Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2024

Κωνσταντίνος Τασούλας: «Το Ολοκαύτωμα της Κάσου αποδεικνύει την ανθεκτικότητα του ελληνισμού»


Με αφορμή τη συμπλήρωση 200 ετών από το συγκλονιστικό Ολοκαύτωμα της Ηρωικής Νήσου Κάσου, πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο της Βουλής των Ελλήνων, η αφιερωματική επιστημονική εκδήλωση «Το Ολοκαύτωμα της Κάσου: 1824-2024».

Στην εναρκτήρια ομιλία του, ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, κ. Κωνσταντίνος Τασούλας τόνισε ότι το γεγονός του Ολοκαυτώματος της Κάσου δεν αποτελεί απλά μία επετειακή ανάμνηση, αλλά μία ζωντανή υπενθύμιση της ανθεκτικότητας και της αυτοθυσίας του ελληνισμού.

«Η Κάσος είναι ένα κλασικό παράδειγμα του ελληνισμού, που παρά τις καταστροφές, αντί να συντριβεί, αναγεννιέται και εξελίσσεται. Η διασπορά που προεκλήθη εξαιτίας του ολοκαυτώματος έδωσε νέες ρίζες και αποδεικνύει ακριβώς αυτήν την αρχή του ελληνισμού να μην συντρίβεται από τα ολοκαυτώματα και από τις κακουχίες αλλά να αποτελούν ένα ελατήριο το οποίο εκτινάσσεται εν συνεχεία, και φέρνει αυτά τα λαμπρά αποτελέσματα».

Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην ιστορική αναδρομή των γεγονότων που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα της Κάσου το 1824, όταν οι Κάσιοι, μαζί με Κρητικούς και άλλους αγωνιστές, αντιστάθηκαν ηρωικά στην άγρια επίθεση των αιγυπτιακών δυνάμεων.

Ο Πρόεδρος της Βουλής συνέκρινε την πολιορκία της Κάσου με αυτήν της Κωνσταντινούπολης, λέγοντας: «Η πολιορκία της Κάσου θυμίζει σε μικρογραφία την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης. Τριάντα κανόνια, εξακόσιοι Κάσιοι και λίγες εκατοντάδες Κρητικοί αντιμετώπισαν έναν τεράστιο στόλο αφιονισμένων Αιγυπτίων». Ωστόσο, τα φαινόμενα του φριχτού διχασμού, της φριχτής φιλονικίας και της φριχτής φιλοπρωτίας κατά τον δεύτερο εμφύλιο της ελληνικής Επανάστασης εμπόδισαν την έγκαιρη στήριξη των αγωνιστών της Κάσου κι έτσι, όπως είπε: «Η Κάσος μόνη, σαν δεύτερη μικρή Κωνσταντινούπολη, αντιμετώπισε τα κύματα του εχθρού. Τελικά έπεσε».

Ο Κ. Τασούλας, εξήρε τη συμβολή των Κασίων της διασποράς, οι οποίοι, μετά την καταστροφή, συνέχισαν να διαπρέπουν και να στηρίζουν την Ελλάδα, φέρνοντας ως παράδειγμα την πολύτιμη συμβολή τους στην εξωτερική πολιτική της χώρας κατά την κρίση του Σουέζ το 1956, όταν οι Κάσιοι πλοηγοί στήριξαν την προσπάθεια της Ελλάδας να ευνοήσει τα εθνικά της συμφέροντα, όπως παραδείγματος χάριν το Κυπριακό. Κάτι που αποδεικνύει σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Βουλής πως «Η περήφανη εξωτερική πολιτική δεν είναι αυτή που απλά αυτοχαρακτηρίζεται ως τέτοια, αλλά είναι η εξωτερική πολιτική που ασκείται σοβαρά και στην ουσία υπερήφανη»

Κλείνοντας την ομιλία του, ο Κ. Τασούλας αναφέρθηκε στην ιστορική κληρονομιά του Ολοκαυτώματος της Κάσου, λέγοντας: «Οι συμπατριώτες σας, τόσες γενιές πριν, καθημαγμένοι αλλά απτόητοι συνέχισαν να πλάθουν τον μύθο της ζωής τους. Αυτά όλα τα διδάγματα που έρχονται ανάκατα μέσα από τις στάχτες της Κάσου είναι μια απόδειξη ότι η χώρα μας έχει απίστευτη ανθεκτικότητα και αν δεν είχε τα φαινόμενα που προηγουμένως σας περιέγραψα, αν δεν είχε αυτά τα φαινόμενα του φριχτού διχασμού, της φριχτής φιλονικίας και της φριχτής φιλοπρωτίας, φανταστείτε σε τι επίπεδα η χώρα μας θα είχε εκτοξευθεί».

Την εκδήλωση  τίμησαν με την παρουσία τους ο Υπουργός Εξωτερικών κ. Γιώργος Γεραπετρίτης, οι βουλευτές Δωδεκανήσων: Ιωάννης Παπάς, Εμμανουήλ Κόνσολας, Τσαμπίκα Ιατρίδη, Υψηλάντης Βασίλειος-Νικόλαος και Νικητιάδης Γεώργιος, ο Δήμαρχος Κάσου Μιχάλης Ερωτόκριτος, ο Πρόεδρος Κασιωτών λεκανοπεδίου Αττικής καθώς και εκπρόσωποι της πολιτικής, πολιτειακής και ακαδημαϊκής κοινότητας, ενώ παρουσιάστηκαν εισηγήσεις από τους: Τζελίνα Χαρλαύτη, Καθηγήτρια Ναυτιλιακής Ιστορίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, κ. Δημήτρη Δημητρόπουλο, Διευθυντή́ Ερευνών, κ. Νίκο Αναστασόπουλο, Επίκ. Καθηγητή Νεότερης και Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και κ. Εμμανουήλ Π. Περσελή, Ομότιμο Καθηγητή του Εθνικού́ και Καποδιστριακού́ Πανεπιστημίου Αθηνών.

Άπαντες οι ομιλητές ανέλυσαν το ιστορικό πλαίσιο της εποχής, την ηρωική αντίσταση του Κασιώτικου λαού, τις πολιτικές και στρατιωτικές επιπτώσεις της καταστροφής καθώς και τη σημασία της θυσίας για την εθνική ταυτότητα. Μετά το πέρας της εκδήλωσης το κοινό ξεναγήθηκε στο θεματικό́ αφιέρωμα, με τεκμήρια από́ την ιδιωτική́ συλλογή́ Μίμη και Βασιλικής Χριστοφιλάκη και το βιβλιακό́ και αρχειακό́ υλικό́ της Βιβλιοθήκης της Βουλής, από την Αν. Προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διοίκησης, Βιβλιοθήκης και Εκδόσεων κ. Μαρία Καμηλάκη και το ζεύγος Χριστοφιλάκη.



Ο χαιρετισμός του Προέδρου της Βουλής

Αξιότιμε κύριε Υπουργέ των Εξωτερικών, κυρία και κύριοι συνάδελφοι από τα Δωδεκάνησα, από την Καρδίτσα, από την Θεσπρωτία από την Καβάλα, κύριε Δήμαρχε της ηρωικής Νήσου της Κάσου, κύριε Πρόεδρε των Σπαρτιατών, κυρίες και κύριοι.
Το συγκλονιστικό γεγονός της επαναστάσεως του 1821 δεν μπορεί να περιοριστεί ως προς τον εορτασμό του. Το επετειακό έτος που συμπληρώθηκαν τα 200 χρόνια δεν αρκεί, πολλώ μάλλον που εκείνο το έτος η χώρα ήταν στη μέγγενη της πανδημίας και οι όποιες εκδηλώσεις είχαν αυτόν τον μεγάλο περιορισμό. Η Βουλή των Ελλήνων συνεχίζει τρία χρόνια μετά, επιμένει να τιμά τα 200 χρόνια από την Εθνική παλιγγενεσία, όχι μόνο με την διατήρηση της κεντρικής της Εκθέσεως αλλά οργανώνοντας και εκδηλώσεις οι οποίες αποτελούν συνοδευτικές συγκλονιστικές εκδηλώσεις εκείνου του κεντρικού μηνύματος και μία από αυτές τις συγκλονιστικές εκδηλώσεις του κεντρικού μηνύματος του 1821 είναι και η συμπλήρωση δύο αιώνων από τον «πατημό», από το ολοκαύτωμα της Κάσου. 
Η Βουλή των Ελλήνων πριν έξι χρόνια αποφάσισε να τιμάται αυτό το γεγονός αρχές Ιουνίου κάθε χρόνο, εμείς το τιμούμε σήμερα με αυτή τη μεγάλη, αθρόα προσέλευσή σας και θα ήθελα κι εγώ με τη σειρά μου μετά την κυρία Καμηλάκη να συγχαρώ τους συντελεστάς αυτής της παρουσιάσεως σήμερα εδώ και τους ομιλητές αλλά και την έκθεση που και το μεν και τα δε αφορούν εις το πως ήταν η Κάσσος  προ του ολοκαυτώματος, κατά το ολοκαύτωμα, και μετά - γιατί όπως καθετί συσχετίζεται με την Ελλάδα κάθε πατημός, κάθε συμφορά, έχει μέσα και το ζώπυρον, έχει  μέσα και το σπέρμα του σηκωμού, του υψωμού και η Κάσος είναι ένα κλασικό δείγμα που μετά το ολοκαύτωμα, η διασπορά που προεκλήθη εξαιτίας του ολοκαυτώματος έδωσε νέες ρίζες, έδωσε νέα ζωή στις Κυκλάδες κυρίως, στην Αλεξάνδρεια, σε άλλες περιοχές, σε υπερατλαντικές περιοχές, και αποδεικνύει ακριβώς αυτή την αρχή του ελληνισμού να μην συντρίβεται από τα ολοκαυτώματα να μην συντρίβεται από τις κακουχίες αλλά να αποτελούν ένα ελατήριο το οποίο εκτινάσσεται, εν συνεχεία, και φέρνει αυτά τα λαμπρά αποτελέσματα.
Είναι άκρως ενδιαφέρουσα η περίπτωσις της Κάσου. Άκρως ενδιαφέρουσα διότι, έχει μέσα στο χρονικό εκείνων των ημερών του τέλους του Μαΐου του 1824 όλα τα στοιχεία που συγκροτούν τα γνωρίσματα του Έλληνα. Έχει τα στοιχεία του ηρωισμού, έχει τα στοιχεία της μικροπρέπειας - όχι εκ μέρους της Κάσου,  εκ μέρους εκείνων που όφειλαν να βοηθήσουν Κάσο - έχει τα στοιχεία της συμπαράστασης, έχει τα στοιχεία της αγνόησης, του διχασμού, της ανάτασης, του απίστευτου ηρωισμού και εν συνεχεία, έχει τα στοιχεία επαναλαμβάνω του σηκωμού. 
Για να δούμε λίγο την μικρή εικόνα που πυκνά περιέχει όλα αυτά τα στοιχεία. Η πολιορκία της Κάσου εμένα μου θυμίζει σε μικρογραφία την πολιορκία της Κωνσταντινουπόλεως. Τριάντα κανόνια, εξακόσιοι Κάσιοι, λίγες εκατοντάδες Κρητικοί να αντιμετωπίσουν έναν τεράστιο στόλο αφιονισμένων Αιγύπτιων, οι οποίοι θέλανε να δηώσουν το νησί αλλά όχι μόνο να δηώσουν το νησί αλλά να αποκτήσουν και ένα πάτημα στην Κάσο για τα σχέδιά τους μετά- ένα πάτημα ανεφοδιασμού για τα σχέδιά τους μετά για την Πελοπόννησο. 
Από την άλλη πλευρά, το νησί, οι κάτοικοι, οι αγωνιστές, οι επίμονοι αγωνιστές οι οποίοι ζητούν βοήθεια από το βουλευτικό· το βουλευτικό απευθύνεται στο εκτελεστικό…κωλυσιεργίες -είμαστε στον δεύτερο εμφύλιο της περιόδου της επαναστάσεως- επικλήσεις ανημποριάς οικονομικής, η βοήθεια δεν έρχεται. Η Κάσος μόνη σαν δεύτερη μικρή Κωνσταντινούπολη αντιμετωπίζει τα κύματα του εχθρού. Τελικά πέφτει. Η καταστροφή επέρχεται και ως εκ θαύματος, μέσα Ιουνίου,  ένας μεγάλος στόλος από τα ελληνικά νησιά που δεν είχαν τα μέσα έναν μήνα πριν,  να έρθουν στην Κάσο, υπό το ναύαρχο Σαχτούρη φτάνει στην Κάσο η οποία ακόμη καπνίζει από το παρανάλωμα το οποίο είχε προκληθεί.  Σώζουν κάποιους τραυματίες, σώζουν κάποιους δυστυχισμένους  και αυτός ο στόλος από τα ελληνικά νησιά, την ίδια στιγμή έχοντας φτάσει με καθυστέρηση στην Κάσο δεν κατευθύνεται στα Ψαρά αλλά επιστρέφει πίσω μέσω Σαντορίνης.
Η εκδοχή που τελευταία παρουσιάστηκε στο περίφημο βιβλίο του Ρόντρικ Μπίτον είναι ότι ο λόγος που δεν βοηθήθηκε η Κάσος - πρέπει να τα λέμε αυτά, μη σας φοβίζει η αυτοκριτική, πρέπει να τα λέμε γιατί είναι καθαρτήριος η αυτοκριτική- ο λόγος λοιπόν, που οι Έλληνες δεν έστειλαν εγκαίρως πληρώματα στην Κάσο κατά τον Μπίτον είναι διότι λόγω του θανάτου του λόρδου Βύρωνος στο Μεσολόγγι τον Απρίλιο του 1824, δεν μπορούσε να εκταμιευθεί η πρώτη δόση του δανείου των 40 χιλιάδων λιρών που είχε φτάσει στη Ζάκυνθο αλλά καθηλώθηκε λόγω του θανάτου του εγγυητού. 
Η άποψις της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών είναι χειρότερη. Λέει ότι υπήρχαν τα χρήματα αλλά επειδή βρισκόμαστε στη φάση ακριβώς αυτού του απίστευτου διχασμού- ήταν ο δεύτερος εμφύλιος- αυτά τα συμπτώματα του διχασμού δεν απελευθέρωσαν τις δυνάμεις και τις δυνατότητες που είχανε για να αμυνθούν στην Κάσο. Ασχέτως αιτίας το αποτέλεσμα είναι αυτό. Και εδώ βλέπει κανείς ταυτόχρονα και τα υψώματα και τα χαμηλώματα του ίδιου αγωνιζόμενου λαού τις ίδιες στιγμές. Και βλέπει κανείς και προσκυνά αυτόν τον λαό που παρά τις δυσκολίες του, παρά αυτά τα γνωρίσματα τα αντιφατικά, κατάφερε τελικά να επιτύχει την ανεξαρτησία του. Και ο σάλος ο διεθνής που προκλήθηκε από την καταστροφή της Κάσου έπαιξε και αυτό στο φιλελληνικό κίνημα τον ρόλο του για την υποβοήθηση της Ελλάδος.
Οι συμπατριώτες σας, τόσες γενιές πριν, απτόητοι, καθημαγμένοι αλλά - απτόητοι από την καταστροφή, συνέχισαν να πλάθουν τον μύθο της ζωής τους κεχαρισμένα τοις Θεοίς στην Αμοργό, στη Σύρο, στην Αλεξάνδρεια, στο Σουέζ και ήταν εκείνοι οι οποίοι το 1956 στο Σουέζ, ως πλοηγοί που βοήθησαν την ελληνική εξωτερική πολιτική να βάλει χέρι και πλάτη στο καθεστώς Νάσερ που βοηθούσε την Κύπρο στον ΟΗΕ για να συνεχίσει η Αίγυπτος να ελέγχει το Σουέζ και να μην το ξαναπάρουν πίσω οι Αγγλογάλλοι.
Η υπόθεσις της λεγόμενης, όπως ξέρει ο εκλεκτός συμπατριώτης σας υπουργός Εξωτερικών, η υπόθεσις της λεγόμενης υπερήφανης εξωτερικής πολιτικής δεν είναι υπόθεσις αυτοχαρακτηρισμού· είναι υπόθεσις ουσίας. Η περήφανη εξωτερική πολιτική δεν είναι αυτή που αυτοχαρακτηρίζει κανείς τον εαυτό του υπερήφανο εις την εξωτερικήν πολιτική, είναι η εξωτερική πολιτική που ασκείται σοβαρά και στην ουσία υπερήφανη. 
Φανταστείτε η Ελλάδα του 1956 εν μέσω Ψυχρού Πολέμου αρνήθηκε να συνταχθεί με την Αγγλία και τη Γαλλία και συντάχθηκε με την Αίγυπτο. Και η τότε ηγεσία της Ελλάδος δεν παρέστησε ότι άσκησε υπερήφανη εξωτερική πολιτική. Έκανε σοβαρά τη δουλειά της γιατί η Αίγυπτος, ως ηγέτης χώρα του αραβικού κόσμου, βοηθούσε το Κυπριακό στον ΟΗΕ. Οι Κάσιοι πλοηγοί ήταν εκείνοι οι οποίοι με άλλους υλοποίησαν αυτή τη βοήθεια . Αυτά όλα τα διδάγματα που έρχονται ανάκατα μέσα από τις στάχτες της Κάσου είναι μια απόδειξη ότι η χώρα μας έχει απίστευτη ανθεκτικότητα και αν δεν είχε τα φαινόμενα που προηγουμένως σας περιέγραψα, αν δεν είχε αυτά τα φαινόμενα του φριχτού διχασμού, της φριχτής φιλονικίας και της φριχτής φιλοπρωτίας, φανταστείτε σε τι επίπεδα η χώρα μας θα είχε εκτοξευθεί. 
Συνεπώς, κύριε Δήμαρχε (ν.ν. της Κάσου) τα διδάγματα από τα 200 χρόνια είναι συγκλονιστικά και αυτά τα διδάγματα σε όλη τους την έκταση θα παρουσιαστούν σήμερα εδώ και για την ισχύ και για την ωφέλεια αυτών των διδαγμάτων, θα ήθελα ως Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων να ευχαριστήσω θερμά όλους τους συντελεστές. Να είστε καλά . 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ