Εξαρθρώθηκε, από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας, εγκληματική οργάνωση που διέπραξε πλήθος εξαπατήσεων κακουργηματικού χαρακτήρα σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, με αποτέλεσμα να ζημιωθεί η περιουσία του από τη μη καταβολή νόμιμων φόρων.
Στο πλαίσιο οργανωμένης αστυνομικής επιχείρησης συνελήφθησαν δέκα μέλη της οργάνωσης από τους οποίους 7 αλλοδαποί και τρείς 3 Έλληνες, ενώ συνελήφθη και ένας φυγόποινος.
Οι δράστες χρησιμοποιούσαν σε συναλλαγές με Υπηρεσίες του Ελληνικού Δημοσίου και Τραπεζικά Ιδρύματα, πλαστά, νοθευμένα και παραποιημένα έγγραφα, παραπλανώντας τους υπαλλήλους τους, με σκοπό να αποκτήσουν παράνομο περιουσιακό όφελος.
Οι συναλλαγές αφορούσαν τη σύσταση ατομικών «εικονικών» επιχειρήσεων εμπορίας συσκευών κινητής τηλεφωνίας και άλλων ηλεκτρονικών συσκευών, την έγκριση πραγματοποίησης ενδοκοινοτικών αποκτήσεων και τη παράνομη νομιμοποίηση αλλοδαπών.
Οι διαφυγόντες φόροι ξεπερνούν τα 7.000.000 ευρώ, ενώ από τον έλεγχο διαπιστώθηκε ότι υφίσταται υπόκρυψη εισοδημάτων 5.900.000 ευρώ και ανακριβής δήλωση εισροών (εικονικές αγορές εμπορευμάτων) 11.300.000 ευρώ περίπου.
Για την υπόθεση αυτή οργανώθηκε προχθές (26 Απριλίου 2017) συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση, κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν ταυτόχρονες έρευνες σε διάφορες περιοχές της Αττικής, παρουσία Δικαστικών Λειτουργών, με αποτέλεσμα να συλληφθούν δέκα μέλη της οργάνωσης και συγκεκριμένα επτά αλλοδαποί ηλικίας από 24 έως 45 ετών και τρεις Έλληνες ηλικίας από 37 έως 51 ετών. Μεταξύ των συλληφθέντων περιλαμβάνονται και τα τρία αρχηγικά μέλη της οργάνωσης – αλλοδαποί.
Από το Μάρτιο του 2013 η δράση της οργάνωσης
Η δράση της εγκληματικής οργάνωσης εντοπίζεται από το Μάρτιο του 2013 και ήταν δομημένη ιεραρχικά, ενώ τα μέλη της λειτουργούσαν με διακριτούς ρόλους, στο πλαίσιο κεντρικού σχεδιασμού. Αρχηγικό-καθοδηγητικό ρόλο κατείχαν τρεις από τους αλλοδαπούς συλληφθέντες, οι οποίοι και αναλάμβαναν την στρατολόγηση κυρίως ομοεθνών τους, προκειμένου αυτοί να εκτελούν δευτερεύουσες λειτουργίες και δραστηριότητες της εγκληματικής οργάνωσης.
Σκοπός τους ήταν να διαπράξουν εξακολουθητικά πλήθος παράνομων δραστηριοτήτων - συναλλαγών (εξαπατήσεων, πλαστογραφιών και υφαρπαγές εγγράφων, μη καταβολή νόμιμων φόρων) και να αποκτήσουν παράνομο οικονομικό όφελος, ζημιώνοντας την περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου.
Για την πραγμάτωση των παραπάνω σκοπών τα αρχηγικά μέλη, είχαν διαμορφώσει ένα δίκτυο επιμέρους υποδομών και συγκεκριμένα:
Ο «πραγματικός» συντονισμός των διαδικασιών που εξασφάλιζαν την εμπορική δραστηριότητα των περισσότερων εικονικών επιχειρήσεων και τη διαχείρισή τους, πραγματοποιούνταν σε τρείς μισθωμένους χώρους στο κέντρο της Αθήνας, όπου υπήρχε φυσική παρουσία των μελών της οργάνωσης.
Με σκοπό μάλιστα να αποκρύπτουν την πραγματική διαχείριση των «εικονικών ατομικών επιχειρήσεων δήλωναν ανακριβή στοιχεία στις φορολογικές αρχές, αποκρύπτοντας, συμψηφίζοντας και εκπίπτοντας τον οφειλόμενο φόρο προς το Ελληνικό Δημόσιο και προέβαιναν σε παύση των δραστηριοτήτων των εν λόγω επιχειρήσεων.
Τα αρχηγικά μέλη της εγκληματικής οργάνωσης εκτός των προαναφερόμενων «εικονικών ατομικών επιχειρήσεων», που κατάφεραν να δημιουργήσουν με τη παραπάνω διαδικασία, διαχειρίζονταν πραγματικά ακόμη 2 εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στο χονδρικό εμπόριο κινητών τηλεφώνων και άλλων ηλεκτρονικών ειδών.
Για την «προσέλκυση» πελατών και τη τελική διάθεση των προϊόντων τους, τα μέλη της οργάνωσης προέβαιναν συστηματικά στην υποτιμολόγηση των ειδών κινητής τηλεφωνίας και άλλων ηλεκτρονικών ειδών που αποκτούσαν με ενδοκοινοτικές συναλλαγές.
Έτσι καταλάμβαναν σημαντικό μερίδιο στην εσωτερική αγορά, έχοντας αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, έναντι άλλων επιχειρήσεων με ομοειδή δραστηριότητα και κατά συνέπεια ελάττωναν την αξία του προς είσπραξη Φ.Π.Α. του Ελληνικού Δημοσίου.
Μάλιστα, ένα από τα αρχηγικά μέλη είχε αναπτύξει επιχειρηματική συνεργασία με πολυάριθμες εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στο χονδρικό εμπόριο ειδών κινητής τηλεφωνίας και άλλων ηλεκτρονικών προϊόντων, οι οποίες είχαν τις έδρες τους σε χώρες Κ-Μ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είχαν την έγκριση για πραγματοποίηση ενδοκοινοτικών παραδόσεων στη χώρα μας.
Η συνολική αξία των ενδοκοινοτικά αποκτηθέντων εμπορευμάτων ανέρχεται, κατά προσέγγιση, στο ποσό των 58.000.000 ευρώ περίπου.
Στο πλαίσιο οργανωμένης αστυνομικής επιχείρησης συνελήφθησαν δέκα μέλη της οργάνωσης από τους οποίους 7 αλλοδαποί και τρείς 3 Έλληνες, ενώ συνελήφθη και ένας φυγόποινος.
Οι δράστες χρησιμοποιούσαν σε συναλλαγές με Υπηρεσίες του Ελληνικού Δημοσίου και Τραπεζικά Ιδρύματα, πλαστά, νοθευμένα και παραποιημένα έγγραφα, παραπλανώντας τους υπαλλήλους τους, με σκοπό να αποκτήσουν παράνομο περιουσιακό όφελος.
Οι συναλλαγές αφορούσαν τη σύσταση ατομικών «εικονικών» επιχειρήσεων εμπορίας συσκευών κινητής τηλεφωνίας και άλλων ηλεκτρονικών συσκευών, την έγκριση πραγματοποίησης ενδοκοινοτικών αποκτήσεων και τη παράνομη νομιμοποίηση αλλοδαπών.
Οι διαφυγόντες φόροι ξεπερνούν τα 7.000.000 ευρώ, ενώ από τον έλεγχο διαπιστώθηκε ότι υφίσταται υπόκρυψη εισοδημάτων 5.900.000 ευρώ και ανακριβής δήλωση εισροών (εικονικές αγορές εμπορευμάτων) 11.300.000 ευρώ περίπου.
Για την υπόθεση αυτή οργανώθηκε προχθές (26 Απριλίου 2017) συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση, κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν ταυτόχρονες έρευνες σε διάφορες περιοχές της Αττικής, παρουσία Δικαστικών Λειτουργών, με αποτέλεσμα να συλληφθούν δέκα μέλη της οργάνωσης και συγκεκριμένα επτά αλλοδαποί ηλικίας από 24 έως 45 ετών και τρεις Έλληνες ηλικίας από 37 έως 51 ετών. Μεταξύ των συλληφθέντων περιλαμβάνονται και τα τρία αρχηγικά μέλη της οργάνωσης – αλλοδαποί.
Από το Μάρτιο του 2013 η δράση της οργάνωσης
Η δράση της εγκληματικής οργάνωσης εντοπίζεται από το Μάρτιο του 2013 και ήταν δομημένη ιεραρχικά, ενώ τα μέλη της λειτουργούσαν με διακριτούς ρόλους, στο πλαίσιο κεντρικού σχεδιασμού. Αρχηγικό-καθοδηγητικό ρόλο κατείχαν τρεις από τους αλλοδαπούς συλληφθέντες, οι οποίοι και αναλάμβαναν την στρατολόγηση κυρίως ομοεθνών τους, προκειμένου αυτοί να εκτελούν δευτερεύουσες λειτουργίες και δραστηριότητες της εγκληματικής οργάνωσης.
Σκοπός τους ήταν να διαπράξουν εξακολουθητικά πλήθος παράνομων δραστηριοτήτων - συναλλαγών (εξαπατήσεων, πλαστογραφιών και υφαρπαγές εγγράφων, μη καταβολή νόμιμων φόρων) και να αποκτήσουν παράνομο οικονομικό όφελος, ζημιώνοντας την περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου.
Για την πραγμάτωση των παραπάνω σκοπών τα αρχηγικά μέλη, είχαν διαμορφώσει ένα δίκτυο επιμέρους υποδομών και συγκεκριμένα:
- σύστηναν εικονικές επιχειρήσεων χονδρικού και λιανικού εμπορίου συσκευών κινητής τηλεφωνίας,
- μίσθωναν ακίνητα και εγκαταστάσεις στοιχειώδους εξοπλισμού σε χώρους όπου δηλώνονταν ως έδρες των εικονικών επιχειρήσεων,
- συνεργάζονταν με σταθερούς προμηθευτές στο εξωτερικό και πελάτες για τη διάθεση των εμπορευμάτων,
- εφοδίαζαν τα μέλη της οργάνωσης με πλαστά η νοθευμένα έγγραφα καθώς επίσης,
- χρησιμοποιούσαν ηλεκτρονικά μέσα για την πραγματοποίηση τραπεζικών συναλλαγών και υποβολή φορολογικών δηλώσεων
- παραλαβή εμπορευμάτων που αποστέλλονταν από το εξωτερικό σε διαφορετικές διευθύνσεις από τις έδρες των εικονικών ατομικών επιχειρήσεων
- κλειστό κύκλωμα βιντεοεπιτήρησης, εξωτερικών και εσωτερικών χώρων τριών καταστημάτων με καταγραφή και μετάδοση εικόνας, εξοπλισμό με τον οποίο επιτηρούνταν σε πραγματικό χρόνο η ημερήσια επισκεψιμότητα στους ανωτέρω χώρους εξασφαλίζοντας την δυνατότητα της έγκαιρης ειδοποίησης των λοιπών μελών σε περίπτωση ελέγχου κ.α.
Ο «πραγματικός» συντονισμός των διαδικασιών που εξασφάλιζαν την εμπορική δραστηριότητα των περισσότερων εικονικών επιχειρήσεων και τη διαχείρισή τους, πραγματοποιούνταν σε τρείς μισθωμένους χώρους στο κέντρο της Αθήνας, όπου υπήρχε φυσική παρουσία των μελών της οργάνωσης.
Με σκοπό μάλιστα να αποκρύπτουν την πραγματική διαχείριση των «εικονικών ατομικών επιχειρήσεων δήλωναν ανακριβή στοιχεία στις φορολογικές αρχές, αποκρύπτοντας, συμψηφίζοντας και εκπίπτοντας τον οφειλόμενο φόρο προς το Ελληνικό Δημόσιο και προέβαιναν σε παύση των δραστηριοτήτων των εν λόγω επιχειρήσεων.
Τα αρχηγικά μέλη της εγκληματικής οργάνωσης εκτός των προαναφερόμενων «εικονικών ατομικών επιχειρήσεων», που κατάφεραν να δημιουργήσουν με τη παραπάνω διαδικασία, διαχειρίζονταν πραγματικά ακόμη 2 εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στο χονδρικό εμπόριο κινητών τηλεφώνων και άλλων ηλεκτρονικών ειδών.
Για την «προσέλκυση» πελατών και τη τελική διάθεση των προϊόντων τους, τα μέλη της οργάνωσης προέβαιναν συστηματικά στην υποτιμολόγηση των ειδών κινητής τηλεφωνίας και άλλων ηλεκτρονικών ειδών που αποκτούσαν με ενδοκοινοτικές συναλλαγές.
Έτσι καταλάμβαναν σημαντικό μερίδιο στην εσωτερική αγορά, έχοντας αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, έναντι άλλων επιχειρήσεων με ομοειδή δραστηριότητα και κατά συνέπεια ελάττωναν την αξία του προς είσπραξη Φ.Π.Α. του Ελληνικού Δημοσίου.
Μάλιστα, ένα από τα αρχηγικά μέλη είχε αναπτύξει επιχειρηματική συνεργασία με πολυάριθμες εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στο χονδρικό εμπόριο ειδών κινητής τηλεφωνίας και άλλων ηλεκτρονικών προϊόντων, οι οποίες είχαν τις έδρες τους σε χώρες Κ-Μ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είχαν την έγκριση για πραγματοποίηση ενδοκοινοτικών παραδόσεων στη χώρα μας.
Η συνολική αξία των ενδοκοινοτικά αποκτηθέντων εμπορευμάτων ανέρχεται, κατά προσέγγιση, στο ποσό των 58.000.000 ευρώ περίπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ