Δευτέρα 22 Ιουνίου 2020

Οι σέξι κατάσκοποι, ο Πούτιν και τα δηλητήρια της KGB καθήλωσαν 7 εκατ. τηλεθεατές στο BBC

Ανταλλαγές κατασκόπων, σέξι πράκτορες, απειλές του Πούτιν  και  δηλητηρίαση από την  KGB - Η ιστορία για την επίθεση  στο Σόλσμπερι που έγινε σειρά του BBC και μαγνήτισε 7 εκατομμύρια τηλεθεατές.

Η δηλητηρίαση ενός Ρώσου κατασκόπου και της κόρης του σε βρετανικό έδαφος, στις 4 Μαρτίου του 2018, από μυστικούς πράκτορες  της Ρωσίας, έμοιαζε με επεισόδιο τηλεοπτικής κατασκοπικής σειράς. Για το BBC που  έκανε την τηλεοπτική μεταφορά της επίθεσης Ρώσων πρακτόρων στον πρώην διπλό κατάσκοπο για την Βρετανική ΜΙ6  στο Σόλσμπερι  της Νοτιοδυτικής Αγγλίας το 2018,  αποτελεί σίγουρα μια  από τις μεγαλύτερες επιτυχίες των τελευταίων ετών. Περισσότεροι από επτά εκατομμύρια θεατές παρακολούθησαν την καθηλωτική σειρά τριών επεισοδίων, με τίτλο «The Salisbury poisonings», που ολοκληρώθηκε το βράδυ της περασμένης Τρίτης. Μία πραγματική ιστορία, όπως αυτή, γεμάτη μυστικά, ίντριγκες, συνωμοσίες και κατασκοπεία αποτελεί άλλωστε πάντα το τέλειο υλικό για μια τηλεοπτική σειρά.

Δείτε το τρέιλερ της σειράς:



Για να καταλάβουμε πώς ένας άντρας και η κόρη του βρέθηκαν να βγάζουν αφρούς από το στόμα ενώ ήταν καθισμένοι σε ένα παγκάκι στο πάρκο του καθεδρικού ναού του Γουίλτσαιρ, έχοντας μολυνθεί με το δηλητήριο Νόβιτσοκ, πρέπει να επιστρέψουμε σε έναν «καυτό» διάδρομο στο αεροδρόμιο της Βιέννης πριν από δέκα χρόνια, στις 8 Ιουλίου 2010.

Όπως όλες οι καλές ιστορίες κατασκοπείας, μια φλογερή κοκκινομάλλα Ρωσίδα ήταν το κεντρικό πρόσωπο. Η Άννα Βασίλιεβνα Κουσιρένκο, γνωστή ως Άννα Τσάπμαν, που έβγαινε από ένα αμερικανικό αεροσκάφος, ήταν η φανερή πρωταγωνίστρια μιας από τις πιο σοβαρές ανταλλαγές κατασκόπων από την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Οι ΗΠΑ την αντάλλαξαν για τον Σεργκέι Σκρίπαλ και άλλους τρεις Ρώσους πράκτορες. Για τους Αμερικανούς και τους Βρετανούς, η ανταλλαγή θεωρήθηκε ως θρίαμβος. Για τη Ρωσία, και ιδιαίτερα για έναν άνθρωπο, τον Πούτιν, ήταν όμως ταπείνωση. Μόλις 11 ημέρες νωρίτερα, με τη βοήθεια ενός Ρώσου διπλού πράκτορα, το FBI είχε «σπάσει» ένα δίκτυο δέκα κατασκόπων της Μόσχας.

Η Άννα Τσάπμαν

Η εντυπωσιακή Τσάπμαν, πρώην υπάλληλος της Barclay’s Bank, της οποίας ο πρώην σύζυγος ήταν Βρετανός, είχε εγκατασταθεί από το 2009 στη Νέα Υόρκη, χρησιμοποιώντας το βρετανικό της διαβατήριο (λόγω του γάμου της) για να επιτύχει την έκδοση άδειας παραμονής και εργασίας στις ΗΠΑ. Εμφανιζόταν πως διαχειριζόταν ένα website αγοραπωλησίας ακινήτων σε όλον τον κόσμο. Αυτή φάνηκε πως ήταν το κεντρικό πρόσωπο της ανταλλαγής. Το Ρωσικό κατασκοπικό δίκτυο στις ΗΠΑ είχε προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί κάθε δυνατότητα που είχε για να αποτρέψει την αποκάλυψή του (πλαστές ταυτότητες, κώδικες επικοινωνίας, αόρατο μελάνι, κρυπτογραφημένες επικοινωνίες μέσω ασυρμάτου) χωρίς όμως επιτυχία.

Η αποστολή του δικτύου των Ρώσων κατασκόπων ήταν να στρατολογήσουν ακαδημαϊκούς, επιχειρηματίες και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και να κλέψουν μυστικά άμυνας και χρηματοδότησης. Το ξεδόντιασμα του δικτύου και οι συλλήψεις των κατασκόπων ήταν μεγάλος πονοκέφαλος για τη Μόσχα - και σε λιγότερο από δύο εβδομάδες είχε επιτευχθεί συμφωνία για την ανταλλαγή τους.

Για τους δύσπιστους σκληροπυρηνικούς πράκτορες της KGB, η συμφωνία ήταν κακή: οι δέκα πράκτορες χαμηλού επιπέδου θα ανταλλάσσονταν για τέσσερις διαβόητους «προδότες» που είχαν προκαλέσει ανείπωτη ζημιά στη Μητέρα Ρωσία. Μεταξύ αυτών ήταν ένας πρώην αξιωματικός της KGB, ένας πρώην συνταγματάρχης στο SVR - η έκδοση MΙ6 της Ρωσίας - και ένας ύποπτος που είχε πουλήσει μυστικά για πυρηνικά και άλλα όπλα στη Βρετανία. Ο τέταρτος ήταν ο Σκρίπαλ ένας συνταγματάρχης της μονάδας GRU (στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών) της Μόσχας που στη συνέχεια έγινε διπλός πράκτορας της Βρετανικής MI6.

Ο Σκρίπαλ

Στρατολογήθηκε τη δεκαετία του 1990 και είχε βοηθήσει στην αποκάλυψη δεκάδων Ρώσων πρακτόρων που δραστηριοποιούνταν στη Βρετανία και σε όλη την Ευρώπη. Την επόμενη ημέρα της ανταλλαγής, στις 9 Ιουλίου 2010, τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης προσπάθησαν να την εμφανίσουν ως νίκη της Ρωσίας με τίτλους όπως "Russia 10 - USA 4" , ότι δηλαδή η Ρωσία ήταν η κερδισμένη αυτής της ανταλλαγής. Στην πραγματικότητα κερδισμένες ήταν οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία.

Αλλά για τον τότε Ρώσο πρωθυπουργό, Βλαντιμίρ Πούτιν, δεν θα μπορούσε να υπάρχει παρά μόνον ένας νικητής: ο ίδιος...



Εκείνη την εποχή, ο Πούτιν είχε κάνει «ένα βήμα πίσω» και είχε φροντίσει ώστε ο συνεργάτης και σύμμαχός του Ντιμίτρι Μεντβέντεφ αναλάβει το αξίωμα του Προέδρου της Ρωσίας. Προς μεγάλη δυσαρέσκεια του Πούτιν ο Μεντβέντεφ καλλιέργησε μια πολιτική «απόψυξης» στις σχέσεις με τις ΗΠΑ – κάπως έτσι έφθασαν στην ανταλλαγή κατασκόπων, κάτι που, όχι απλώς δεν άρεσε στον Πούτιν, αλλά τον είχε κάνει έξαλλο με τον Μεντβέντεφ.

Δύο χρόνια αργότερα, ο Πούτιν θα επέστρεφε ως Πρόεδρος, μια θέση που εξακολουθεί να κατέχει, και θα ανατρέψει τις πολιτικές του Μεντβέντεφ. Αλλά, καθώς οι τέσσερις Ρώσοι που διέφυγαν στη Δύση εκείνη την ημέρα, γιόρταζαν την ελευθερία τους τσουγκρίζοντας ποτήρια με σαμπάνια και ουίσκι με αξιωματικούς του FBI κατά τη διάρκεια της πτήσης, ο Πούτιν δεν μπορούσε να κάνει κάτι για να σταματήσει την ανταλλαγή και αυτό τον είχε κάνει έξαλλο. Αυτοί οι Ρώσοι πράκτορες θα αποτελούσαν θησαυρό πληροφοριών για τους νέους χειριστές τους στη Δύση, δίνοντας παράλληλα ζωτική εικόνα από μέσα, στον τρόπο που σκέφτεται και λειτουργεί η Μόσχα.

Εν τω μεταξύ η Τσάπμαν γρήγορα έγινε διασημότητα, έκανε φωτογραφίσεις για περιοδικά για άντρες, δούλεψε σαν μοντέλο αλλά και στην τηλεόραση και έκανε περιοδείες δίνοντας ομιλίες. Την ίδια ώρα ο Σκρίπαλ και οι τρεις άλλοι κατάσκοποι που είχαν ανταλλαγεί, είχαν ανοίξει τα στόματά τους. Και τα είπαν όλα.

Η Τσάπμαν

Για τον Πούτιν, η προοπτική ήταν τρομακτική. Μέσα σε λίγες μέρες από την ανταλλαγή, έδωσε μια δραματική τηλεοπτική συνέντευξη Τύπου. Κοίταξε τις κάμερες με ορθάνοιχτα από τον θυμό μάτια και γρύλλισε έξαλλος: «Ένας άνθρωπος δίνει όλη του τη ζωή για την πατρίδα του και έπειτα κάποια καθάρματα προδίδουν αυτούς τους ανθρώπους… Πώς θα μπορέσουν να κοιτάξουν στα μάτια τα παιδιά τους αυτά τα γουρούνια; Αυτά τα τριάκοντα αργύρια της προδοσίας θα τους πνίξουν. Πιστέψτε με. Θα πρέπει να κρύβονται σε ολόκληρη τη ζωή τους - χωρίς να μπορούν να μιλούν με άλλους ανθρώπους ή με τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Ένα άτομο που επιλέγει αυτή τη μοίρα θα το μετανιώσει χίλιες φορές». Αυτό ήταν πραγματικά «το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου»…

Εν τω μεταξύ, ο Σκρίπαλ είχε εγκατασταθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μαζί με τη σύζυγό του Λουντμίλλα αγόρασαν ένα σπίτι και εγκαταστάθηκαν στην πόλη Σώλσμπερυ της Νοτιοδυτικής Αγγλίας. Ένα χρόνο αργότερα, η Λουντμίλλα πέθανε από καρκίνο.

Ο Σκρίπαλ

Ο Σκρίπαλ δεν είχε προσπαθήσει να ζει «αόρατος» στο Σόλσμπερι. Ίσως - λανθασμένα – θεώρησε πως η «επίσημη συγγνώμη» για το κατασκοπευτικό δίκτυο που δόθηκε από τη Ρωσία σήμαινε ότι δεν ήταν πλέον στόχος. Ήταν ακόμη και στους εκλογικούς καταλόγους της περιοχής του, που διατίθενται στο κοινό, κάτι αδιανόητο για έναν τέτοιου βεληνεκούς διπλό πράκτορα. Επίσης επικοινωνούσε με mail πολύ τακτικά με τα παιδιά του, τη Γιούλια και τον Σάσα, που και οι δύο ζούσαν τότε ακόμα στη Ρωσία.

Ωστόσο, όπως θα ανακαλύψει αργότερα η GCHQ (Government Communications Headquarters), μια μυστική υπηρεσία αντικατασκοπείας και ασφάλειας υπεύθυνη για θέματα πληροφοριών και ασφαλείας για την Κυβέρνηση και τις ένοπλες δυνάμεις του Ηνωμένου Βασιλείου) ο λογαριασμός email της Γιούλια είχε χακαριστεί από το 2013 από διακομιστές που συνδέονταν με ρωσικά κατασκοπευτικά δίκτυα. Η Ρωσία ήξερε ακριβώς πού ζούσε ο «προδότης» τους.

Ο Σκρίπαλ, που ονομαζόταν τώρα «Φόρθγουιθ», παρέμενε λάτρης της πατρίδας του, παρ΄όλο που είχε μείνει στη φυλακή έξι χρόνια καταδικασμένος για κατασκοπεία χάριν της Βρετανίας. Παρακολουθούσε ρωσική κρατική τηλεόραση από τον καναπέ του στο Σόλσμπερι και θρηνούσε για την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.

Δημόσια δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε –κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά- να διατηρήσει χαμηλό προφίλ. Είπε στους ντόπιους ότι ήταν το αφεντικό μιας μεγάλης κατασκευαστικής εταιρείας και ζούσε προηγουμένως στην Ισπανία, έπινε σκέτη βότκα σε παμπ και συχνά τον έβλεπαν να κάνει τον περίπατό του στο Σόλσμπερι ντυμένος με ένα ιδιαίτερο λευκό κοστούμι. Τα φιλαράκια του από εκείνη την εποχή θυμούνται ακόμη πως τους είπε ανοιχτά και χωρίς τον παραμικρό φόβο πως ήταν κατάσκοπος.

Αν και λίγοι τον πίστεψαν, εκείνος στην πραγματικότητα δούλευε ακόμα. Ταξίδευε συχνά στο εξωτερικό, ενημερώνοντας τις υπηρεσίες πληροφοριών και αντικατασκοπείας στην Τσεχική Δημοκρατία, την Εσθονία και την Ισπανία για την απειλή της GRU. Η δουλειά του, φυσικά με τις ευλογίες της ΜΙ6 θεωρείται ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αναζωπύρωση του μίσους εναντίον του – έτσι ξαναβρέθηκε στη σφηκοφωλιά…

Στις αρχές του 2018, η δίψα του Πούτιν για εκδίκηση επρόκειτο να σβηστεί μια για πάντα… Οι κατάσκοποί του είχαν εντοπίσει μια ευκαιρία να καταφέρουν ένα χτύπημα στον Σκρίπαλ που θα συγκλόνιζε όλο τον κόσμο. Είναι ανατριχιαστικό, αλλά το τελικό χτύπημα αποφασίσθηκε να είναι η δολοφονία του τελευταίου μέλους της οικογένειας του Σκρίπαλ που ήταν εν ζωή στέλνοντας ένα μήνυμα σε οποιονδήποτε σκέφτηκε ή θα σκεφτόταν ποτέ να προδώσει τη Ρωσία.

Ο γιος του Σκρίπαλ, ο Σάσα, είχε πεθάνει ένα χρόνο νωρίτερα από νεφρική νόσο, σε ηλικία μόλις 43 ετών. Όμως η κόρη του Γιούλια, 34 ετών, παρέμενε ένας εξαιρετικός στόχος. Σκόπευε να παντρευτεί τον σύντροφό της μετά από μακροχρόνια σχέση και είχε κλείσει μια πτήση της Aeroflot για το Λονδίνο, για να ζητήσει την έγκριση του μπαμπά της. Προσγειώθηκε στο Heathrow στις 3 Μαρτίου.

Ο Σκρίπαλ με την κόρη του, Γιούλια

Μία ημέρα νωρίτερα, ένα ζευγάρι Ρώσων πρακτόρων είχε επίσης πετάξει για το Λονδίνο. Την Παρασκευή 2 Μαρτίου, έφτασαν στο Γκάτγουικ και πήραν το τρένο για το Λονδίνο. Από εκεί πήραν ένα ταξί για την περιοχή του Bow, κάνοντας check in στο οικονομικό ξενοδοχείο City Stay.

Μια μέρα αργότερα πήγαν σε μια «διερευνητική αποστολή» στο Σόλσμπερι, όπου και έμειναν για δύο ώρες, πριν επιστρέψουν στο Λονδίνο. Την Κυριακή 4 Μαρτίου, καθώς ο Σκρίπαλ με την κόρη του γιόρταζαν την επανένωσή τους, οι δύο εκτελεστές, ταξίδεψαν ξανά στο Σόλσμπερι. Αυτή τη φορά για να πραγματοποιήσουν το τελικό χτύπημα, χρησιμοποιώντας ένα μπουκάλι αρώματος Nina Ricci Premier Jour γεμάτο δηλητήριο Νόβισοκ, για να ψεκάσουν με αυτό τη λαβή της εξώπορτας του σπιτιού του Σκρίπαλ.

Αφού ψέκασαν με το δηλητήριο την εξώπορτα, έφυγαν σαν κύριοι και μέσα σε λίγες ώρες, ταξίδευαν για τη Ρωσία, έχοντας πετάξει το μπουκάλι του αρώματος σε μια γωνιά του δρόμου στο Σόλσμπερι. Το βρήκε ένας άντρας και το προσέφερε στην φίλη του και μητέρα τριών παιδιών Ντον Στάργκες, αγνοώντας φυσικά το περιεχόμενό του. Η γυναίκα προσβλήθηκε από το δηλητήριο και πέθανε λίγο αργότερα.

Η Ντον Στάργκες

Ο Σκρίπαλ και η κόρη του άνοιξαν την πόρτα του σπιτιού, άγγιξαν τη δηλητηριασμένη λαβή της εξώπορτας, προσβλήθηκαν από το δηλητήριο και έτσι, αργότερα, όταν αυτό είχε πια επενεργήσει, βρέθηκαν καθισμένοι στο παγκάκι του πάρκου βγάζοντας αφρούς από το στόμα.

Το παγκάκι

Αν και οι δύο πράκτορες ουσιαστικά τα θαλάσσωσαν, αφού άφησαν τόσα πολλά ίχνη πίσω τους ώστε η η Scotland Yard μπόρεσε να χαρτογραφήσει ολόκληρη τη διαδρομή τους μέσω της Βρετανίας, στη Ρωσία πανηγυρίζουν - ειδικά ο Πούτιν.

Οι δύο πράκτορες αργότερα εμφανίστηκαν στη ρωσική τηλεόραση για να δικαιολογήσουν το ταξίδι τους. Χρησιμοποίησαν ψεύτικα ονόματα και ισχυρίστηκαν πως δεν ήταν πράκτορες αλλά απλοί τουρίστες, που ήθελαν να επισκεφθούν το όμορφο Σόλσμπερι, να δουν τον καθεδρικό ναό του γοτθικού στιλ και να επισκεφθούν το κοντινό Στόουνχετζ. Στην πραγματικότητα είχαν σταλεί από την παλιά μονάδα πληροφοριών GRU του Σκρίπαλ. Αργότερα αποκαλύφθηκε η πραγματική τους ταυτότητα: συνταγματάρχης Ανατόλι Τσεπίγκα και Αλεξάντερ Μισκίν. Και οι δύο έλαβαν το βραβείο «Ήρωας της Ρωσίας» - που τους έδωσε ο ίδιος ο Πούτιν. Ο ερευνητικός ιστότοπος Bellingcat ήταν αυτός που εξακρίβωσε και αποκάλυψε την πραγματική τους ταυτότητα.

Ο συνταγματάρχης Ανατόλι Τσεπίγκα και ο Αλεξάντερ Μισκίν

Βρίσκονται στη Ρωσία απ΄όπου είναι απίθανο να φύγουν ποτέ καθώς η Interpol έχει εκδώσει κόκκινο συναγερμό με κατηγορίες που συμπεριλαμβάνουν απόπειρα δολοφονίας και χρήση χημικού όπλου.

Ενώ ο Σκρίπαλ και η Γιούλια κατάφεραν να επιβιώσουν μέσα από μια αργή και οδυνηρή ανάρρωση ο Πούτιν είπε για τον Σκρίπαλ τον Οκτώβριο του 2018: «Είναι απλώς προδότης της χώρας του. Είναι απλώς σκουπίδια , τίποτε άλλο».

Οι Σκρίπαλ – πατέρας και κόρη- σύμφωνα με πληροφορίες έχουν μετακομίσει από τότε στη Νέα Ζηλανδία και έχουν ξεκινήσει καινούργια ζωή με με νέες ταυτότητες. Πρέπει να ελπίζουν ότι ο Πούτιν - ακόμα διψασμένος για εκδίκηση – δε θα τους βρει. Όλα όσα βίωσαν ίσως τους κάνουν πολύ προσεκτικούς στη νέα τους πατρίδα...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ