Βάση των ελέγχων νέας γενιάς που θα πραγματοποιήσει η ΑΑΔΕ το 2018 θα είναι ο εντοπισμός ύποπτων φοροδιαφυγής με τη χρήση των τεχνικών Ανάλυσης Ρευστότητας του φορολογούμενου στην οποία έχουν εντρυφήσει ιδιαιτέρως και με εντυπωσιακά αποτελέσματα οι ελεγκτές του αμερικάνικου IRS.
Η μέθοδος αυτή στηρίζεται στη λογική ότι οποιαδήποτε υπέρβαση δαπανών σε σχέση με τα έσοδα ενός φορολογουμένου υποκρύπτει φοροδιαφυγή.
Στη λογική αυτή ο ελεγκτής προβαίνει σε ανάλυση ρευστότητας του ελεγχόμενου και προσδιορίζει από μόνος του το φορολογητέο εισόδημά του, αναλύοντας τα στοιχεία για όλα τα εισοδήματά του (φορολογητέα ή μη), τις αγορές και δαπάνες του (επαγγελματικές, προσωπικές και οικογενειακές), τα δάνεια και τις αυξήσεις ή μειώσεις των περιουσιακών στοιχείων του (ακίνητα, μετοχές κ.λπ.). Όλα αυτά ελέγχονται ανά έτος, όπως επιτάσσουν και οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Στη βάση αυτή, εντοπίζοντας δαπάνες που υπερβαίνουν τις φανερές πηγές εσόδων, ο πολίτης θα ελέγχεται από τη φορολογική διοίκηση για εισοδήματα που προκύπτει πως υπερβαίνουν τα δηλωθέντα κάθε χρονιάς.
Στην εξίσωση αυτή μπαίνουν έτσι δηλωθέντα έσοδα και δάνεια από τη μία και τα έξοδα για πληρωμές και αγορές από την άλλη.
Για τη διενέργεια της σύγκρισης αυτής η φορολογική διοίκηση θα μπορεί πλέον να αξιοποιεί και στοιχεία που συγκεντρώνει ανά ΑΦΜ για επενδύσεις (μετοχές, ακίνητα), για κινήσεις κεφαλαίων (μέσω τραπεζών) αλλά και για πάγιες ή άλλες δαπάνες του ελεγχόμενου (από ασφαλιστικές εταιρείες, λογαριασμούς ΔΕΚΟ, ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, γυμναστήρια, δόσεις εξόφλησης χρεών σε Δημόσιο ή τράπεζες κ.λπ.).
Προσμετρώνται μάλιστα τόσο τα ατομικά στοιχεία του ελεγχόμενου όσο και της συζύγου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του.
Η τεχνική αυτή πάει μακρύτερα από την απλοϊκή σύγκριση τραπεζικών υπολοίπων με κινήσεις λογαριασμών που ήδη εφαρμόστηκε, η οποία αντιμετώπισε σημαντικά προβλήματα στην εφαρμογή της.
Μάλιστα θεωρείται αποτελεσματικότερη από στελέχη της φορολογικής διοίκησης ακόμα και από άλλες έμμεσες τεχνικές ελέγχου που έχουν θεσμοθετηθεί τα τελευταία χρόνια και σταδιακά μπαίνουν σε εφαρμογή.
Η μέθοδος αυτή στηρίζεται στη λογική ότι οποιαδήποτε υπέρβαση δαπανών σε σχέση με τα έσοδα ενός φορολογουμένου υποκρύπτει φοροδιαφυγή.
Στη λογική αυτή ο ελεγκτής προβαίνει σε ανάλυση ρευστότητας του ελεγχόμενου και προσδιορίζει από μόνος του το φορολογητέο εισόδημά του, αναλύοντας τα στοιχεία για όλα τα εισοδήματά του (φορολογητέα ή μη), τις αγορές και δαπάνες του (επαγγελματικές, προσωπικές και οικογενειακές), τα δάνεια και τις αυξήσεις ή μειώσεις των περιουσιακών στοιχείων του (ακίνητα, μετοχές κ.λπ.). Όλα αυτά ελέγχονται ανά έτος, όπως επιτάσσουν και οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Στη βάση αυτή, εντοπίζοντας δαπάνες που υπερβαίνουν τις φανερές πηγές εσόδων, ο πολίτης θα ελέγχεται από τη φορολογική διοίκηση για εισοδήματα που προκύπτει πως υπερβαίνουν τα δηλωθέντα κάθε χρονιάς.
Στην εξίσωση αυτή μπαίνουν έτσι δηλωθέντα έσοδα και δάνεια από τη μία και τα έξοδα για πληρωμές και αγορές από την άλλη.
Για τη διενέργεια της σύγκρισης αυτής η φορολογική διοίκηση θα μπορεί πλέον να αξιοποιεί και στοιχεία που συγκεντρώνει ανά ΑΦΜ για επενδύσεις (μετοχές, ακίνητα), για κινήσεις κεφαλαίων (μέσω τραπεζών) αλλά και για πάγιες ή άλλες δαπάνες του ελεγχόμενου (από ασφαλιστικές εταιρείες, λογαριασμούς ΔΕΚΟ, ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, γυμναστήρια, δόσεις εξόφλησης χρεών σε Δημόσιο ή τράπεζες κ.λπ.).
Προσμετρώνται μάλιστα τόσο τα ατομικά στοιχεία του ελεγχόμενου όσο και της συζύγου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του.
Η τεχνική αυτή πάει μακρύτερα από την απλοϊκή σύγκριση τραπεζικών υπολοίπων με κινήσεις λογαριασμών που ήδη εφαρμόστηκε, η οποία αντιμετώπισε σημαντικά προβλήματα στην εφαρμογή της.
Μάλιστα θεωρείται αποτελεσματικότερη από στελέχη της φορολογικής διοίκησης ακόμα και από άλλες έμμεσες τεχνικές ελέγχου που έχουν θεσμοθετηθεί τα τελευταία χρόνια και σταδιακά μπαίνουν σε εφαρμογή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑΡΤΩΝΤΑΙ ME ΜΙΚΡΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΕΛΕΓΧΟΥ