του Θανάση Κ.
Τι είναι μεταρρυθμίσεις; Γιατί τις χρειαζόμαστε τόσο πολύ; Και γιατί δεν γίνονται, ενώ όλοι – φαινομενικά, τουλάχιστον – ομνύουν στο όνομά τους;
(Με αυτά τα ερωτήματα θα ασχοληθώ στα δύο επόμενα σημειώματά μου…)
Τι είναι μεταρρυθμίσεις; Γιατί τις χρειαζόμαστε τόσο πολύ; Και γιατί δεν γίνονται, ενώ όλοι – φαινομενικά, τουλάχιστον – ομνύουν στο όνομά τους;
Μεταρρυθμίσεις, λοιπόν, είναι οι αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας ενός «συστήματος», που το ξεμπλοκάρει και επιτρέπει να λειτουργεί πιο αποτελεσματικά.
Και συνήθως οι μεταρρυθμίσεις αναφέρονται στο οικονομικό, στο πολιτικό ή στο κοινωνικό «σύστημα» (Συνηθέστερα και στα τρία μαζί…)
Οι μεταρρυθμίσεις διαφέρουν από την «επανάσταση», γιατί δεν οδηγούν στην «ανατροπή των πάντων», αλλά απαιτούν την αναδιάρθρωση των σχέσεων, ώστε να λειτουργεί το σύστημα καλύτερα.
Πολλές φορές, βέβαια, οι μεταρρυθμίσεις είναι σαρωτικές - αληθινά «επαναστατικές» θα λέγαμε – αλλά και τότε διαφέρουν από την «επανάσταση», γιατί δεν οδηγούν σε συνολική ανατροπή. Ούτε σε «καταστροφή», πολύ περισσότερο…
Όταν έχουμε Μεταρρυθμιστικές τομές, το σύστημα αλλάζει εν λειτουργία…
Όταν έχουμε «Επανάσταση» το σύστημα ανατρέπεται, καταρρέει, εν μέρει καταστρέφεται, κι ύστερα από τα απομεινάρια του, δημιουργείται ένα άλλο σύστημα (που συνήθως περνάει όλες τις «παιδικές αρρώστιες» πριν ωριμάσει – αν«ωριμάσει» ποτέ…)
Οι μεγάλες αλλαγές όλων των εποχών έγιναν συνήθως από μεγάλες μεταρρυθμιστικές τομές! Πολύ σπάνια από επαναστάσεις.
Οι μεγάλες ιστορικές αλλαγές στην Κλασική αρχαιότητα υπήρξαν μεταρρυθμίσεις! Άλλοτε υποκινήθηκαν από εξεγέρσεις ή άλλες εσωτερικές συγκρούσεις, άλλοτε από πολέμους, αλλά έμειναν στην Ιστορία ως μεγάλα μεταρρυθμιστικά κινήματα.
Το ίδιο και στον σύγχρονο κόσμο.
Αντίθετα οι επαναστάσεις έχουν συχνά αμφιλεγόμενα αποτελέσματα και, σχεδόν πάντα, κακή έκβαση. Εκτός κι αν γίνουν πηγή έμπνευσης για μεγάλα μεταρρυθμιστικά κινήματα, συνήθως αρκετά μεταγενέστερα…
Η Γαλλική Επανάσταση του 1789, για παράδειγμα, ενέπνευσε μεγάλα μεταρρυθμιστικά ρευματα, αλλά η ίδια είχε άδοξη κατάληξη.
Η Ρωσική Επανάσταση του 1917, το ίδιο…
Οι μόνες Επαναστάσεις που είχαν επιτυχή ιστορική έκβαση ήταν αυτές που είχαν Εθνικό ή Εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα, όπως η Μεγάλη Αμερικανική Επανάσταση του 1776 ή η Ελληνική Παλιγγενεσία του 1821.
Κι αυτές, όμως, πέτυχαν γιατί άνοιξαν το δρόμο για πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην εποχή τους.
Χαρακτηριστική περίπτωση η Κινέζικη Επανάσταση, όπου ο μεν Μάο Τσε Τούγκ πέρασε ως ηγέτης ενός εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, ενώ ο Τέγκ Χσιαο Πίγκ ως ο μεγάλος μεταρρυθμιστής!
Κι είναι προφανές πλέον, πως η σημερινή ανερχόμενη ισχύς της Κίνας οφείλεται περισσότερο στο Μεταρρυθμιστή Τέγκ, παρά στον Επαναστάτη Μάο.
Επίσης, τα μεταρρυθμιστικά κινήματα είναι συνήθως αναίμακτα, ενώ οι επαναστάσεις αποδεικνύονται σχεδόν πάντα, πολύ αιματηρές.
Από τη άλλη πλευρά όμως, ενώ οι επαναστάσεις γίνονται ή επιβάλλονται μέσα σε λίγες ώρες, ή μέρες, ή μήνες το πολύ, τα μεταρρυθμιστικά κινήματα ολοκληρώνονται μέσα σε πολλά χρόνια.
Γι’ αυτό και οι μεταρρυθμίσεις απαιτούν πολύ πιο σύνθετη στρατηγική, απ’ ό,τι οι επαναστάσεις, οι οποίες συχνά ξεσπούν ως «εξεγέρσεις», συχνά απροειδοποίητα…
Το ατύχημα για την Αριστερά, είναι ότι, παγιδευμένη στις ιδεοληψίες της, αναζήτησε «επαναστατικές λύσεις ανατροπής», κι όχι συνολικές στρατηγικές μεταρρυθμίσεων.
Για την ακρίβεια, η Μαρξιστική Αριστερά θεώρησε «ανάθεμα» τις μεταρρυθμίσεις και… «κατάντημα» τον «μεταρρυθμισμό» («ρεφορισμό»)!
Για τους μαρξιστές ο «ρεφορμισμός» είναι…προπατορικό «αμάρτημα», που πρέπει να εξοβελιστεί το «πυρ το Εξώτερον».
Οι μεταρρυθμίσεις που μας ενδιαφέρουν σήμερα στην Ελλάδα είναι κυρίως αυτές που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας.
Η κρίση μας είναι πολύ-επίπεδη, κι έχει πολλές μορφές, ενώ εκδηλώνεται σε πολλά επίπεδα ταυτόχρονα. Αλλά είναι πρωτίστως κρίση ανταγωνιστικότητας!
Η Ελλάδα, επί δεκαετίες έχανε έδαφος σε ανταγωνιστικότητα, ενώ συνέχιζε να «αναπτύσσεται» σε καταναλωτική ευημερία…
Με αποτέλεσμα να στηρίζεται όλο και περισσότερο σε «αναδιανομή» ενός οικονομικού «πλεονάσματος» που συνεχώς έφθινε, να δανείζεται από τις μελλοντικές γενεές, να αποβιομηχανοποιείται συνεχώς, να στηρίζεται όλο και περισσότερο στον κρατισμό – δηλαδή σε ένα διογκωμένο κράτος που δανειζόταν από το εξωτερικό, αναδιένειμε στο εσωτερικό, απομυζούσε κάθε παραγωγική ικμάδα, και μοίραζε συνεχώς «προνόμια» για να εδραιώνει την εξουσία του...
Στο τέλος, η Οικονομία παρήγε πολύ λιγότερα απ’ ό,τι κατανάλωνε, η κοινωνία ήταν πολύ κατακερματισμένη για να δει εγκαίρως το αδιέξοδο, και η Πολιτική τάξη πολύ αγκυλωμένη για να πάρει τις σωστές αποφάσεις, όταν ξέσπασε η κρίση.
Κι ο κόσμος άργησε να συνέλθει από το αρχικό σοκ, για να αντιληφθεί τι του συνέβαινε και τι έπρεπε να γίνει ώστε να ορθοποδήσει.
Οι περισσότεροι, ή έστω πολλοί, επιθυμούσαν να επανέλθουν στην κίβδηλη «ευημερία» του παρελθόντος που είχε οριστικά καταρρεύσει, κι όχι να κάνουν συλλογικά ως κοινωνία ένα νέο ξεκίνημα.
Έτσι, όταν ξέσπασε η κρίση, ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να κάνει σε λίγα χρόνια το «άλμα» από το 4% στο 36%, όχι για να φέρει το «καινούργιο», αλλά για να «αναστηλώσει το παλαιό»: του κρατισμού και των συντεχνιακών προνομίων, που είχαν οδηγήσει τη χώρα στην ασφυξία και στο τέλμα.
Γι’ αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο πλέον ακατάλληλος να κάνει μεταρρυθμίσεις.
Γιατί οι μεταρρυθμίσεις είναι «ασύμβατες» με την ίδια την ύπαρξή του!
Είναι αυτό ακριβώς που ο ΣΥΡΙΖΑ «γιγαντώθηκε» για να πολεμήσει και να αποτρέψει!
Και γι’ αυτό υπόσχεται – υπό πίεση – «μεταρρυθμίσεις», αλλά ο ίδιος τις μπλοκάρει!
Και γι’ αυτό, και με που τις υπόσχεται μόνο, οδηγείται ταχύτατα δημοσκοπικά σε μονοψήφια ποσοστά…
Η δυσπραγία μιας χώρας που περνάει παρατεταμένη κρίση, είναι δύο βασικών κατηγοριών:
-- Είναι δυσπραγία εγγενής: που οφείλεται σε πράγματα που η χώρα δεν έχει και είναι δύσκολο να αποκτήσει. Για παράδειγμα, όταν δεν έχει κοινωνικό και οικονομικό «βάθος», ή δεν έχει πλουτοπαραγωγικούς πόρους, ή βρίσκεται σε εντελώς απομονωμένη θέση, ή ο πληθυσμός της έχει πολύ χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, ή είναι βαθιά διχασμένος από έριδες που δεν ξεπερνιούνται εύκολα, αλλά μεταδίδονται από γενιά σε γενιά. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ουσιαστικά δενυπάρχει εύκολη ή ορατή λύση. Μόνο κάποιες μικρές η μεγαλύτερες «βελτιώσεις». Και ίσως κάποια σημαντική αλλαγή, αλλά σε πολύ μεγάλο βάθος χρόνου (τρείς ή τέσσερις γενεές)…
Τέτοιες είναι οι περιπτώσεις πολλών «τεχνητών κρατών» της μετά-αποικιακής εποχής, στην Αφρική και όχι μόνο…
--Από την άλλη πλευρά, έχουμε τη «διαρθρωτική» δυσπραγία: περιπτώσεις χωρών που διαθέτουν πληθυσμό με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, στέρεη εθνική ταυτότητα, πλούσιους πλουτοπαραγωγικούς πόρους, καίρια γεωπολιτική θέση, ισχυρές συμμαχίες και σημαντικό δυνητικό ρόλο γεωπολιτικά, αλλά το παραγωγικό μοντέλο τους έχει μπλοκάρει και το κοινωνικό μοντέλο του έχει καταρρεύσει. Η «εντροπία» του συστήματος έχει γιγαντωθεί και η αδράνεια των αδιεξόδων έχει παραλύσει τα πάντα.
Σε τέτοιες περιπτώσεις είναι απαραίτητη μια μεγάλη μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Η οποία μπορεί να αλλάξει τα πάντα, θεαματικά και με τρόπους απροσδόκητους…
* Στις αρχές της δεκαετίας του ’30 οι ΗΠΑ ήταν τέτοια περίπτωση…
Όταν ανέδειξε τον Φραγκλίνο Ρούσβελτ…
* Στα τέλη της δεκαετίας του ’50, η Γαλλία.
Όταν ανέλαβε ο Κάρολος Ντε Γκώλ…
* Στα τέλη της δεκαετίες του ’70, η Βρετανία,
όταν ανέλαβε η Μάργκαρετ Θάτσερ.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ξανά οι ΗΠΑ,
όταν εκλέχθηκε ο Ρόναλντ Ρέηγκαν.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι προοπτικές των κοινωνιών ήταν πολύ «μαύρες» πριν αναδείξουν τον μεγάλο μεταρρυθμιστή που τις αναμόρφωσε.
Όλοι την εποχή της κρίσης πόνταραν στα χειρότερα: από την πλήρη κατάρρευσή τους ως την οριστική υποβάθμισή τους.
Όμως, όλες αυτές οι «Κασσάνδρες» διαψεύστηκαν από τις εξελίξεις.
Αλλά και μικρότερες χώρες, όπως η Ελλάδα, ανέδειξαν κι αυτές μεγάλους μεταρρυθμιστές. Που επιτέλεσαν αληθινά θαύματα…
* Τέτοια είναι η περίπτωση του Ελευθερίου Βενιζέλου, που μέσα σε ελάχιστα χρόνια μετά τον «ατυχή» ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897, κι ενώ η χώρα ήταν χρεωκοπημένη (από το 1883) και υπό τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο (από το 1898), κατάφερε να ανατρέψει τα πάντα, να βγάλει την Ελλάδα από τη διεθνή απομόνωση, να την οδηγήσει σε δύο επιτυχείς πολέμους, να την διπλασιάσει και να πραγματοποιήσει μια σειρά από σαρωτικές μεταρρυθμίσεις σε όλα τα επίπεδα σε ένα διάστημα δύο δεκαετιών περίπου! Στη διάρκεια των οποίων έγιναν και πολλά σφάλματα, υπήρξαν μεγάλα πισωγυρίσματα, γνώρισε η Ελλάδα θριάμβους, όμως υπέστη και καταστροφές, αλλά στο συνολικό απολογισμό, ο Βενιζέλος παράδωσε τη χώρα σε εντελώς άλλα μεγέθη από εκείνα που την ανέλαβε…
* Και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, στο δεύτερο μισό του 20ου Αιώνα, μεταμόρφωσε την μεταπολεμική Ελλάδα σε δύο φάσεις, επίσης σε όλα τα επίπεδα, επίσης στη διάρκεια δυόμιση δεκαετιών, με κορυφαία επιτεύγματα, την οικονομική άνθιση της πρώτης του οκταετίας, την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974 σε συνθήκες εθνικής τραγωδίας και την ένταξη στην Ευρώπη, κατά τη δεύτερη οκταετία του.
Παρά τη επτάχρονη δικτατορία που μεσολάβησε, παρά τα λάθη που έγιναν τότε - από τους αντιπάλους του, αλλά και από τον ίδιο - ο Κωνσταντίνος Καραμανλής άφησε κι αυτός βαρύ αποτύπωμα στις εξελίξεις. Και παρέδωσε μια πολύ πιο ισχυρή Ελλάδα απ’ ό,τι την ανέλαβε…
Τα μεγάλα μεταρρυθμιστικά ρεύματα αναδεικνύουν, λοιπόν μεγάλους μεταρρυθμιστές ηγέτες, που με τη σειρά τους πετυχαίνουν αληθινά θαύματα.
Που αν το καλοσκεφτεί κανείς δεν είναι και τόσο «θαύματα»: Γιατί οι κοινωνίες αυτές ήδη διαθέτουν το «δυναμικό» να εκτιναχθούν, απλά κάποιος πρέπει να βρεθεί να τις «ξεμπλοκάρει»: να τις αναδιαρθρώσει, να τις μεταρρυθμίσεις,να απελευθερώσει τη δύναμη που έχουν μέσα τους.
Μ’ άλλα λόγια, κάποιος πρέπει να παραμερίσει τον «πεσσιμισμό» της κρίσης – δηλαδή την τάση των ανθρώπων που έχουν υποστεί μια μακροχρόνια περίοδο δυστυχίας να τα βλέπουν όλα «μαύρα» – και να πιστέψει στη χώρα του και στο λαό του.
Κι αφού πιστέψει «τι» πρέπει να γίνει, να βρει και το «πώς» θα γίνει…
Κι αφού βρει και το «πώς», να καταπιαστεί και να το κάνει «πράξη».
Συνήθως συγκρουόμενους με ποικίλες εσωτερικές «αγκυλώσεις» και με πολλαπλούς εξωτερικούς «περισπασμούς».
Γιατί όσο μεγαλύτερη είναι μια μεταρρυθμιστική τομή, τόσο περισσότερους «ξεβολεύει» εσωτερικά, τόσο μεγαλύτερες αντιστάσεις υποκινεί, τουλάχιστον στην αρχή, τόσο περισσότερους εξωτερικές αντιξοότητες θα αντιμετωπίσει.
Γιατί οι μεταρρυθμίσεις έχουν κι αυτή την ιδιομορφία: Όλοι τις «θέλουν» στα λόγια, αλλά και όλοι προσπαθούν να τις ματαιώσουν στην πράξη, αν κάπου νομίσουν ότι απειλείται ο τρόπος που έμαθαν να ζουν ως τότε.
Όλοι συμφωνούν «να αλλάξουν τα πάντα γύρω», αλλά χωρίς να αλλάξουν οι ίδιοι στο παραμικρό!
Γι’ αυτό και οι μεταρρυθμίσεις απαιτούν πολύ ισχυρή και διαρκή πολιτική βούληση από την πλευρά του μεταρρυθμιστή ηγέτη.
Όχι εύθραυστες κυβερνητικές συμμαχίες και ασταθείς πολιτικές ισορροπίες.
Οι μεγάλοι μεταρρυθμιστές ηγέτες – από το Ρούσβελτ, ως τη Θάτσερ, κι από τον Ντε Γκώλ ως τον Ρέηγκαν, κι από τον Ελευθέριο Βενιζέλο ως τον Κωνσταντίνο Καραμανλή – είχαν «θηριώδεις» κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες να τους στηρίζουν. Και προχώρησαν το μεταρρυθμιστικό έργο τους, μόνο στο βαθμό που διατήρησαν αυτές τις μεγάλες πλειοψηφίες…
Γι’ αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να φέρει την… «απλή αναλογική»!
Για να ματαιώσει κάθε περίπτωση ισχυρής πλειοψηφίας στο μέλλον!
Δηλαδή να ματαιώσει κάθε σοβαρή μεταρρυθμιστική προσπάθεια στο εξής…
Να κατακερματιστεί σε τέτοιο βαθμό το πολιτικό σκηνικό (αφού θα εκλέγονται βουλευτές όλοι οι ανεξάρτητοι «τοπικοί παράγοντες» και «ηγετίσκοι», συνήθως με τη στήριξη «εγκατεστημένων» τοπικών συμφερόντων ή διαπλοκής – ώστε κάθε αλλαγή να χρειάζεται τη «συναίνεση» όλων εκείνων που… θίγονται από την αλλαγή! Ώστε ποτέ να μη γίνει κάτι ολοκληρωμένο…
Οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις ποτέ δεν γίνονται με τη «συναίνεση» του βαθιά ριζωμένοι «παλαιού» που πρέπει να ξεριζωθεί.
Γίνονται πάντα σε σύγκρουση μαζί του.
Η Ελλάδα λοιπόν, δεν είναι…failed state. Ακόμα κι αν, πολλές φορές. συμπεριφέρεται ή μοιάζει με τέτοιο ή δυσκολεύεται να πείσει ότι ΔΕΝ είναι…
Η Ελλάδα έχει και μορφωμένο πληθυσμό
και εσωτερικό «βάθος» (είναι από τις μεσαίες χώρες της Ευρώπης, όχι από τις μικρότερες)
και τεράστια «διασπορά» σε όλο τον κόσμο
και εξαιρετικά «νευραλγική» γεωπολιτική θέση (αν θελήσει ποτέ να την αξιοποιήσει)
και είναι πολλαπλά «ευλογημένη» από τη φύση,
από την Ιστορία (για την παγκόσμιας ακτινοβολίας Πολιτιστική της παράδοση)
και για το υπέδαφός της (που παραμένει απολύτως αναξιοποίητο)
και για τους πλουτοπαραγωγικούς της πόρους συνολικά (ενεργειακούς και όχι μόνο)
και για την ομορφιά του τοπίου της (μοναδικός συνδυασμός γεωφυσικού ανάγλυφου και δαντελωτής ακτογραμμής)
και για τα τεράστια συγκριτικά της πλεονεκτήματα σε δεκάδες παραγωγικούς τομείς (που παραμένουν αναξιοποίητα κι αυτά)
και – κυρίως - για τα ταλέντα των ανθρώπων της
(που διαπρέπουν παντού αλλού, αλλά μόνο στην πατρίδα του μαραζώνουν)!
Η Ελλάδα είναι μοναδική περίπτωση χώρας που χρειάζεται μεταρρυθμίσεις για να εκτιναχθεί κυριολεκτικά.
Αλλά – τι παράδοξο; - οι μεταρρυθμίσεις είναι το μόνο που ΔΕΝ φαίνεται να απασχολεί, το μόνο που ΔΕΝ συζητάμε (κι όταν το συζητάμε, συνήθως το… ξεφτυλίζουμε) είναι το μόνο που ΔΕΝ κάνουμε ή το μόνο που ΔΕΝ θέλουμε να κάνουμε…
Κι ίσως δεν ξέρουμε ΤΙ ακριβώς να κάνουμε, ΠΩΣ να το κάνουμε και ΠΟΙΟΝ ή ΠΟΙΟΥΣ να αναδείξουμε για να γίνει σωστά αυτή τη φορά…
Και ποιους να παραμερίσουμε, βεβαίως-βεβαίως…
(Με αυτά τα ερωτήματα θα ασχοληθώ στα δύο επόμενα σημειώματά μου…)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ