Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2025

Σαρωτικοί έλεγχοι της ΑΑΔΕ σε τραπεζικούς λογαριασμούς: Εντοπισμός αδήλωτων προσαυξήσεων περιουσίας


Στο μικροσκόπιο των φορολογικών αρχών έχουν τεθεί εκατοντάδες τραπεζικοί λογαριασμοί φυσικών και νομικών προσώπων, καθώς η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων εντείνει τους ελέγχους αξιοποιώντας σύγχρονα ψηφιακά εργαλεία διασταύρωσης οικονομικών στοιχείων. Η χρήση του Συστήματος Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας έχει επιτρέψει στις ελεγκτικές υπηρεσίες να αποκτούν πλήρη εικόνα της οικονομικής δραστηριότητας των φορολογουμένων και να εντοπίζουν αποκλίσεις από τα δηλωθέντα εισοδήματα.

Ήδη έχουν ολοκληρωθεί έλεγχοι σε περισσότερους από 1.700 τραπεζικούς λογαριασμούς, για τους οποίους είχε εκδοθεί εντολή ελέγχου μέσω του ΟΠΣ ELENXIS, καθώς υπήρχαν ενδείξεις φοροδιαφυγής ή και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

Έλεγχοι παντού

Οι έλεγχοι πλέον δεν περιορίζονται στις απλές τραπεζικές καταθέσεις. Η ΑΑΔΕ εξετάζει το σύνολο των χρηματοοικονομικών συναλλαγών, συμπεριλαμβανομένων δανείων, ρυθμίσεων οφειλών, πιστωτικών και προπληρωμένων καρτών, επενδυτικών προϊόντων, μετοχών, παραγώγων, ηλεκτρονικών πορτοφολιών, ασφαλιστικών συμβολαίων, ακόμη και τραπεζικών θυρίδων. Με αυτόν τον τρόπο, σχηματίζεται ένα ολοκληρωμένο οικονομικό προφίλ για κάθε ΑΦΜ.

Η ενεργοποίηση ελέγχου γίνεται όταν εντοπίζονται ασυμφωνίες μεταξύ των δηλωθέντων εισοδημάτων και της πραγματικής οικονομικής δραστηριότητας. Ενδείξεις κινδύνου θεωρούνται, μεταξύ άλλων, οι μεγάλες καταθέσεις που δεν δικαιολογούνται από τα εισοδήματα, οι συχνές εισροές μικρών ποσών που ενδέχεται να υποκρύπτουν αδήλωτη δραστηριότητα, καθώς και η απόκτηση ακινήτων ή άλλων υψηλής αξίας περιουσιακών στοιχείων χωρίς σαφή πηγή χρηματοδότησης.

Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται και σε επαγγελματικές δραστηριότητες που χαρακτηρίζονται υψηλού κινδύνου για φοροδιαφυγή, όπως ελεύθεροι επαγγελματίες και επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών, ενώ έλεγχοι μπορούν να ξεκινήσουν και έπειτα από καταγγελίες, διασταυρώσεις στοιχείων ή πληροφορίες που προέρχονται από το εξωτερικό, στο πλαίσιο διεθνών συμφωνιών ανταλλαγής δεδομένων.

Κατά τον τραπεζικό έλεγχο εξετάζονται τόσο τα εισερχόμενα όσο και τα εξερχόμενα ποσά. Κάθε κατάθεση, ακόμη και μικρού ύψους, πρέπει να μπορεί να αιτιολογηθεί με παραστατικά ή νόμιμα φορολογικά στοιχεία. Παράλληλα, αν διαπιστωθεί ότι οι δαπάνες ενός φορολογούμενου υπερβαίνουν σημαντικά τα δηλωθέντα εισοδήματα, οι αρχές θεωρούν πιθανή την ύπαρξη αδήλωτων εσόδων. Στο πλαίσιο αυτό, αναλύεται και η συνολική ετήσια μεταβολή της περιουσίας, όπως αγορές, αποταμιεύσεις, επενδύσεις και αποπληρωμές δανείων.

Το σύστημα BANCAPP

Κεντρικό ρόλο στους ελέγχους διαδραματίζει το σύστημα BANCAPP, ένα αυτοματοποιημένο εργαλείο διασταύρωσης τραπεζικών και χρηματοοικονομικών δεδομένων που ενεργοποιήθηκε με απόφαση της ΑΑΔΕ το 2023. Μέσω του BANCAPP, και μετά την έκδοση εντολής ελέγχου, αποστέλλονται αυτομάτως αιτήματα άρσης τραπεζικού και χρηματοοικονομικού απορρήτου προς τα πιστωτικά ιδρύματα, χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση.

Τα στοιχεία που συλλέγονται καλύπτουν ευρύ φάσμα λογαριασμών και προϊόντων, από καταθέσεις και επενδύσεις έως κάρτες πληρωμών, ηλεκτρονικά πορτοφόλια και θυρίδες ασφαλείας, ενώ συνήθως αφορούν περίοδο έως και πέντε ετών. Τα τραπεζικά ιδρύματα υποχρεούνται να απαντούν εντός συγκεκριμένων προθεσμιών, επιτρέποντας στις φορολογικές αρχές να κινούνται με ταχύτητα.

Όταν από την ανάλυση προκύπτει ότι υπάρχουν ποσά ή περιουσιακά στοιχεία που δεν δικαιολογούνται από τα δηλωθέντα εισοδήματα, η διαφορά θεωρείται προσαύξηση περιουσίας και αντιμετωπίζεται ως φορολογητέο εισόδημα. Σε αυτές τις περιπτώσεις επιβάλλεται φόρος 33% επί του αδικαιολόγητου ποσού.

Η εφαρμογή του BANCAPP εντάσσεται στη γενικότερη στρατηγική της ΑΑΔΕ για ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών, με στόχο όχι μόνο την αποκάλυψη υποθέσεων φοροδιαφυγής, αλλά και την πρόληψη της απόκρυψης εισοδημάτων και της διακίνησης «μαύρου χρήματος».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ