Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

ΟΧΙ ΣΤΙΣ ΑΥΘΑΙΡΕΣΙΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ - ΝΑ ΣΥΓΚΛΗΘΕΙ ΕΚΤΑΚΤΑ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Η δημοτική παράταξη «ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ-ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ» ζητεί να συγκληθεί το Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης σε έκτακτη συνεδρίαση για  τους παρακάτω ιδιαίτερα σοβαρούς λόγους:
Επειδή
1) την Τετάρτη 17/12/2014, η Οικονομική Επιτροπή με απόφασή της παρέπεμψε  στο ΔΣΘ την 7850/15.12.2014 απόφαση του Δημάρχου να ασκήσει έφεση κατά της 3115/2014 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών , κατά πέντε εργαζομένων στην Κοινοφελή Επιχείρηση Τεχνών και Αθλητισμού (ΚΕΤΑ), με την οποία αναγνωρίστηκαν οι  συμβάσεις τους ως αορίστου χρόνου, αγνοώντας αντίθετη  σχετική απόφαση του ΔΣΘ και περιφρονώντας το Δημοτικό Συμβούλιο ως το αρμόδιο αποφασιστικό όργανο.
2) η Οικονομική Επιτροπή κατά την παραπάνω συνεδρίαση  παρέπεμψε  στο Δημοτικό Συμβούλιο να αποφασίσει αν θα ασκήσει ή όχι  αναίρεση κατά της  τελεσίδικης 2190/2014 αντίστοιχης απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που δικαίωσε και αυτή άλλον εργαζόμενο του Δήμου στην ίδια επιχείρηση.
3) το ΔΣΘ με σχετικές  αποφάσεις του έκρινε ότι η παροχή της εργασίας των συμβασιούχων –εναγόντων είναι ιδιαιτέρως σημαντική για την κανονική λειτουργία του Δήμου, αφού πρόκειται για άτομα που από τη δεκαετία του 1990 κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες
4) το παραπάνω θέμα είναι ιδιαίτερης σοβαρότητας καθώς άπτεται  της διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης,
ΖΗΤΟΥΜΕ
Για την αποκατάσταση της Δημοκρατικής λειτουργίας του Δήμου και το σεβασμό των αποφάσεων του ΔΣΘ,
Την έκτακτη σύγκληση του Δημοτικού Συμβουλίου ώστε
Α. να επιβεβαιώσει  ότι εμμένει στις αρχικές αποφάσεις του ότι δεν θα ασκήσει ένδικα μέσα κατά των συμβασιούχων οι οποίοι είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία του Δήμου, όπως επανειλημμένα έχει αποφανθεί το Δημοτικό Συμβούλιο και η Δικαιοσύνη
Β. να αποφασίσει ότι θα προσβάλει με κάθε νόμιμο τρόπο την  απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης, που ακύρωσε την  απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου.
Γ. να καταδικάσει τη μονομερή και αυθαίρετη 7850/2014  απόφαση του Δημάρχου να ασκηθεί έφεση κατά της 3115/2014 απόφασης που δικαίωσε τους εργαζόμενους και  να παραιτηθεί από το δικόγραφο της  σχετικής έφεσης
Ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης  έχει  πρωταρχική υποχρέωση  να  λειτουργεί ως πρώτος μεταξύ ίσων και όχι ως  «δήμαρχος αφέντης», να υπερασπίζεται τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αυτοτέλεια της Τοπικής Αυτοδιοίκησης  κα να μη λειτουργεί ως διεκπεραιωτής της ανάλγητης  μνημονιακής πολιτικής της συγκυβέρνησης. Και όλα αυτά μάλιστα τη στιγμή που ήδη διώκονται πειθαρχικά  δημοτικοί σύμβουλοι-μέλη της Οικονομικής Επιτροπής, επειδή εφάρμοσαν τις αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου και υπερασπίστηκαν το δικαίωμα στην εργασία και την εύρυθμη λειτουργία του Δήμου.
Θεσσαλονίκη 22/12/2014
Η ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ
Της «ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ-ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ»

ΝΟΜΙΚΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΤΟΥ ΑΙΤΗΜΑΤΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ  ΕΚΤΑΚΤΗ ΣΥΓΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

1. Σύμφωνα με το N.3852/2010 (Καλλικράτης) Αρθρο: 72 Οικονομική επιτροπή - Αρμοδιότητες , όπως αυτό ισχύει σήμερα,  (- Το εδάφιο ιδ' της παρ. 1 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 5 του ν. 4071/2012 (ΦΕΚ Α΄ 85/11.4.2012).
«1. Η οικονομική επιτροπή είναι όργανο παρακολούθησης και ελέγχου της οικονομικής λειτουργίας του δήμου. Ειδικότερα έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α) συντάσσει τον προϋπολογισμό του δήμου, ………. ιβ) αποφασίζει για την υποβολή προσφυγών στις διοικητικές αρχές, ιγ) αποφασίζει για την άσκηση όλων των ενδίκων βοηθημάτων και των ενδίκων μέσων, "ιδ) αποφασίζει για το δικαστικό συμβιβασμό και τον εξώδικο συμβιβασμό ή κατάργηση δίκης που έχουν αντικείμενο μέχρι του ποσού των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και εισηγείται στο δημοτικό συμβούλιο για τον εξώδικο συμβιβασμό ή την κατάργηση δίκης που έχουν αντικείμενο που υπερβαίνει το παραπάνω ποσό", ιε) αποφασίζει για την πρόσληψη πληρεξουσίου δικηγόρου και για την ανάκληση της πληρεξουσιότητάς του, σε όσους δήμους, είτε δεν έχουν προσληφθεί δικηγόροι, με μηνιαία αντιμισθία, είτε αυτοί που έχουν προσληφθεί δεν έχουν δικαίωμα να παρίστανται σε ανώτατα δικαστήρια. Μπορεί επίσης να αναθέτει την παροχή γνωμοδοτήσεων, μόνο εφόσον δεν έχουν προσληφθεί δικηγόροι, με μηνιαία αντιμισθία. Με απόφασή της είναι δυνατή, κατ' εξαίρεση, η ανάθεση σε δικηγόρο, εξώδικου ή δικαστικού χειρισμού, ανά υπόθεση, ζητημάτων, τα οποία έχουν ιδιαίτερη σημασία για τα συμφέροντα του δήμου και απαιτούν εξειδικευμένη γνώση ή εμπειρία. Στις περιπτώσεις αυτές η αμοιβή του δικηγόρου ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 281 του Κ.Δ.Κ..
2. Για τις περιπτώσεις ιβ', ιγ' και ιδ' της προηγούμενης παραγράφου, η απόφαση λαμβάνεται ύστερα από γνωμοδότηση δικηγόρου, η ανυπαρξία της οποίας συνεπάγεται ακυρότητα της σχετικής απόφασης. Προκειμένου για μισθολογικές απαιτήσεις, κάθε μορφής, περιλαμβανομένων και των επιδομάτων, δεν είναι δυνατή η παραίτηση από την άσκηση ενδίκων μέσων, ο δικαστικός ή εξώδικος συμβιβασμός και η κατάργηση δίκης, εκτός από τις περιπτώσεις που το νομικό ζήτημα έχει κριθεί με απόφαση ανωτάτου δικαστηρίου. Η παρούσα ρύθμιση ισχύει και όταν αποφασίζει, σχετικά, το δημοτικό συμβούλιο, λόγω υπέρβασης του αντικειμένου των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ της περίπτωσης ιδ' της προηγούμενης παραγράφου.
3. Το δημοτικό συμβούλιο μπορεί, για θέματα ιδιαίτερα σοβαρά, με ειδική αιτιολογία, και με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του να αποφασίζει ότι θα ασκήσει το ίδιο αρμοδιότητες των προηγούμενων παραγράφων.
4. Η οικονομική επιτροπή με ειδική απόφαση που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών της μπορεί να παραπέμπει συγκεκριμένο θέμα της αρμοδιότητάς της στο δημοτικό συμβούλιο για τη λήψη απόφασης, εφόσον κρίνει ότι αυτό επιβάλλεται από την ιδιαίτερη σοβαρότητά του.»

Σύμφωνα με το Αρθρο 58 του ιδίου ως ανω νόμου, όπως αυτό ισχύει σήμερα
Αρμοδιότητες του δημάρχου ( Η περ. ι στην παρ. 1 προστέθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 44 του ν. 3979/2011 (Α΄ 138/16.6.2011). «ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ , ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
1. Ο δήμαρχος προασπίζει τα τοπικά συμφέροντα, κατευθύνει τις δράσεις του δήμου για την υλοποίηση του σχεδίου ανάπτυξης, διασφαλίζει την ενότητα της τοπικής κοινωνίας και ασκεί τα καθήκοντά του με γνώμονα τις αρχές της διαφάνειας και της αποτελεσματικότητας. Ειδικότερα, ο δήμαρχος:
α) Εκπροσωπεί το δήμο στα δικαστήρια και σε κάθε δημόσια αρχή. β) Εκτελεί τις αποφάσεις του δημοτικού συμβουλίου, της οικονομικής και της επιτροπής ποιότητας ζωής. H μη εκτέλεση των αποφάσεων αυτών συνιστά σοβαρή πειθαρχική παράβαση καθήκοντος.………. 2. Όταν δημιουργείται άμεσος και προφανής κίνδυνος ή απειλείται άμεση ζημία των δημοτικών συμφερόντων από την αναβολή λήψης απόφασης, ο δήμαρχος μπορεί να αποφασίσει για θέματα που ανήκουν στην αρμοδιότητα της οικονομικής ή της επιτροπής ποιότητας ζωής. Στην περίπτωση αυτή οφείλει να υποβάλει προς έγκριση τη σχετική απόφασή του κατά την επόμενη συνεδρίαση της αντίστοιχης επιτροπής. 3…4. Στις περιπτώσεις που ο δήμαρχος εκτελεί αποφάσεις σύμφωνα με τη ρύθμιση του εδαφίου β' της παραγράφου 1 του παρόντος, δεν υπέχει αστική, ποινική και πειθαρχική ευθύνη, εφόσον αυτές δεν έχουν ακυρωθεί, ανακληθεί ή ανασταλεί…».

2. Την 13-11-2014 επιδόθηκε στον Δήμο Θεσσαλονίκης η υπ’ αριθμ. 3115/2014
απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα Εργατικών Διαφορών) με
την οποία έγινε πρωτοδίκως δεκτή για πέντε (5) από τους συνολικά είκοσι τέσσερις
(24) ενάγοντες η από 03-06-2011, με γενικό αριθμό κατάθεσης 101947/2011 και
αριθμό κατάθεσης δικογράφου 3199/2011 αγωγή. Με την ως άνω απόφαση, η εν λόγω αγωγή έγινε δεκτή ως  προς  πέντε από τους ενάγοντες και αναγνωρίσθηκε ότι οι συγκεκριμένοι ενάγοντες συνδέονται με τον εναγόμενο Δήμο Θεσσαλονίκης με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και ότι η καταγγελία των συμβάσεων εργασίας τους είναι άκυρη. Επίσης, με την ως άνω απόφαση, υποχρεώθηκε ο Δήμος Θεσσαλονίκης να δέχεται τις υπηρεσίες των εν λόγω εναγόντων. Περαιτέρω, κατ’ αποδοχή της προφορικώς επ’ ακροατηρίου και με τις προτάσεις ασκηθείσης αίτησης ασφαλιστικών μέτρων των εναγόντων, ο Δήμος Θεσσαλονίκης υποχρεώθηκε να αποδέχεται προσωρινά την προσηκόντως προσφερόμενη εργασία των συγκεκριμένων εναγόντων (2η, 8η, 11ο, 12ο, 21ο) .

3.  Η  Οικονομική Επιτροπή του Δήμου Θεσσαλονίκης, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της με  την  υπ’ αρ. 1893/26-11-2014 ειδική απόφασή της, σχετικά με την άσκηση ή μη ένδικου μέσου κατά της ως άνω 3115/14 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, παρέπεμψε  το θέμα στο Δημοτικό Συμβούλιο κατ' εφαρμογή του ως ανω άρθρου 72 παρ. 4 του Ν. 3852, δεδομένου ότι προγενέστερες σχετικές αποφάσεις του δημοτικού συμβουλίου (64/2011, 142/2011, 204/2012, 332/2012, 749/2013, 1312/2013 και 1416/13) δεν περιγράφουν με σαφή τρόπο τη θέση του δήμου στην προκειμένη περίπτωση, όπως είχε τεθεί με την απόφαση 1560/18-10-2013 με την οποία ρητά αποφασίσθηκε η μη άσκηση τακτικών ή έκτακτων ένδικων μέσων κατά της απόφασης 2566/2013, καθώς και της απόφασης που εκδόθηκε επί της με αριθμό κατάθεσης 100036/3419/2013 αγωγής, όπως επίσης και της υπ’ αριθ. 1370/18-11-2014 Απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Θεσσαλονίκης. Η Οικονομική Επιτροπή κατέληξε στην ως άνω απόφασή της αφού έλαβε υπ΄ όψη, ως όφειλε την  υπ' αρ. 91734/3848/2014, γνωμοδότηση της Δ/νσης Νομικής Υποστήριξης, η οποία μεταξύ των άλλων, εισηγήθηκε  τα ακόλουθα:
«Εν σχέσει με την δυνατότητα ασκήσεως ή μη εφέσεως κατά της ανωτέρω απόφασης θέτουμε υπόψη σας τα εξής: «1…2.. 3. Στην προκειμένη περίπτωση, ο εναγόμενος Δήμος Θεσσαλονίκης (καθολικός διάδοχος της Κ.Ε.Τ.Α. Δήμου Θεσσαλονίκης) με την καταχωρισθείσα στα πρακτικά επ’ ακροατηρίου δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του, καθώς και με τις έγγραφες προτάσεις του, δυνάμει της υπ’ αριθμ. 1616/13-11-2013 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής, αποδέχθηκε την εν λόγω αγωγή κατ’ άρθρο 298 ΚΠολΔ. Η ως άνω απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής προσκομίσθηκε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Με βάση τα ανωτέρω δεδομένα, τυχόν άσκηση εφέσεως από μέρους του Δήμου Θεσσαλονίκης κατά της υπ’ αριθ. 3115/2014 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, πιθανολογείται ότι δεν θα ευδοκιμούσε, λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος.».

Σε σχέση με το νομικό ζήτημα εάν είναι  ή όχι υποχρεωτική, σύμφωνα με το νόμο, η άσκηση ενδίκων μέσων κατά της ανωτέρω αποφάσεως, εκ μέρους του Δήμου, κατατέθηκε η παλαιότερη άποψη της ΔΝΔΘ, επί παρομοίων δικαστικών υποθέσεών του, κατά την  οποία και σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στο ως άνω άρθρο  72 παρ. 1 ιγ΄ και Ν. 3852/10, κατ' αρχήν η άσκηση ενδίκων μέσων κατά δικαστικών αποφάσεων δεν είναι υποχρεωτική για τους Δήμους, αλλά αφού σταθμισθούν τα δεδομένα της κάθε περίπτωσης και το συμφέρον του Δήμου, η Οικονομική Επιτροπή αποφασίζει ελεύθερα αν θα ασκηθούν ή όχι ένδικα μέσα κατά δικαστικής αποφάσεως. Εξαίρεση εισάγεται μόνον για διαφορές που έχουν ως αντικείμενο πάσης φύσεως μισθολογικές απαιτήσεις και επιδόματα, για τις οποίες ο νομοθέτης θέλησε η άσκηση ενδίκων μέσων να είναι υποχρεωτική, πλην εκείνων για τις οποίες το νομικό ζήτημα έχει ήδη κριθεί με απόφαση ανωτάτου δικαστηρίου.
«..Στην προκειμένη περίπτωση από το δικόγραφο της συγκεκριμένης από 03-06-2011 αγωγής, αλλά και από το περιεχόμενο της επ’ αυτής εκδοθείσης υπ’ αριθμ.3115/2014 δικαστικής αποφάσεως προκύπτει ότι το αντικείμενο της συγκεκριμένης δίκης αφορούσε στην αναγνώριση της φύσης των σχέσεων εργασίας των εναγόντων, ως σχέσης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και στην υποχρέωση του Δήμου Θεσσαλονίκης (καθολικού διαδόχου της Κ.Ε.Τ.Α. του Δήμου Θεσσαλονίκης) να αποδέχεται τις υπηρεσίες των εναγόντων, στην ίδια θέση που τους απασχολούσε μέχρι τον κρίσιμο χρόνο. Η ένδικη υπόθεση δεν είχε ως αντικείμενο «μισθολογικές απαιτήσεις» και «επιδόματα» και η αντίστοιχη διαφορά δεν γεννήθηκε επειδή αμφισβητήθηκε η ύπαρξη ή η έκταση αξίωσης των εναγόντων για παρόμοιες απαιτήσεις. Για το λόγο αυτό και το κύριο αίτημα της αντίστοιχης αγωγής δεν είχε ως περιεχόμενο την αναγνώριση και καταψήφιση «μισθολογικών απαιτήσεων», κατά την έννοια των διατάξεων που προαναφέρθηκαν. Πρόκειται δηλαδή για περίπτωση σαφώς διαφορετική από εκείνες με τις οποίες επιδιώκεται επιδίκαση χρηματικών απαιτήσεων από μισθούς ή επιδόματα, για τις οποίες περιοριστικά και μόνον ο νομοθέτης θέλησε υποχρεωτική την άσκηση ένδικων μέσων (άρθρ. 72 παρ. 2 ν. 3852/2010) και οποιαδήποτε αντίθετη παραδοχή θα οδηγούσε, σε ανεπίτρεπτη και αντίθετη προς το γράμμα του νόμου διεύρυνση του ανωτέρω περιοριστικώς καθοριζομένου πεδίου εξαίρεσης και σε μη νόμιμο περιορισμό των τακτικών αρμοδιοτήτων της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου..»

Με την 1404/1.12.2014 πλήρως τεκμηριωμένη απόφασή του το Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης, κατά πλειοψηφία απεφάσισε λόγω της σπουδαιότητας του θέματος, για τους λόγους που προαναφέρθησαν, την άσκηση εκ μέρους του της συγκεκριμένης αρμοδιότητας της Οικονομικής Επιτροπής και ενέκρινε την μη άσκηση έφεσης από τον Δήμο Θεσσαλονίκης κατά της υπ' αρ. 3115/2014 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.

4. Με την 115153/11.12.2014 απόφασή του ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης» κ. Αθανάσιος Καρούντζος, καθ΄έξιν πλέον μετά την ακύρωση των 1881 και  1993/2013   παρόμοιων αποφάσεων της Οικονομικής Επιτροπής ΔΘ, καταργώντας πλέον κατά σύστημα την όποια αυτοτέλεια έχει απομείνει στην τοπική αυτοδιοίκηση, ακύρωσε την ως άνω 1404/2014 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Θεσσαλονίκης με την οποία εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία η μη άσκηση έφεσης από το Δήμο Θεσσαλονίκης κατά της ως άνω αριθμ. 3115/14 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, για τους λόγους που αναφέρονται στο σκεπτικό της, επικαλούμενος, όχι μόνον τον ισχύοντα νόμο, όπως αυτός ήδη αναλυτικά εκτέθηκε, αλλά  κυρίως εγκυκλίους του Υπουργείου  Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, και συγκεκριμένα τα αριθμ. οικ. 129/31.12.2013, οικ. 50410/7.9.2010 και οικ. 58097/7.10.2010 έγγραφα του, τα αριθμ.2/54630/0022/2.10.2006 και 2/61256/0022/29.8.2011 έγγραφα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και την αριθμ. 273/2008 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.


5. Εν συνεχεία ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης με την 7850/15.12.2014 απόφασή του, συμμορφούμενος με  την ως άνω 115153/11.12.2014  απόφαση του Γενικού Γραμματέα Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης» κ. Αθανάσιου Καρούντζου, ενεργώντας αντίθετα με την ειλημμένη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου,  έδωσε εντολή ώστε να ασκηθεί έφεση ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών κατά της ως άνω 3115/2014 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και των πέντε εκ των εναγόντων, για τους οποίους έγινε δεκτή η ένδικη αγωγή τους.

Ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του, στην πραγματικότητα αποδέχθηκε και συνήργησε στην προσπάθεια και τις λογικές του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης» κ. Αθανάσιου Καρούντζου να καταλυθεί η δημοκρατική  λειτουργίας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αποδεχόμενος στην πραγματικότητα, όσα παρά το νόμο επικαλέσθηκε και ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης», όπως αυτά άλλωστε επαναδιατυπώθηκαν στη σχετική εισήγηση του ειδικού νομικού συμβούλου του.

Τα επικαλούμενα έγγραφα, τόσο από τον Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης» κ. Αθανάσιο Καρούντζο, και τελικά και από τον Δήμαρχο, δεν νομιμοποιούν σε καμία περίπτωση το Δήμαρχο να αποφασίσει μονομερώς , παρακάπτοντας την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, με πρόσχημα  την προστασία των μελών του ή άλλων υπηρεσιακών παραγόντων  από μελλοντικές πιθανές διώξεις, αποδεχόμενος στην πραγματικότητα πρόθεση για παράνομες αποφάσεις εκ μέρους των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου, προεξοφλώντας μάλιστα με τα νομικά ερείσματα του Γενικού Γραμματέα κ. Καρούντζου την παρανομία της απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου και υιοθετώντας την απόφαση ακύρωσής της. Συγκεκριμένα τα επικαλούμενα έγγραφα έχουν ως εξής: α.  Η υπ΄αριθμ.  πρωτ. οικ. 129/31-12-2013 εγκύκλιος του Υπουργός Εσωτερικών, με την υπ’ οποία , εκθέτει, μεταξύ άλλων, ότι η μέσω παρόμοιων δικαστικών αποφάσεων κατάταξη συμβασιούχων σε προσωποπαγείς θέσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των αντίστοιχων φορέων, αποτελεί καταστρατήγηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου συστήματος προσλήψεων του Ν. 2190/94, όπως ισχύει και για τους φορείς αυτούς και επιβαρύνει τους προϋπολογισμούς τους με μη προγραμματισμένες δαπάνες και τονίζει, καταλήγοντας, ότι «οι ΟΤΑ και τα νομικά τους πρόσωπα έχουν καθήκον να προασπίζονται τα συμφέροντά τους μέχρις εξαντλήσεως των ενδίκων μέσων και βοηθημάτων και σε κάθε στάδιο των δικών αυτών» και ότι στην περίπτωση που οι δήμοι δεν εξαντλούν τα ένδικα μέσα στις αντίστοιχες δικαστικές διαφορές, οι Αποκεντρωμένες Διοικήσεις θα πρέπει να ενεργοποιήσουν τις διατάξεις περί αναζήτησης πειθαρχικής ευθύνης αιρετών και θα πρέπει να εξετάζεται η δυνατότητα παραπομπής στον εισαγγελέα για διερεύνηση διάπραξης ποινικού αδικήματος.
Δηλαδή, από το περιεχόμενο της εν λόγω εγκυκλίου, προκύπτει με αυθαίρετες ερμηνείες, όχι μόνο του γράμματος του νόμου αλλά και αυτών των δικαστικών αποφάσεων,  χωρίς ωστόσο να αιτιολογείται, ότι ο Υπουργός υιοθετεί την άποψη ότι δικαστικές διαφορές, όπως οι εν λόγω, υπάγονται εξ ορισμού στην εξαίρεση που εισάγεται με τη διάταξη της παρ. 2 του αρθ. 72 ν. 3852/2010 και ότι οι Δήμοι υποχρεούνται σε κάθε περίπτωση εκ του νόμου να εξαντλούν τα προβλεπόμενα ένδικα μέσα. β.  Το αριθμ. οικ. 50410/7.9.2010 έγγραφο του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης καιΗλεκτρονικής Διακυβέρνησης αναφέρεται επίσης ότι: “... Επισημαίνεται ότι οι ΟΤΑ οφείλουν να εξαντλούν τα ένδικα μέσα ... σύμφωνα και με το ΑΠ 2/54630/0022/2.10.2006 έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ... ”, γ. το αριθμ. 2/54630/0022/2.10.2006 έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, όπου υπογραμμίζεται ότι: “2. ... οι Δημόσιες Υπηρεσίες, τα Ν.Π.Δ.Δ. και οι Ο.Τ.Α., οφείλουν, κατ' αρχήν να παρίστανται στις αναφυόμενες δίκες για την προάσπιση των θέσεων τους, τηρώντας όλες τις προθεσμίες που προβλέπονται από τις οικείες διατάξεις και ασκώντας μέχρις εξαντλήσεως τα ενδεδειγμένα ένδικα μέσα και βοηθήματα σε κάθε στάδιο των δικών αυτών, καθώς και στις δίκες περί την εκτέλεση.” και “5. ... σύμφωνα με το άρθρο 60 παρ. 1 εδ. η του π.δ. 30/1996 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, και τα άρθρα 103 παρ. 3 του ν. 3463/2006 και 27 παρ. 6γ του ν. 3013/2002 (ΦΕΚ 102Α), δεν είναι δυνατή η παραίτηση από την άσκηση ενδίκων μέσων, ο δικαστικός και εξώδικος συμβιβασμός και η κατάργηση δίκης σε κάθε μορφής μισθολογικές απαιτήσεις.”. Το εν λόγω έγγραφο καταλήγει: “Επισημαίνεται ότι η μη τήρηση των προαναφερόμενων επισύρει διοικητικές, ποινικές και πειθαρχικές κυρώσεις σύμφωνα με τις προβλεπόμενες διατάξεις.”. Σε κάθε περίπτωση πάντως οι ως άνω οδηγίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, αναφέρονται ρητά και περιοριστικά, χωρίς να αφήνονται περιθώρια άλλης ερμηνείας σε δίκες κάθε μορφής μισθολογικών απαιτήσεων και μόνον.

Το δε αριθμ. 2/61256/0022/29.8.2011 έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ορίζει ότι: “... Τονίζεται ότι η υποχρέωση άσκησης των προβλεπόμενων ενδίκων μέσων για την προάσπιση των συμφερόντων του Δημοσίου, όπως σας έχουμε γνωρίσει με την αριθμ. 2/54630/0022/2.10.2006 εγκύκλιό μας, εξακολουθεί να ισχύει, στο πλαίσιο βέβαια της υφιστάμενης νομοθεσίας, ήτοι κατόπιν της τροποποίησης του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 «Κωδικοποίηση Νόμων για το ΣτΕ» (ΦΕΚ 8Α) με τις διατάξεις του άρθρου 35 του ν. 3772/2009 (ΦΕΚ 112Α) και του άρθρου 12 παρ. 1 του Ν. 3900/2010 (ΦΕΚ 213Α) αναφορικά με το παραδεκτό της αίτησης αναίρεσης, όπως και των άρθρων 92 και 285 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας με τις όμοιες των
άρθρων 10 και 37, του ν. 3659/2008 (ΦΕΚ 77Α) αναφορικά με τις προσβαλλόμενες με έφεση δικαστικές αποφάσεις και την παύση ισχύος της αναστολής εκτέλεσης των τελεσίδικων, αντίστοιχα.”
Το αριθμ. οικ. 58097/7.10.2010 έγγραφο του Υπουργείου Εσωτερικών,
Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, απαντώντας σε κοινοβουλευτική ερώτηση, αναφέρει και πάλι ότι: “... οι ΟTA οφείλουν να εξαντλούν τα ένδικα μέσα ώστε να μην καθίστανται τελεσίδικες οι σχετικές αποφάσεις, σύμφωνα με το ΑΠ: 2/54630/0022/2.10.2006 έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.”.
Σχετική είναι και η αναφορά στην αριθμ. 113/2008 Πράξη του Ι Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με την οποία: “... πρόθεση του νομοθέτη ήταν η απόλυτη απαγόρευση συμβιβασμού και κατάργησης δίκης σε μισθολογικές διαφορές μεταξύ των Δήμων και των υπαλλήλων τους και η εξάντληση των προβλεπόμενων από τη νομοθεσία ενδίκων βοηθημάτων και μέσων, ώστε να αποφεύγεται η ενδοτική αντιμετώπιση των σχετικών υπαλληλικών αιτημάτων από τις δημοτικές αρχές και η επιβάρυνση του δημοτικού προϋπολογισμού.”
Τα ως ανω έγγραφα αποτελούν διοικητικές πράξεις- εγκύκλιοι, έχει  δε κριθεί    επανειλημμένα, ότι μία εγκύκλιος δεν αποτελεί κανόνα δικαίου και στερείται δεσμευτικού χαρακτήρα, δηλαδή δεν έχει ισχύ νόμου (πολύ περισσότερο όταν δεν έχει δημοσιευθεί στο ΦΕΚ) η δε παράβαση εγκυκλίου δεν συνιστά πλημμέλεια συνεπαγόμενη ακύρωση διοικητικής πράξεως [βλ. ενδεικτικά ΣΤΕ 4541/2009 ΔΔΙΚΗ
2010/892 (σκ. 12) με παραπομπές στις ΣτΕ 838/2007, 453/2003, 2085/1996, 1967/1985]. Πολύ περισσότερο, η εγκύκλιος δεν μπορεί να υπερβεί τη δικαστική κρίση  και πολύ περισσότερο ούτε  να υποκαταστήσει ή  να προκαταλάβει την εξουσία των αρμόδιων δικαστηρίων προς «αυθεντική» ερμηνεία νόμου, σε περίπτωση που ανακύψει στο μέλλον οιαδήποτε διαφορά συναφούς αντικειμένου, όπως κάνουν ήδη με τις αποφάσεις τους με αμετροέπεια και πέρα από κάθε νομιμότητα τόσο ο Γενικός Γραμματέας κ. Καρούντζος, όσο και ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης κ. Μπουτάρης.

Σχετικά με την επικαλούμενη  υπ’ αριθ. 273/2008 Γνωμοδότηση του ΝΣΚ (δημ/ση
ιστοσελίδα ΝΣΚ), η οποία δέχεται ότι ως «μισθολογικές απαιτήσεις» νοούνται όχι
μόνο οι δεδουλευμένες μισθολογικές απαιτήσεις αλλά και οι μισθολογικές απαιτήσεις
κάθε μορφής και υπάγει στην κατηγορία των «μισθολογικών απαιτήσεων» και τις
αγωγές με αντικείμενο την αναγνώριση της εγκυρότητας της σύμβασης ως αορίστου
χρόνου, επειδή οι αποφάσεις που δέχονται τις αγωγές αυτές, εκτός από την
αναγνώριση της εργασιακής σχέσης των εναγόντων ως εξαρτημένης εργασίας
ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, παράγουν και την παρεπόμενη υποχρέωση
καταβολής μισθού και αποτελούν το αναγκαίο πρόκριμα για όλες τις μετέπειτα
μισθολογικές απαιτήσεις συμβασιούχων, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου
103 παρ. 3 εδ. β΄ Ν. 3463/2006 (ήδη άρθρου 72 παρ. 2 Ν. 3852/2010). Κατ΄αρχή το
ερώτημα επί του οποίου κλήθηκε να απαντήσει το ΝΣΚ, στη συγκεκριμένη
περίπτωση, δεν αφορούσε κυρίως στο νόημα της διάταξης του άρθρου 72 παρ. 2 Ν.
3852/2010, δεν θα μπορούσε άλλωστε γιατί είναι προγενέστερη αυτής με διαφορά ετών, αλλά στην υποχρέωση συμμόρφωσης της διοίκησης προς παρόμοιες
δικαστικές αποφάσεις που κατέστησαν τελεσίδικες ή αμετάκλητες, λόγω μη άσκησης ενδίκων μέσων. Οι προαναφερθείσες θέσεις, διατυπώθηκαν παρεμπιπτόντως, χωρίς  να ανταποκρίνονται στην κρίση της συγκεκριμένης υπόθεσης, και σε καμιά περίπτωση δεν αποτελούν ούτε δεδικασμένο, ούτε νομοθετική ρύθμιση, δεδομένου ότι α. ο νομοθέτης θέλησε να περιορίσει ρητά στο άρθρο 72 ν.3852/2010 τις περιπτώσεις στις οποίες η Οικονομική Επιτροπή του δήμου υποχρεούται στην άσκηση ενδίκων μέσων κατά πρωτόδικων δικαστικών αποφάσεων και β. η υποχρέωση καταβολή μισθού στους εργαζόμενους αποτελεί νομική συνέπεια και υποχρέωση που δεν σχετίζεται με την σύναψη αυτής καθ΄αυτής της σύμβασης, αλλά με  την πορεία της εργασιακής σχέσης  και το πώς αυτή εξελίσσεται .

6. Ενδεικτικό της σύγχυσης του δημάρχου και του ειδικού συμβούλου του, στην προσπάθειά τους να εξυπηρετήσουν μνημονιακές πολιτικές και μόνον, υπηρετώντας τη συγκυβέρνηση αποτελούν οι διαφορετικές θέσεις και τα νομικά ερείσματα που επικαλείται  ο ίδιος  ειδικός νομικός του σύμβουλος σε δύο ταυτόσημες  υποθέσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη. Συγκεκριμένα με την από 15.12.2014 ενημέρωση-εισήγησή του προς τον κ. Δήμαρχο, σχετικά με την επίδικη υπόθεση άσκησης έφεσης από πλευράς δημάρχου κατά της 3115/2004 απόφασης μονομελούς πρωτοδικείου Αθηνών, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ως άνω εκτεθειμένα έγγραφα καταλήγει και  α. αφ΄ενός μεν προτρέπει τους έχοντες έννομο συμφέρον και άρα δικαίωμα,  να ασκήσουν προσφυγή κατά της 115153/11.12.2014 ακυρωτικής απόφασης του Γενικού Γραμματέα κ. Αθ. Καρούντζου και β. αφετέρου δε απελευθερώνει το Δήμαρχο κ. Μπουτάρη, με πρόσχημα την επίκληση της προστασίας των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου και άλλων υπηρεσιακών παραγόντων, να ασκήσει μόνος του έφεση κατά της ένδικης δικαστικής απόφασης, παραβιάζοντας κάθε αρχή νομιμότητας, ασφάλειας του δικαίου και  δημοκρατικής λειτουργίας του δήμου.

Η Οικονομική Επιτροπή του Δήμου Θεσσαλονίκης με την 1809/12.11.2014 απόφασή περί της άσκησης ή μη αναίρεσης κατά της   υπ΄αριθμ. 2190/2014 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών,  υπόθεση Βλαχοπαναγιώτη, παρέπεμψε το θέμα στο Δημοτικό Συμβούλιο επικαλούμενη την ως άνω διάταξη 72 παρ. 4 του ν. 3852/2010. Με την  από 17 Νοεμβρίου 2014 εισήγησή του,ως προς τη νομιμότητα και δεσμευτικότητα της ως άνω απόφασης της Οικονομική Επιτροπής, ο ίδιος ως άνω ειδικός σύμβουλος του Δημάρχου, α. δεν κρίνει ως επαρκή και νόμιμη την αιτιολογία της απόφασης της οικονομικής επιτροπής ότι «το θέμα είναι ιδιαίτερης σοβαρότητας» και επομένως  «δεν είναι δυνατόν να επιληφθεί εγκύρως το Δημοτικό Συμβούλιο  και να λάβει έγκυρη απόφαση, στηριζόμενο στην απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής», και αυτό όταν η συγκεκριμένη απόφαση της Οικονομικής  Επιτροπής, από τη φύση της και αυτό καθ΄αυτό το αντικείμενό της δεν αποτελεί  εν τη στενή εννοία διοικητική πράξη που διαμορφώνει έννομη κατάσταση για κάποιον πολίτη, ώστε να απαιτείται η εμπεριστατωμένη τεκμηρίωσή της. β. ο εισηγητής αποδέχεται στην συνέχεια την δυνατότητα του δημοτικού συμβουλίου να λάβει απόφαση θα ασκήσει το ίδιο αρμοδιότητες της Οικονομικής Επιτροπής, αλλά και πάλι με την προϋπόθεση ότι η απόφαση αυτή του Δημοτικού Συμβουλίου ότι θα πρέπει να είναι «πλήρως και ειδικά αιτιολογημένη», όπως άλλωστε ήταν και η ακυρωθείσα από Γενικό Γραμματέα  Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης» κ. Αθανάσιο Καρούντζο 1404/01.12.2014 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, την ακυρότητα της οποίας αποδέχθηκε και ο κ. Δήμαρχος με την αντίθετη προς αυτήν μονομερή απόφασή του 7850/15.12.2014, κατά εισήγηση του  ειδικού νομικού συμβούλου του, υποκαθιστώντας στην πραγματικότητα  τόσο τα θεσμικά όργανα του Δήμου όσο και αυτήν τη Δικαιοσύνη.
Για τον ειδικό σύμβουλο του Δημάρχου , ακόμη και αυτή η προηγηθείσα ακύρωση από τον Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης κ. Αθανάσιο Καρούντζο, προηγούμενων ταυτόσημων αποφάσεων της Οικονομικής Επιτροπής, οι οποίες είχαν εκδοθεί και σε συμφωνία με προηγούμενες αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου, δεν αποτελούν νόμιμη αιτιολογία και άρα νόμιμο λόγο παραπομπής της απόφασης στην υπόθεση Βλαχοπαναγιώτη στο Δημοτικό Συμβούλιο, θεωρεί δε αρκετό ότι η Οικονομική Επιτροπή απεφάσισε την προσβολή των ακυρωτικών αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα, τις οποίες θα ήταν αρκετό να «υποστηρίξει πανηγυρικά» το Δημοτικό Συμβούλιο ! Ούτε βέβαια αυτή η πειθαρχική παραπομπή δημοτικών συμβούλων- μελών της Οικονομικής Επιτροπής από τον  αρμόδιο προς τούτο Γενικό Γραμματέα κ. Καρούντζο αποτελεί σοβαρό και βάσιμο λόγο για την ως άνω 1809/12.11.2014 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής. Αλλωστε και στην περίπτωση αυτή θα ήταν αρκετό το Δημοτικό Συμβούλιο «να συμπαρασταθεί στους εγκαλούμενους δημοτικούς συμβούλους του» ! Επικαλείται όμως η συγκεκριμένη εισήγηση ότι «σε ένα σύστημα δημοκρατικής και αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης δεν είναι νοητή η μεταφορά φόβου ή ανησυχίας από το ένα όργανο στο άλλο». Είναι άξιο διευκρινήσεως ποιό τελικά όργανο φοβάται τι και ποιόν.
Σε σχέση με την ουσία του θέματος ο ειδικός σύμβουλος αποδέχεται τη γνωμοδότηση της ΔΝΥΔΘ, σχετικά με την υποχρεωτικότητα ή όχι άσκησης ενδίκων μέσων σε κάθε περίπτωση, καταλήγει δε σε συμφωνία και με τις ανωτέρω  σκέψεις του, ότι η Οικονομική επιτροπή είναι αυτή που «έχει αρμοδιότητα και ευχέρεια να λάβει απόφαση άσκησης είτε μη άσκησης ενδίκων μέσων χωρίς να δεσμεύεται από την εξαιρετική διάταξη του άρθρου 72 παρ. 2 ν.3852/2010ή από άλλες δεσμευτικές επιταγές», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι «υποχωρούν οι λοιπές προϋποθέσεις νομιμότητας και κύρους της απόφασης που θα ληφθεί».

Επειδή η στάση του Δημάρχου, όπως σαφώς αυτή προσδιορίσθηκε, από όσα  με την σειρά αναλυτικά προαναφέρθησαν, προσβάλλει κάθε έννοια της αρχής της νομιμότητας και της δημοκρατικής λειτουργίας του Δήμου, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί ένα κακό προηγούμενο, που θέτει σε αμφισβήτηση  κάθε έννοια της αρχής ασφάλειας δικαίου που πρέπει να διέπει τη λειτουργία και τις αποφάσεις των Δημοτικών θεσμών  κα οργάνων που τους υπηρετούν αιτούμεθα την σύγκληση έκτακτου Δημοτικού Συμβουλίου , όπως αυτή προβλέπεται από το άρθρο 76 παρ. 2 ν.3852/2010, ώστε να αποκατασταθεί με κάθε προβλεπόμενο τρόπο η διαρηχθείσα από το Δήμαρχο νομιμότητα της λειτουργίας του Δήμου, το κύρος της λειτουργίας του Δημοτικού Συμβουλίου  ο σεβασμός και η εφαρμογή των αποφάσεων, από κάθε αρμόδιο προς όργανο και ιδιαίτερα από τον κ. Δήμαρχο. Κάθε άλλη μονομερής  πράξη του κ. Δημάρχου αποτελεί συνέργεια  σε ανομιμοποίητες αυθαίρετες πράξεις που βλάπτουν το κύρος του Δήμου Θεσσαλονίκης, τον οποίο αυτός εκλέχθηκε να υπηρετεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ