Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2019

Προβληματισμός από το υψηλό επιτόκιο του ομολόγου

Μόνο με χώρες εκτός ευρωζώνης, όπως η Σερβία, μπορεί να συγκριθεί η απόδοση του 3,6% - Το παρασκήνιο με την απόδοση, τα hedge funds και η… αμερικανική βοήθεια

Υψηλό κόστος, που συγκρίνεται μόνο με χώρες εκτός ευρωζώνης όπως η Σερβία, είχε το εισιτήριο επιστροφής της Ελλάδας στις αγορές μετά την οκταετή μνημονιακή περιπέτεια. Το νέο 5ετές ομόλογο που εξέδωσε χθες ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) αποτελεί μόνο «ένα μικρό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση», όπως τόνισε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, και αποδεικνύει ότι η χώρα μας παραμένει «ειδική περίπτωση» με αυξημένο ρίσκο στα μάτια των επενδυτών.

Το Ελληνικό Δημόσιο άντλησε μέσω του 5ετούς ομολόγου 2,5 δισ. ευρώ (έναντι αρχικού στόχου για 2 δισ. ευρώ) με απόδοση 3,6%, η οποία είναι υπερδιπλάσια σε σχέση με τον αντίστοιχο ιταλικό τίτλο (1,557%) και πάνω από 7,5 φορές μεγαλύτερη συγκριτικά με τον πορτογαλικό (0,473%), ενώ το ετήσιο κουπόνι διαμορφώθηκε στο 3,45%. Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης είχε ατύπως βάλει τον πήχη στο 3,5%-3,6% αναφορικά με την απόδοση του νέου κρατικού τίτλου, επομένως οριακά πέτυχε τον στόχο του. Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, γνωρίζοντας όμως καλά ότι πρόκειται για μια «αλμυρή» απόδοση, προτίμησε να πανηγυρίσει μόνο για την «ποιότητα» των επενδυτών που μπήκαν στην έκδοση. «Το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι η συμμετοχή των επενδυτών. Αρχίζει μια σημαντικότατη μεταστροφή σε κανονικούς επενδυτές. Θα δείτε από αυτή την έκδοση ότι η Ελλάδα αλλάζει κατηγορία», δήλωσε χθες στη Βουλή.


Το παρασκήνιο με την απόδοση, τα hedge funds και η… αμερικανική βοήθεια

Λίγο πριν κλείσει το βιβλίο προσφορών, φάνηκε ότι, χάρη στον μεγάλο όγκο προσφορών, που ξεπέρασαν τα 10 δισ. ευρώ, η απόδοση θα μπορούσε να περιοριστεί στην περιοχή του 3,3%-3,4%, ξεπερνώντας ακόμα και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις. Ωστόσο, ο ΟΔΔΗΧ είχε ως πρωταρχικό στόχο να αυξήσει τη συμμετοχή των θεσμικών επενδυτών (τραπεζών, ασφαλιστικών εταιριών και ταμείων, επενδυτικών οίκων κ.λπ.) στην έκδοση, μειώνοντας τη συμμετοχή των hedge funds, που κυνηγούν τις μεγάλες αποδόσεις με επιθετικές κινήσεις και ποντάρισμα σε ομόλογα υψηλού ρίσκου.

Ο στόχος επετεύχθη με το παραπάνω, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες, η συμμετοχή των hedge funds διαμορφώθηκε μόλις στο 8%. Για να γίνει όμως αυτό, το Δημόσιο χρειάστηκε να πληρώσει «καπέλο» (premium) στους μακροπρόθεσμους επενδυτές που προτιμήθηκαν και έτσι η απόδοση έφθασε τελικά το 3,6%, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις που είχε παρουσιάσει το newmoney.gr από τις 19 Ιανουαρίου.

Στον περιορισμό της συμμετοχής των κερδοσκοπικών funds στο νέο 5ετές ομόλογο συνέβαλαν καθοριστικά οι αμερικανικές τράπεζες, που προέβησαν σε σημαντικές αγορές. Άλλωστε, από τους έξι αναδόχους της έκδοσης, οι τέσσερις ήταν επενδυτικές τράπεζες με έδρα της ΗΠΑ (Bank of America Merrill Lynch, Goldman Sachs, JP Morgan και Morgan Stanley) και μόνο οι δύο ευρωπαϊκές (HSBC και Société Générale Corporate Investment Bank).

H λήξη του ομολόγου, που υπόκειται στο Αγγλικό Δίκαιο, τοποθετείται στις 2 Απριλίου 2024 και η ημερομηνία διακανονισμού είναι η 5η Φεβρουαρίου.


Τα επόμενα βήματα

Η επιτυχία της χθεσινής έκδοσης θα κριθεί και από την μελλοντική πορεία των αποδόσεων, η οποία συνδέεται με την πορεία της οικονομίας. Επίσης, απομένει να φανεί στην πράξη κατά πόσο θα μπορέσει να ανοίξει τον δρόμο, ώστε να βγουν στις αγορές οι ελληνικές τράπεζες και οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις το προσεχές διάστημα.

Τα 2,5 δισ. ευρώ που άντλησε το Δημόσιο από τη χθεσινή έκδοση θα χρησιμοποιηθούν είτε για την αναχρηματοδότηση του 5ετούς τίτλου που είχε εκδοθεί επί κυβέρνησης Σαμαρά και λήγει τον Απρίλιο είτε για να προχωρήσει η πρόωρη αποπληρωμή μέρους των δανειακών υποχρεώσεων της Ελλάδας προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Και στις δύο περιπτώσεις το όφελος είναι ότι παλαιότερα και ακριβότερα δάνεια θα αντικατασταθούν από φθηνότερα, επιτυγχάνοντας έμμεση μείωση του δημοσίου χρέους.


Το στοίχημα του 10ετούς ομολόγου

«Η σημαντικότερη πρόκληση για την ελληνική οικονομία στο άμεσο μέλλον είναι η επιστροφή του Ελληνικού Δημοσίου στις χρηματοπιστωτικές αγορές με βιώσιμους όρους», υπογράμμισε χθες ο κ. Στουρνάρας, μιλώντας σε εκδήλωση του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου. Το μεγάλο στοίχημα είναι, λοιπόν, να μπορέσει να εκδώσει η χώρα μας νέο 10ετές ομόλογο.

Όπως ανέφερε το «ΘΕΜΑ» την περασμένη Κυριακή, ο σχεδιασμός του ΟΔΔΗΧ προβλέπει ακόμα μία έξοδο στις αγορές πριν από τον Μάιο είτε ιδανικά με 10ετές ομόλογο, εφόσον το επιτρέψουν οι διεθνείς και εγχώριες συνθήκες, είτε με 7ετές, είτε με επανέκδοση (reopening) του 5ετούς τίτλου. Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία φορά που η χώρα μας εξέδωσε 10ετές ομόλογο ήταν στις 11 Μαρτίου 2010, όταν άντλησε 5 δισ. ευρώ με κουπόνι που έφθασε στο δυσθεώρητο ύψος του 6,25% και άνοιξε την πόρτα εισόδου στα Μνημόνια.

Χθες, μετά την έκδοση του νέου 5ετούς, η απόδοση του 10ετούς κρατικού τίτλου έπεσε κάτω από το ψυχολογικό φράγμα του 4% και έκλεισε στο 3,97%, που είναι το χαμηλότερο σημείο του τελευταίο εξαμήνου. Εντούτοις, η διαφορά απόδοσης μεταξύ του ελληνικού και του γερμανικού 10ετούς ομολόγου (spread) εξακολουθεί να μην απέχει πολύ από εκείνη του Απριλίου του 2010. Η χώρα μας μπήκε στα Μνημόνια με spread κοντά στις 400 μονάδες, έναντι 378 μονάδων χθες.


Η στάση των οίκων αξιολόγησης

Η χθεσινή έκδοση «κλειδώνει» την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Moody’s. Η επόμενη προγραμματισμένη αξιολόγηση του οίκου για τη χώρα μας θα ανακοινωθεί την 1η Μαρτίου και αναμένεται να οδηγήσει σε αναβάθμιση κατά μία πιστοληπτική κλίμακα, από Β3 σε Β2. Ακόμα κι έτσι, όμως, η Ελλάδα θα παραμένει πέντε σκαλοπάτια μακριά από την επενδυτική βαθμίδα στην κλίμακα της Moody’s, τέσσερα σκαλοπάτια στην κλίμακα της Standard &Poor’s (Β+) και τρία σκαλοπάτια στην κλίμακα της Fitch (ΒΒ-), η οποία πιθανότατα θα αναβαθμίσει στις 8 Φεβρουαρίου μόνο τις προοπτικές της οικονομίας από ουδέτερες σε θετικές.

Ο δρόμος μέχρι την επενδυτική βαθμίδα (ΒΒΒ- και πάνω) είναι μακρύς ακόμα. Σύμφωνα με μετριοπαθείς προβλέψεις, για να φθάσει η Ελλάδα εκεί θα χρειαστούν τουλάχιστον άλλα δύο χρόνια. Όπως επισήμανε χθες το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) στην τριμηνιαία έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, η Πορτογαλία χρειάστηκε 3,5 χρόνια για να επανέλθει σε επενδυτική βαθμίδα μετά το δικό της Μνημόνιο, ενώ η Κύπρος, σχεδόν τρία χρόνια μετά την έξοδο από το Μνημόνιο, παραμένει οριακά χαμηλότερα.

«Το πρώτο βήμα εξόδου στις αγορές είναι θετικό, αλλά πρέπει να υπάρξει συνέχεια. Η μερική αναχρηματοδότηση του δημόσιου χρέους από τις αγορές, ωσότου ανακτηθεί πλήρως η αξιολόγηση της επενδυτικής βαθμίδας, είναι απαραίτητη, όπως και η επιμονή σε μεταρρυθμιστικές πολιτικές για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης», επισήμανε ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ καθηγητής Νίκος Βέττας. Προειδοποίησε ακόμα πως «η πρώτη περίοδος εκτός των προγραμμάτων θυμίζει τα χρόνια πριν από αυτά. Είναι σημαντικός ο κίνδυνος να παρερμηνευθεί η τρέχουσα ανάκαμψη ως το τέλος της κρίσης. Αν επιστροφή στην ‘κανονικότητα’ σημαίνει επιστροφή σε ένα εσωστρεφές και κρατικοδίαιτο πρότυπο ανάπτυξης, ένα νέο κύμα κρίσης θα είναι αναπόφευκτο».



protothema.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ