Το θυμηθήκαμε από καιρό και δεν το αναφέρουμε τόσο επειδή η Ελλάδα αποχαιρετησε τον τελευταίο μεγάλο πολιτικό της «παλιάς κοπής» αλλά και γιατί ήταν τέτοιες περίπου μέρες πριν από 27 χρόνια, τον Ιούλιο του 1990 όταν η (νέα) τότε κυβέρνηση Μητσοτάκη με υπουργό Εξωτερικών τον Αντώνη Σαμαρά υπέγραψε με τις Ηνωμένες Πολιτείες την 8ετή συμφωνία για την παραμονή των αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα «βάζοντας τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις σε μια νέα εποχή εθνικού ρεαλισμού». Αυτό είχε δηλώσει ο τότε ΥΠΕΞ και αργότερα πρωθυπουργός στην τελετή της υπογραφής παρουσία του τότε Αμερικανού υπουργού Άμυνας Ντικ Τσένεϊ.Από την πλευρά τους βέβαια το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ κατηγορούσαν την τότε κυβέρνηση για «ενδοτισμό και υποταγή στην Ουάσιγκτον». Η συμφωνία αυτή καθ’ εαυτή κρίθηκε και κρίνεται από την Ιστορία αλλά εμείς θέλουμε να σταματήσουμε σε ένα άλλο σημείο, άμεσα αλληλένδετο, που αποκτά σήμερα μια ιδιαίτερη σημασία, ένα γεγονός που πολλοί θέλουν να παραβλέπουν.
Με τη 8ετή συμφωνία του 1990 οι Αμερικανοί διατηρούσαν τις δυο μεγάλες βάσεις στην Κρήτη, στις Γούρνες (μια βάση «πολλαπλών χρήσεων» τηλεπικοινωνιών και μέρος του δικτύου συλλογής πληροφοριών) και την Σούδα καθώς και κάποιες μικρότερες που αφορούσαν εγκαταστάσεις τηλεπικοινωνιών σε ελληνικό έδαφος. Οι βάσεις στο Ελληνικό και την Νέα Μάκρη θα έκλειναν (εξυπηρετούσαν άλλωστε όλο και λιγότερες αμερικανικές ανάγκες).
Το θέμα όμως που «στεκόμαστε», ήταν ότι σε αντιστάθμισμα η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατόρθωσε να εξασφαλίσει για την Ελλάδα στρατιωτική βοήθεια ύψους άνω του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων, 350 εκατομμύρια από τα οποία μάλιστα θα παραδίδονταν σε μορφή μεταχειρισμένου υλικού άμεσα με την έναρξη εφαρμογής της συμφωνίας (από τον Οκτώβριο του 1990).
Το 1990 ήταν μια περίοδος ιδιαίτερης οικονομικής αστάθειας και η χώρα βρισκόταν στον προθάλαμο μιας μεγάλης οικονομικής κρίσης (αν όχι είχε ήδη μπει, λόγω την εκρηκτικής αύξησης του δημοσίου χρέους την προηγούμενη δεκαετία) που θα κλιμακωνόταν τα αμέσως επόμενα χρόνια. Επιπλέον και σε σχέση με τις επενδύσεις στην αμυντική θωράκιση της Ελλάδας, η χώρα είχε «εκτεθεί» οικονομικά με την δυσβάσταχτη δαπάνη της («διαβόητης») «αγοράς του αιώνα». Επιπλέον η Τουρκία κλιμάκωνε σε δυσθεώρητα ύψη τους εξοπλισμούς της και η στρατιωτική βοήθεια που εξασφάλισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν κεφαλαιώδους σημασίας στην διατήρηση μιας βασικής «ισορροπίας» και κάλυψε κρίσιμες ανάγκες των ΕΕΔ άμεσα και αποτελεσματικά.
Το 1990 ήταν όμως και μια χρονιά διεθνούς γεωστρατηγικής αστάθειας. Για φρεσκάρουμε τη μνήμη σας η υπογραφή της ελληνο-αμερικανικής συμφωνίας έγινε λιγότερο από ένα μήνα πριν από την εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ (Αύγουστος 1990) και του Πρώτου Πολέμου στον Κόλπο που ακολούθησε.
Είναι εύκολα κατανοητό ότι εάν η συμφωνία είχε μπει σε διαπραγμάτευση λίγους μήνες αργότερα ίσως το τίμημα να ήταν πολύ υψηλότερο (ίσως, αλλά ούτως ή άλλως μετά τον Πόλεμο του Κόλπου τα A-7 διπλασιάστηκαν ενώ παραλάβαμε και τρεις φρεγάτες ανθυποβρυχιακού πολέμου τύπου Knox).
Πρέπει να σημειώσουμε πως επί Μητσοτάκη αγοράστηκαν 40 αεροσκάφη F-16C/D Block 50 (με LANTIRN), ενώ μαζί με τα A-7E (της συμφωνίας που αναφέραμε παραπάνω) ήρθαν και αριθμός ατρακτιδίων LANA (που μέχρι την άφιξη των LANTIRN έκανε το A-7E ικανό για νυχτερινή κρούση με όλες τις καιρικές συνθήκες, μοναδική δυνατότητα για την εποχή που μιλάμε). Επίσης έγινε η επαναδιαπραγμάτευση της σύμβασης αγοράς για τα Mirage 2000EGM/BGM. Υπενθυμίζουμε πως την περίοδο εκείνη είχε αποδειχτεί προβληματική η χρήση του radar RDM, ειδικά σε look-down/shoot-down mode.
Η λύση που διαπραγματευτήκαμε τότε σαν χώρα περιελάμβανε την βελτίωση του RDM με στοιχεία από το RDI (Mirage 2000C), απόκτηση (ή έστω ενίσχυση) της δυνατότητας look-down/shoot-down αλλά και αγορά του πυραύλου αέρος-αέρος μέσου βεληνεκούς Super 530D, που έδινε πρωτόγνωρες δυνατότητες αναχαίτισης στην Πολεμική Αεροπορία την εποχή εκείνη. Σε γενικές γραμμές «ας πούμε» πως οι Γάλλοι «αναβάθμισαν» τα RDM χωρίς κόστος, κι εμείς αγοράσαμε τους 530D (που ούτως ή άλλως τους χρειαζόμασταν). Ίσως ο ορισμός της συμφωνίας win-win σε τέτοιες περιπτώσεις (σκεφτείτε τι έγινε στο μέλλον όταν κάπου «κόλλησαν» κάποιες συμβάσεις και τελικά πότε ξεπάγωσαν). Υπενθυμίζουμε ότι δυνατότητες αναχαίτισης μέσης εμβέλειας τότε είχαν μόνο τα F-4E με τους Sparrow (που τα μοντέλα που είχαμε σε υπηρεσία, -Ε/-F, δεν φημίζονταν για την αξιοπιστία τους). Αν το 1996 είχε ανοίξει ο ασκός του Αιόλου, η ΠΑ θα είχε πολλά Fox-1 με τους 530D.
Κατά γενική ομολογία, η ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο την δεκατία του ’90 βασίστηκε στις παραλαβές του μεταχειρισμένου αμερικανικού υλικού, αλλά και τις χαμηλού κόστους αγορές στρατιωτικού υλικού της κυβέρνησης Μητσοτάκη (αν εξαιρεθούν τα 40 F-16C/D, απαραίτητη αγορά όμως για την διατήρηση μιας στοιχειώδους ισορροπίας την στιγμή που οι Τούρκοι είχαν ήδη 160 F-16C/D κατά κύριο λόγος Block 40, και πήγαιναν για άλλα 80 F-16C/D Block 50). Αυτό μέχρι να αρχίσει να αποδίδουν τα ΕΜΠΑΕ που σχεδιάσαμε και υλοποιήσαμε (με όποιον τρόπο τα υλοποιήσαμε, και ότι cost/benefit προσέφεραν) μετά την Κρίση των Ιμίων το 1996.
Αν όμως πιστεύετε ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται, τότε, τουλάχιστον σε ότι αφορά το οικονομο-πολιτικο-γεωστρατηγικό πλαίσιο είναι σχεδόν πανομοιότυπο του καλοκαιριού του 1990 με άλλους βέβαια πρωταγωνιστές και άλλα μέτρα.
Αν αναγνωρίζουμε ομοιότητες στις καταστάσεις, τότε θα μπορούσαμε να αναγνωρίσουμε και ομοιότητες στα αποτελέσματα.
Όταν η ιστορία επαναλαμβάνεται (και όχι σαν φάρσα), τότε υπάρχει και μια νέα ευκαιρία και αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα που μια νέα ελληνοαμερικανική διαπραγμάτευση για συμφωνία της βάσης στη Σούδα βρίσκεται σε εξέλιξη (οι υπόλοιπες βάσεις αποτελούν παρελθόν, δεν χρειάζονται πλέον, αλλά πάντα χρειάζεται ένα μεγάλο λιμάνι που μπορεί να «δέσει» αεροπλανοφόρο).
Από την άλλη οι ανάγκες αμυντικής θωράκισης της χώρας είναι τεράστιες, συσσωρευμένες εδώ και αρκετά χρόνια πριν από τις τρέχουσα οικονομική κρίση, αφού πρακτικά οι τελευταίες σημαντικές αγορές οπλικών συστημάτων πραγματοποιήθηκαν το 2005, δηλαδή πριν από 12 ολόκληρα χρόνια. Την ίδια στιγμή η Άγκυρα όχι μόνο δεν έχει ανακόψει αλλά αντίθετα επιταχύνει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς τους εξοπλισμούς της και τις διαστάσεις των απειλών που εκπορεύονται από αυτούς.
Υπό αυτό το πρίσμα και με τις τρέχουσες γεωστρατηγικές συνθήκες που διαμορφώνονται στην περιοχή η ευκαιρία από μια νέα συμφωνία για την Σούδα είναι τεράστια, όπως όμως είναι και οι ευθύνες των σημερινών κυβερνόντων.
Αν αυτά τα ωφελήματα λέγονται Arleigh Burke, Ticonderoga, επιπλέον αεροσκάφη F-16/C-130 ή UAV/UCAV για την ΠΑ, Abrams ή/και Bradley, MLRS, Chinook, Blackhawk για τον Στρατό Ξηράς δεν ξέρουμε. Πιθανότατα τελικά να είναι κάποιες καλές κουβέντες για το χρέος στο ΔΝΤ, και το «κέρδος» από τις υποδομές που υπόσχονται να φτιάξουν οι ΗΠΑ στην Σούδα. Μπορεί να είναι «χάντρες και καθρεφτάκια για τους ιθαγενείς», άλλωστε το έχουμε ξαναπεί, «ποιος ασχολείται τώρα με την Εθνική Άμυνα»…
Το σίγουρο είναι πως ο Κρητικός πολιτικός σήκωσε με την συμφωνία του 1990 πολύ ψηλά τον πήχυ. Και το πρόβλημα είναι πως ήταν ο τελευταίος της γενιάς των πολιτικών «υψηλού κύρους».
Με τη 8ετή συμφωνία του 1990 οι Αμερικανοί διατηρούσαν τις δυο μεγάλες βάσεις στην Κρήτη, στις Γούρνες (μια βάση «πολλαπλών χρήσεων» τηλεπικοινωνιών και μέρος του δικτύου συλλογής πληροφοριών) και την Σούδα καθώς και κάποιες μικρότερες που αφορούσαν εγκαταστάσεις τηλεπικοινωνιών σε ελληνικό έδαφος. Οι βάσεις στο Ελληνικό και την Νέα Μάκρη θα έκλειναν (εξυπηρετούσαν άλλωστε όλο και λιγότερες αμερικανικές ανάγκες).
Το θέμα όμως που «στεκόμαστε», ήταν ότι σε αντιστάθμισμα η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατόρθωσε να εξασφαλίσει για την Ελλάδα στρατιωτική βοήθεια ύψους άνω του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων, 350 εκατομμύρια από τα οποία μάλιστα θα παραδίδονταν σε μορφή μεταχειρισμένου υλικού άμεσα με την έναρξη εφαρμογής της συμφωνίας (από τον Οκτώβριο του 1990).
Στο «πακέτο» περιλαμβάνονταν 28 F-4E Phantom II (SRA), 28 A-7E (o αριθμός αυξήθηκε στην συνέχεια), 6 P-3, αλλά το σημαντικότερο, 4 αντιτορπιλικά κλάσης Charles F. Adams. Τα τελευταία ήταν τα πρώτα πλοία του ΠΝ (και δυστυχώς τα τελευταία) με δυνατότητα αντιαεροπορικής άμυνας περιοχής. Και όλα αυτά, σε μια εποχή που η Τουρκική Αεροπορία ενισχυόταν με επιπλέον μαχητικά, και ενίσχυε την δυνατότητα κορεσμού της αεράμυνας του ελληνικού στόλου (που μέχρι τότε διέθετε μόλις δυο Kortenaer, οι 4 φρεγάτες MEKO 200HN ήταν υπό κατασκευή).
Αξιοσημείωτο ήταν επίσης ότι οι ΗΠΑ διέγραψαν και 50 εκατομμύρια δολάρια παλαιότερων ελληνικών οφειλών FMS. Ας σημειωθεί επίσης ότι για πρώτη φορά τέθηκε και επισήμως (σύμφωνα με τις τότε δηλώσεις Σαμαρά) η δέσμευση των ΗΠΑ για «ενεργή συμμετοχή» στην ασφάλεια της Ελλάδας αλλά της διατήρησης του 7-προς-10 στην βοήθεια σε Ελλάδα και Τουρκία.
Το 1990 ήταν μια περίοδος ιδιαίτερης οικονομικής αστάθειας και η χώρα βρισκόταν στον προθάλαμο μιας μεγάλης οικονομικής κρίσης (αν όχι είχε ήδη μπει, λόγω την εκρηκτικής αύξησης του δημοσίου χρέους την προηγούμενη δεκαετία) που θα κλιμακωνόταν τα αμέσως επόμενα χρόνια. Επιπλέον και σε σχέση με τις επενδύσεις στην αμυντική θωράκιση της Ελλάδας, η χώρα είχε «εκτεθεί» οικονομικά με την δυσβάσταχτη δαπάνη της («διαβόητης») «αγοράς του αιώνα». Επιπλέον η Τουρκία κλιμάκωνε σε δυσθεώρητα ύψη τους εξοπλισμούς της και η στρατιωτική βοήθεια που εξασφάλισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν κεφαλαιώδους σημασίας στην διατήρηση μιας βασικής «ισορροπίας» και κάλυψε κρίσιμες ανάγκες των ΕΕΔ άμεσα και αποτελεσματικά.
Το 1990 ήταν όμως και μια χρονιά διεθνούς γεωστρατηγικής αστάθειας. Για φρεσκάρουμε τη μνήμη σας η υπογραφή της ελληνο-αμερικανικής συμφωνίας έγινε λιγότερο από ένα μήνα πριν από την εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ (Αύγουστος 1990) και του Πρώτου Πολέμου στον Κόλπο που ακολούθησε.
Είναι εύκολα κατανοητό ότι εάν η συμφωνία είχε μπει σε διαπραγμάτευση λίγους μήνες αργότερα ίσως το τίμημα να ήταν πολύ υψηλότερο (ίσως, αλλά ούτως ή άλλως μετά τον Πόλεμο του Κόλπου τα A-7 διπλασιάστηκαν ενώ παραλάβαμε και τρεις φρεγάτες ανθυποβρυχιακού πολέμου τύπου Knox).
Πρέπει να σημειώσουμε πως επί Μητσοτάκη αγοράστηκαν 40 αεροσκάφη F-16C/D Block 50 (με LANTIRN), ενώ μαζί με τα A-7E (της συμφωνίας που αναφέραμε παραπάνω) ήρθαν και αριθμός ατρακτιδίων LANA (που μέχρι την άφιξη των LANTIRN έκανε το A-7E ικανό για νυχτερινή κρούση με όλες τις καιρικές συνθήκες, μοναδική δυνατότητα για την εποχή που μιλάμε). Επίσης έγινε η επαναδιαπραγμάτευση της σύμβασης αγοράς για τα Mirage 2000EGM/BGM. Υπενθυμίζουμε πως την περίοδο εκείνη είχε αποδειχτεί προβληματική η χρήση του radar RDM, ειδικά σε look-down/shoot-down mode.
Η λύση που διαπραγματευτήκαμε τότε σαν χώρα περιελάμβανε την βελτίωση του RDM με στοιχεία από το RDI (Mirage 2000C), απόκτηση (ή έστω ενίσχυση) της δυνατότητας look-down/shoot-down αλλά και αγορά του πυραύλου αέρος-αέρος μέσου βεληνεκούς Super 530D, που έδινε πρωτόγνωρες δυνατότητες αναχαίτισης στην Πολεμική Αεροπορία την εποχή εκείνη. Σε γενικές γραμμές «ας πούμε» πως οι Γάλλοι «αναβάθμισαν» τα RDM χωρίς κόστος, κι εμείς αγοράσαμε τους 530D (που ούτως ή άλλως τους χρειαζόμασταν). Ίσως ο ορισμός της συμφωνίας win-win σε τέτοιες περιπτώσεις (σκεφτείτε τι έγινε στο μέλλον όταν κάπου «κόλλησαν» κάποιες συμβάσεις και τελικά πότε ξεπάγωσαν). Υπενθυμίζουμε ότι δυνατότητες αναχαίτισης μέσης εμβέλειας τότε είχαν μόνο τα F-4E με τους Sparrow (που τα μοντέλα που είχαμε σε υπηρεσία, -Ε/-F, δεν φημίζονταν για την αξιοπιστία τους). Αν το 1996 είχε ανοίξει ο ασκός του Αιόλου, η ΠΑ θα είχε πολλά Fox-1 με τους 530D.
Κατά γενική ομολογία, η ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο την δεκατία του ’90 βασίστηκε στις παραλαβές του μεταχειρισμένου αμερικανικού υλικού, αλλά και τις χαμηλού κόστους αγορές στρατιωτικού υλικού της κυβέρνησης Μητσοτάκη (αν εξαιρεθούν τα 40 F-16C/D, απαραίτητη αγορά όμως για την διατήρηση μιας στοιχειώδους ισορροπίας την στιγμή που οι Τούρκοι είχαν ήδη 160 F-16C/D κατά κύριο λόγος Block 40, και πήγαιναν για άλλα 80 F-16C/D Block 50). Αυτό μέχρι να αρχίσει να αποδίδουν τα ΕΜΠΑΕ που σχεδιάσαμε και υλοποιήσαμε (με όποιον τρόπο τα υλοποιήσαμε, και ότι cost/benefit προσέφεραν) μετά την Κρίση των Ιμίων το 1996.
Αν όμως πιστεύετε ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται, τότε, τουλάχιστον σε ότι αφορά το οικονομο-πολιτικο-γεωστρατηγικό πλαίσιο είναι σχεδόν πανομοιότυπο του καλοκαιριού του 1990 με άλλους βέβαια πρωταγωνιστές και άλλα μέτρα.
Αν αναγνωρίζουμε ομοιότητες στις καταστάσεις, τότε θα μπορούσαμε να αναγνωρίσουμε και ομοιότητες στα αποτελέσματα.
Όταν η ιστορία επαναλαμβάνεται (και όχι σαν φάρσα), τότε υπάρχει και μια νέα ευκαιρία και αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα που μια νέα ελληνοαμερικανική διαπραγμάτευση για συμφωνία της βάσης στη Σούδα βρίσκεται σε εξέλιξη (οι υπόλοιπες βάσεις αποτελούν παρελθόν, δεν χρειάζονται πλέον, αλλά πάντα χρειάζεται ένα μεγάλο λιμάνι που μπορεί να «δέσει» αεροπλανοφόρο).
Από την άλλη οι ανάγκες αμυντικής θωράκισης της χώρας είναι τεράστιες, συσσωρευμένες εδώ και αρκετά χρόνια πριν από τις τρέχουσα οικονομική κρίση, αφού πρακτικά οι τελευταίες σημαντικές αγορές οπλικών συστημάτων πραγματοποιήθηκαν το 2005, δηλαδή πριν από 12 ολόκληρα χρόνια. Την ίδια στιγμή η Άγκυρα όχι μόνο δεν έχει ανακόψει αλλά αντίθετα επιταχύνει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς τους εξοπλισμούς της και τις διαστάσεις των απειλών που εκπορεύονται από αυτούς.
Υπό αυτό το πρίσμα και με τις τρέχουσες γεωστρατηγικές συνθήκες που διαμορφώνονται στην περιοχή η ευκαιρία από μια νέα συμφωνία για την Σούδα είναι τεράστια, όπως όμως είναι και οι ευθύνες των σημερινών κυβερνόντων.
Αν αυτά τα ωφελήματα λέγονται Arleigh Burke, Ticonderoga, επιπλέον αεροσκάφη F-16/C-130 ή UAV/UCAV για την ΠΑ, Abrams ή/και Bradley, MLRS, Chinook, Blackhawk για τον Στρατό Ξηράς δεν ξέρουμε. Πιθανότατα τελικά να είναι κάποιες καλές κουβέντες για το χρέος στο ΔΝΤ, και το «κέρδος» από τις υποδομές που υπόσχονται να φτιάξουν οι ΗΠΑ στην Σούδα. Μπορεί να είναι «χάντρες και καθρεφτάκια για τους ιθαγενείς», άλλωστε το έχουμε ξαναπεί, «ποιος ασχολείται τώρα με την Εθνική Άμυνα»…
Το σίγουρο είναι πως ο Κρητικός πολιτικός σήκωσε με την συμφωνία του 1990 πολύ ψηλά τον πήχυ. Και το πρόβλημα είναι πως ήταν ο τελευταίος της γενιάς των πολιτικών «υψηλού κύρους».
Κοινοποίηση Φραγκούλη Φράγκου
ανάρτησης ptisidiastima.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ