι αντιπροσωπευτικό: μουγκρίζει τους ενδόμυχους φόβους του συντηρητικού εθνικιστή, του «κεντρώου εξτρεμιστή». Όσο μεγαλώνει ο φόβος, τόσο μικραίνουν οι πολιτικοί ηγέτες, τόσο αποκτούν στο φαντασιακό του φοβισμένου την εικόνα του «φιλέλληνα», του «ανθέλληνα», του «προδότη»: οι «προδότες» και κατά αναλογία οι «Ελληναράδες» προκύπτουν σε ευθεία αναλογία με τους φοβισμένους εγκεφάλους – ο δρόμος προς την καρλσμιτιανή διάταξη «εχθρού-φίλου» άνοιγε διάπλατα. Από τη μια οι «φιλέλληνες», «ανθέλλληνες», «προδότες» πολιτικοί (μεταξύ αυτών πρωθυπουργοί της χώρας και μέλη κυβερνήσεων) και από την άλλη οι εκφραστές της λαϊκής φωνής, όπως ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης, οι οποίοι φαίνεται πως ακούνε περίεργες φωνές μέσα τους και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου: «…ακόμη και γιουσουφάκια θα μας ζητήσει να γίνουμε…». Ποιος; Ο τότε πρωθυπουργός της χώρας. Όχι πως θα απουσίαζε το μοτίβο του ιδιάζοντος ελληνικού ανδρισμού και της λεβεντιάς: στο φαντασιακό του φοβισμένου δημοσιογράφου η ηγεσία της ελληνικής κυβερνήσεως αναλαμβάνει ρόλο προαγωγού σε αρσενοκοιτία – οι διεθνείς πολιτικές σχέσεις ιδωμένες υπό το πρίσμα των φοβιών ενός εθνικιστή, της αντίληψής του περί ανδρισμού και , πιθανώς, μιας κάποιας φιλομοφυλικής διάστασης.
Λίγα χρόνια αργότερα ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος Παρασκευΐδης θα ανακαλύψει το νέο ρατσιστικό δίπολο, το οποίο διέπει τις σχέσεις της ελληνικής ορθόδοξης Ανατολής και της προτεστανικής-ρωμαιοκαθολικής Εσπερίας – Αγγλίας: από τη μια οι άνδρες με τα όλα τους και από την άλλη οι αρσενοκοίτες – η λεβεντιά εναντίον της ομοφυλοφιλίας.
Ας μην απορούμε  σήμερα όταν δηλώνει η μεταχρονολογημένη ελληνική εκδοχή του φύρερ, ότι αυτός και οι ακόλουθοί του αποτελούν την «μυστική δύναμη του γένους» - το παράλογο έχει αποχαλινωθεί πλήρως και επαίρεται…
Η μεγαλαυχία: Όσο ριζώνει ο φόβος, ψηλώνει η έπαρση, σμικρύνουν οι αντίπαλοι και φουντώνει η ανοησία: το παράλογο αντικαθιστά τη στοιχειώδη λογική.
Όταν απουσιάζουν οι ειδικές γνώσεις και η κατάλληλη παιδεία, το μείγμα αποκτά εκρηκτικά χαρακτηριστικά και η πραγματικότητα εμβιώνεται με σχεδόν τραυματικό τρόπο, με αποτέλεσμα ο  φοβικός να καλεί στα όπλα: «Μεταξύ του διογκούμενου ισλαμισμού και του παπισμού όντες, πρέπει να επιδείξουμε και την ανάλογη μαχητική επιδεξιότητα». [ Γιώργος Σκαμπαρδώνης, «Πατριαρχείο», εφημ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 4 Ιανουαρίου 1992]
Παντού εχθροί και κίνδυνοι…
Οι εκλεκτικές συγγένειες: Παντού εχθροί και κίνδυνοι εν έτει 1992 και στο βάθος το «κοινοβουλευτικό πραξικόπημα» του σημερινού πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και η πτώση της κυβέρνησης του «φιλελληνικότερου» -κατά τον Γιώργο Σκαμπαρδώνη- πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Το διαχρονικώς ενδιαφέρον στοιχείο: ο τότε υπουργός επί των Εξωτερικών και νυν πρωθυπουργός της χώρας Αντώνης Σαμαράς μοιραζόταν παρόμοιες «φιλοευρωπαϊκές», «φιλοδυτικές» ανησυχίες με τον Γιώργο Σκαμπαρδώνη: «…είναι χρήσιμο κάποτε να σκεφτεί ο κόσμος, μήπως υπήρχε στην περιοχή μας, μετά την κατάρρευση του κομουνισμού, η αρχή κάποιων νέων διαφοροποιήσεων; Μήπως δηλαδή εκεί που κάποτε τα Βαλκάνια η ευρύτερη περιοχή μας διαιρούντο εύκολα σε δυτικά και κομουνιστικά κράτη, τώρα πια ορισμένο κύκλοι [sic!] επιχειρούν να προκαλέσουν καινούργιες διαιρέσεις σε ζώνες θρησκευτικής ή οικονομικής επιρροής; Το ερώτημα είναι μεγάλο. Εμείς στο υπουργείο το έχουμε ήδη αναγάγει σε πρωταρχικό θέμα». [Συνέντευξη στο δημοσιογράφο Μιχάλη Στρατάκη, εφημ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, Τρίτη 7 Ιανουαρίου 1992]
Η εκλεκτική συγγένεια των φοβικών είναι εμφανής: ο «κοινοβουλευτικός πραξικοπηματίας» Αντώνης Σαμαράς και ο «κεντρώος εθνικιστής» Γιώργος Σκαμπαρδώνης εκφράζουν τους ίδιους ενδόμυχους φόβους – και οι δύο θα συμβάλλουν στο αμέσως επόμενο διάστημα στην εμπέδωση από ευρύτερα τμήματα του πληθυσμού της «εθνικιστικής ανορθογραφίας» και της «πολιτικής κακοφωνίας» που τη συνοδεύει.
Ο Αντώνης Σαμαράς αναδεικνύεται ως ο κύριος υπεύθυνος της πολιτικής πτώσης της Ελλάδας πίσω στην βαλκανική συνθήκη – η «αναβαλκάνιση» της χώρας είναι έργο δικό του και των «πραξικοπηματιών» συνοδοιπόρων του. Από την άλλη διάφοροι οργανικοί διανοούμενοι του αναδυόμενου καθεστώτος συνέβαλλαν με τη σειρά τους στην ανάδειξη του εθνολαϊκισμού σε κυρίαρχο ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα στη χώρα προς ανακούφιση των κλεπτοκρατών.
Σήμερα ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης του «Κοινωνικού Συνδέσμου» ξιφουλκεί κατά της «μεταπολίτευσης» για τα υποτιθέμενα δεινά, τα οποία επισώρευσε στη χώρα, ενώ ο Αντώνης Σαμαράς και το υπερσυντηρητικό του επιτελείο – δεσπόζουσα θέση σε αυτό κατέχουν άτομα που συμμετείχαν στο «κοινοβουλευτικό πραξικόπημα» του 1992-  έχουν ως προγραμματικό τους στόχο να εκριζώσουν ότι θυμίζει «μεταπολίτευση» και πρόοδο, με πρόσχημα τη «διάσωση» της πατρίδας.
Η σοσιαλιστική αριστερά οφείλει να δώσει τη δική της απάντηση: εγκαίρως και αποτελεσματικώς… Οι  «μυξοπροοδευτικοί»  του Γιώργου Σκαμπαρδώνη θα πρέπει να δηλώσουνε ενεργητικώς την πολιτική τους παρουσία.
Εκδήλωση: Στο πλαίσιο των «φιλοσοφικών νυκτηγοριών» ο Όμηρος Ταχμαζίδης θα παρουσιάσει την Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2013 στις 8 μ.μ. στο καφέ ΓΑΖΙΑ ( Καρόλου Ντηλ 22 – Θεσσαλονίκη) το θέμα: “Φιλοσοφία του ονείρου- παρατηρήσεις στο ομώνυμο βιβλίο του Γερμανού φιλοσόφου Christoph Tuercke”.
Η είσοδος είναι ελεύθερη
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ